Select the search type
  • Site
  • Web
Search

Περιεχόμενο Κείμενο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄: Ανταλλαγή εκτάσεων οικοδομικών συνεταιρισμών

Άρθρο 94. Εκτάσεις - Υποδοχέων Συντελεστή Δόμησης Οικοδομικών Συνεταιρισμών

1. Καθορίζονται ζώνες υποδοχής - ανταλλαγής εκτάσεων ή τμημάτων εκτάσεων οικοδομικών συνεταιρισμών, σύμφωνα με το παρόν Κεφάλαιο. Οι εκτάσεις αυτές προβλέπονται με την έγκριση των Τ.Π.Σ. ή άλλου αντίστοιχου επιπέδου σχεδιασμού κατά το Κεφάλαιο Α’ του Τμήματος III, στο σύνολο της χερσαίας χώρας συμπεριλαμβανομένων των νήσων Κρήτης, Εύβοιας και Ρόδου. Εξαιρούνται οι περιοχές Αττικής και Θεσσαλονίκης, που καταλαμβάνονται από τα αντίστοιχα όρια αρμοδιότητας των προβλεπόμενων Ρυθμιστικών Σχεδίων και με την επιφύλαξη των Κεφαλαίων Δ΄, Ε’ και ΣΤ΄ του Τμήματος VII του παρόντος Μέρους.
2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας εγκρίνονται, κατ’ εξαίρεση της παρ. 1, για εθνικούς λόγους αναβάθμισης και αναζωογόνησης των εγκαταλελειμμένων, μικρών και φθινόντων οικισμών και αποκατάστασης των μεριδιούχων εκτάσεων οικοδομικών συνεταιρισμών, Ειδικά Σχέδια Περιβαλλοντικής Αναβάθμισης και Ανάπτυξης (Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α.), με τα οποία καθορίζονται και ζώνες - υποδοχείς Οικοδομικών Συνεταιρισμών - ιδιωτικών πολεοδομήσεων πλησίον εγκαταλελειμμένων, μικρών και φθινόντων οικισμών, όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 101 και ανεξαρτήτως ύπαρξης εγκεκριμένου υπερκείμενου επιπέδου σχεδιασμού μετά από ειδική χωροταξική ανάλυση και γνωμοδότηση του ΚΕ.ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις τα Ειδικά Σχέδια μπορεί να τροποποιούν κατευθύνσεις και περιορισμούς υφιστάμενων υπερκείμενων επιπέδων σχεδιασμού.
3. Οι εκτάσεις της παρ. 1 προέρχονται από:
α) δημόσιες χορτολιβαδικές και βραχώδεις εκτάσεις των περ. β΄ και γ΄ της παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 998/1979 (Α΄289), για τις οποίες δεν απαγορεύεται η δόμηση και τις οποίες διαχειρίζονται οι αρμόδιες δασικές υπηρεσίες,
β) εκτάσεις ακινήτων ιδιοκτησίας του Δημοσίου ή των Ο.Τ.Α. ή των ν.π.δ.δ., ή
γ) ιδιωτικές εκτάσεις υπό τις επιφυλάξεις ειδικότερων διατάξεων των Κεφαλαίων Δ΄, Ε΄ και ΣΤ΄ του Τμήματος VII του παρόντος Μέρους.

Άρθρο 95. Εποπτεία Οικοδομικών Συνεταιρισμών και Δικαιούχοι Ανταλλαγής

1. Οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί υπάγονται στον ν. 1667/1986 (Α΄ 196) όσον αφορά τη σύστασή τους, τη λειτουργία και την εποπτεία τους.
2. Δικαιούχοι της ανταλλαγής είναι όλοι οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί, καθώς και φυσικά ή νομικά πρόσωπα που είναι ιδιοκτήτες (κύριοι) δασών ή δασικών εκτάσεων ή εκτάσεων όπου απαγορεύεται η δόμηση ή διέπονται από ειδικό καθεστώς προστασίας, όπως δάση, δασικές εκτάσεις ή κηρυγμένοι αρχαιολογικοί χώροι, ή αποτελούν τμήμα γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας ή δεν μπορούν να αξιοποιηθούν για άλλους λόγους προστασίας, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
3. Οι δικαιούχοι κατατάσσονται, σύμφωνα με το αίτημά τους κατά προτεραιότητα για την ανταλλαγή, ως εξής:
α) Οικοδομικοί συνεταιρισμοί για τους οποίους έχει εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση που προβλέπει ανταλλαγή της μη κατάλληλης έκτασής τους ή αντίστοιχης αποζημίωσής τους.
β) Οικοδομικοί συνεταιρισμοί των οποίων οι εκτάσεις έχουν ήδη ενταχθεί σε ρυμοτομικό σχέδιο και μετά από την δημοσίευση του ν. 998/1979 (Α΄289) τα σχέδια αυτά είτε κρίθηκαν άκυρα είτε πρέπει να ακυρωθούν, γιατί βρίσκονται σε περιοχές όπου απαγορεύεται η δόμηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού (δάση, δασικές εκτάσεις κ.λπ.).
γ) Οικοδομικοί συνεταιρισμοί των οποίων οι εκτάσεις υπήχθησαν σε διαδικασία ένταξης σε ρυμοτομικό σχέδιο που διακόπηκε μετά από την έναρξη ισχύος του ν. 998/1979 (Α΄289) και οι οποίοι έχουν άδεια κτήσης.
δ) Οικοδομικοί συνεταιρισμοί των οποίων οι εκτάσεις έχουν ήδη ενταχθεί σε ρυμοτομικό σχέδιο που είτε κρίθηκε άκυρο ή πρέπει να ακυρωθεί επειδή οι εκτάσεις υπήχθησαν μεταγενέστερα σε ειδικό καθεστώς προστασίας.
ε) Οικοδομικοί συνεταιρισμοί που είχαν προωθήσει τη διαδικασία έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης, σύμφωνα με το π.δ. 93/1987 (Α΄ 52) και η διαδικασία διεκόπη για διάφορους λόγους (έλλειψη Π.Ε.Ρ.Π.Ο. κ.λπ.).
στ) Οικοδομικοί συνεταιρισμοί που έχουν εγκεκριμένη απόφαση οικιστικής καταλληλότητας με το π.δ. 93/1987 (Α΄52).
ζ) Φορείς Ιδιωτικών Πολεοδομήσεων των οποίων η πολεοδομική μελέτη είχε εκπονηθεί και προωθηθεί για έγκριση με το ν. 1947/1991 (Α΄ 70) και κρίθηκε μη νόμιμη από το Συμβούλιο της Επικρατείας λόγω έλλειψης εγκεκριμένου χωροταξικού πλαισίου.
η) Φορείς Ιδιωτικών Πολεοδομήσεων για τις οποίες έχει εκδοθεί απόφαση οικιστικής καταλληλότητας κατά τις διαδικασίες του ν. 1947/1991 (Α΄ 70).
θ) Οικοδομικοί Συνεταιρισμοί που είναι κύριοι δασών και δασικών εκτάσεων και μετά από τη δημοσίευση του ν. 998/1979 (Α΄289) δεν κατέστη δυνατή η προώθηση καμίας διαδικασίας, με συνυπολογισμό για την προτεραιότητα του έτους κτήσης κυριότητας.
3. Στο παρόν άρθρο υπάγονται και οικοδομικοί συνεταιρισμοί οργανισμών υπό τη μορφή ν.π.δ.δ.

Άρθρο 96. Καταγραφή των ζωνών – υποδοχέων

1. Η αναγνώριση και καταγραφή των ζωνών - υποδοχέων κατά το άρθρο 94 γίνεται με τη διαδικασία έκδοσης βεβαίωσης καταλληλότητας του άρθρου 86.
2. Για την εφαρμογή του άρθρου 94 μετά από αίτημα των ενδιαφερομένων, των οικείων Ο.Τ.Α., της αποκεντρωμένης διοίκησης, των διευθύνσεων δασών ή και των συναρμόδιων δημοσίων υπηρεσιών με εντολή του οικείου Υπουργού, διαβιβάζονται στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας όλα τα προβλεπόμενα στοιχεία για την έκδοση βεβαίωσης καταλληλότητας κατά το άρθρο 86.
3. Με την έκδοση βεβαίωσης καταλληλότητας, τα όρια των εκτάσεων των ζωνών - υποδοχέων καταγράφονται με ευθύνη του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας σε ειδική βάση δεδομένων του Ελληνικού Κτηματολογίου και στα χαρτογραφικά υπόβαθρα αυτής.

Άρθρο 97. Διαδικασία ανταλλαγής

1. Η διαδικασία ανταλλαγής γίνεται μέσω της ηλεκτρονικής διαδικασίας της Ψηφιακής Τράπεζας Γης του Κεφαλαίου Γ΄ του Τμήματος ΙΙ του Μέρους Β΄, με την επιφύλαξη του άρθρου 98.
2. Για την ανταλλαγή λαμβάνεται υπόψη η τιμή ζώνης της περιοχής που βρίσκεται το ακίνητο ανταλλαγής, καθώς και η τιμή ζώνης της περιοχής που βρίσκεται η έκταση που αποδίδεται ως αντάλλαγμα. Για τα ακίνητα σε περιοχές που δεν έχει καθοριστεί τιμή ζώνης, σύμφωνα με το σύστημα των αντικειμενικών αξιών του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, για τον υπολογισμό της αξίας λαμβάνεται υπόψη η ελάχιστη τιμή ζώνης που ισχύει στην δημοτική ενότητα όπου βρίσκεται η έκταση και σε περίπτωση που δεν έχει καθοριστεί αυτή, η ελάχιστη τιμή ζώνης που ισχύει στην περιφερειακή ενότητα όπου βρίσκεται η έκταση.
3. Σε κάθε περίπτωση η αποδιδόμενη έκταση δεν μπορεί να υπερβαίνει σε ποσοστό το ογδόντα τοις εκατό (80%) της έκτασης του ακινήτου ανταλλαγής (ΕΑΡΧ) πολλαπλασιαζόμενη επί συντελεστή (Τ). Όταν η τιμή ζώνης της περιοχής που βρίσκεται το ακίνητο ανταλλαγής (ΤΑΡΧ) είναι μεγαλύτερη ή ίση της τιμής ζώνης της περιοχής που βρίσκεται η έκταση που αποδίδεται ως αντάλλαγμα (ΤΤΕΛ), ο συντελεστής (Τ) λαμβάνει την τιμή ένα (1). Όταν η τιμή ζώνης της περιοχής που βρίσκεται το ακίνητο ανταλλαγής (ΤΑΡΧ) είναι μικρότερη της τιμής ζώνης της περιοχής που βρίσκεται η έκταση που αποδίδεται ως αντάλλαγμα (ΤΤΕΛ), ο συντελεστής αυτός (Τ) λαμβάνει την τιμή που προκύπτει από το πηλίκο της τιμής ζώνης της περιοχής που βρίσκεται το ακίνητο ανταλλαγής προς την τιμή ζώνης της περιοχής που βρίσκεται η έκταση που αποδίδεται ως αντάλλαγμα, σύμφωνα με τον τύπο Τ= ΤΑΡΧ/ ΤΤΕΛ.
Η επιφάνεια της τελικώς αποδιδόμενης έκτασης εξάγεται από τον τύπο: ΤΤΕΛ = 80% x ΕΑΡΧ x Τ.
4. Σε περίπτωση που η έκταση που αποδίδεται ως αντάλλαγμα εμπίπτει σε περιοχές με διαφορετικές τιμές ζώνης, για κάθε τιμή ζώνης υπολογίζεται ξεχωριστά αποδιδόμενο τμήμα, λαμβάνοντας αντίστοιχα υπόψη και το κάθε τμήμα της έκτασης του ακινήτου ανταλλαγής. Για τον υπολογισμό της τελικής έκτασης, που δύναται να αποδοθεί ως αντάλλαγμα, γίνεται άθροιση των επιμέρους εκτάσεων ανά τιμή ζώνης. Η επιφάνεια της τελικώς αποδιδόμενης έκτασης εξάγεται από τον τύπο:
ΤΤΕΛ = ΤΤΕΛi + ΤΤΕΛii+ …+ ΤΤΕΛν = 80% x (ΕΑΡΧixΤi + ΕΑΡΧiixΤii + …+ ΕΑΡΧvxΤv)
5. Σε περίπτωση ανταλλαγής με ιδιωτική έκταση για την οποία έχει εγκριθεί η πολεοδομική μελέτη κατά το άρθρο 108 η αποδιδόμενη έκταση οικοπέδων, όπως αυτή υπολογίζεται κατά τις παρ. 1 έως και 4 , μειώνεται κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) και ο οικοδομικός συνεταιρισμός οφείλει ειδική χρηματική εισφορά για τη συγκεκριμένη έκταση.
6. Στις περιπτώσεις ανταλλαγής δεν εφαρμόζεται το άρθρο 88.
7. Σε περίπτωση ανταλλαγής με ιδιωτική έκταση για την οποία έχει εγκριθεί η πολεοδομική μελέτη κατά το άρθρο 108 η αποδιδόμενη έκταση οικοπέδων και η δαπάνη της μελέτης κατασκευής και εκτέλεσης όλων των έργων υποδομής της περιοχής βαρύνει τον παρέχοντα κατά την περ. β΄ της παρ. 2 του ίδιου άρθρου και προβλέπεται ειδικό αντάλλαγμα.
8. Η έκταση που αποδίδεται ως αντάλλαγμα πρέπει να βρίσκεται στην ίδια ή σε όμορη περιφέρεια με το ακίνητο ανταλλαγής. Κατ’ εξαίρεση, τα ακίνητα ανταλλαγής που βρίσκονται εντός Αττικής δύνανται να ανταλλάσσονται με εκτάσεις σε όλη την επικράτεια.

Άρθρο 98. Ειδικές διατάξεις περί ανταλλαγής

1. Έως τη θέση σε εφαρμογή των διατάξεων της Ψηφιακής Τράπεζας Γης η διαδικασία ανταλλαγής ολοκληρώνεται υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) Η κτήση της κυριότητας της έκτασης αποδεικνύεται δυνάμει νόμιμων τίτλων, η νομική τάξη και ακολουθία των οποίων προκύπτει από την κατωτέρω αναφερόμενη έκθεση τίτλων.
β) Για την έναρξη της διαδικασίας ο κύριος της προτεινόμενης προς ανταλλαγή έκτασης υποβάλλει αίτηση στη Διεύθυνση Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας με αντικείμενο την ανταλλαγή της ιδιοκτησίας του με ακίνητο ιδιοκτησίας του Δημοσίου. Η αίτηση, επί ποινή απαραδέκτου, συνοδεύεται από έκθεση τίτλων η οποία συντάσσεται και υπογράφεται από δύο (2) δικηγόρους τουλάχιστον παρ’ εφέταις και θεωρείται από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο.
γ) Η έκθεση περιλαμβάνει πλήρη περιγραφή του ακινήτου με το ιστορικό της νομικής του κατάστασης και καταλήγει στην ανεπιφύλακτη διακρίβωση όλων όσων έχουν δικαίωμα κυριότητας ή άλλα εμπράγματα δικαιώματα σε αυτό ή έχουν προσημειώσει ή υποθηκεύσει τέτοια δικαιώματα ή διεκδικούν εμπράγματα δικαιώματα ή έχουν επιβάλει κατάσχεση. Με την έκθεση συνυποβάλλονται και οι αντίστοιχοι τίτλοι με πλήρη σειρά πιστοποιητικών αυτών από τα αρμόδια κατά τόπον υποθηκοφυλακεία και κτηματολογικά γραφεία, σε περίπτωση που έχουμε πρώτες εγγραφές, σύμφωνα με το ν. 2664/1998 (Α΄ 275). Αν στην περιοχή που βρίσκεται το ακίνητο βρίσκεται σε εξέλιξη η διαδικασία κτηματογράφησης, προσκομίζεται το προβλεπόμενο από το άρθρο 5 του ν. 2308/1995 (Α΄ 114) πιστοποιητικό ή η βεβαίωση του άρθρου 2 του ίδιου νόμου. Στην έκθεση αναφέρεται ο χρόνος μέχρι τον οποίο διαπιστώνεται η βεβαιούμενη κατάσταση και ο οποίος δεν επιτρέπεται να απέχει περισσότερο από τρεις (3) ημέρες από την ημερομηνία της αίτησης.
2. Εντός τριών (3) μηνών από την υποβολή της αίτησης η ως άνω αναφερόμενη διεύθυνση του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας σε συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών ενημερώνει τον κύριο περί αποδοχής ή όχι της αίτησής του.
3. Σε περίπτωση αποδοχής της αίτησης γνωστοποιούνται στον αιτούντα τα στοιχεία του/των προτεινόμενου/ νων σε ανταλλαγή ακινήτου/ων ιδιοκτησίας του Δημοσίου. Το προτεινόμενο ακίνητο ιδιοκτησίας του δημοσίου οφείλει να είναι ελεύθερο βαρών, διεκδικήσεων και άλλων περιορισμών αρχαιολογικής, περιβαλλοντικής, δασικής ή άλλης σχετικής νομοθεσίας.
4. Ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται εντός αποκλειστικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών να αποδεχθεί εγγράφως την ανταλλαγή της εκτάσεώς του με το προτεινόμενο ακίνητο του Δημοσίου. Άπρακτη παρέλευση της ως άνω προθεσμίας συνεπάγεται απώλεια του δικαιώματος ανταλλαγής.
5. Η ανταλλαγή εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η οποία δημοσιεύεται, συνοδευόμενη από τα οικεία διαγράμματα και των δύο (2) ακινήτων, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
6. Ο ως άνω τίτλος στη συνέχεια μεταγράφεται στην οικεία μερίδα του υποθηκοφυλακείου και των δύο (2) ακινήτων, άλλως καταχωρίζεται στα οικεία κτηματολογικά φύλλα των δύο ακινήτων, στα αρμόδια κτηματολογικά γραφεία. Τα εκδιδόμενα πιστοποιητικά ή βεβαιώσεις απαιτείται να υποβληθούν στη συνέχεια στην ως άνω αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας προκειμένου να περαιωθεί η διαδικασία. Η διαδικασία της ανταλλαγής ολοκληρώνεται με τη μεταγραφή της οικείας σύμβασης στα αρμόδια υποθηκοφυλακεία ή την καταχώριση αυτής στα κτηματολογικά βιβλία του αρμόδιου κτηματολογικού γραφείου.
7. Με την ολοκλήρωση της ανταλλαγής δεν είναι δυνατή η αυτούσια απόδοση όλου ή μέρους του ακινήτου στο οποίο αφορά η ανταλλαγή και το οποίο περιήλθε στην ιδιοκτησία του Δημοσίου. Ο πραγματικός δικαιούχος έχει ενοχική και μόνο αξίωση για την απόδοση του πλουτισμού κατά του αιτηθέντος την ανταλλαγή.

Άρθρο 99. Ρύθμιση θεμάτων Οικοδομικών Συνεταιρισμών

1. Επί εκτάσεων οικοδομικών συνεταιρισμών υπαγομένων στην εποπτεία οποιουδήποτε υπουργείου ή δημόσιου φορέα, οι αρμοδιότητες χωροθέτησης, πολεοδόμησης, καθορισμού όρων και περιορισμών δόμησης, έγκρισης μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και ρύθμισης θεμάτων ενέργειας ασκούνται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
2. Απαραίτητη προϋπόθεση για τη σύσταση των οικοδομικών συνεταιρισμών είναι η έκδοση βεβαίωσης της αρμόδιας διεύθυνσης του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ότι η προτεινόμενη έκταση είναι μέσα σε Π.Ε.Ρ.Π.Ο. ή η πρόβλεψή της ως περιοχής κατάλληλης για την εφαρμογή του μηχανισμού των Π.Π.Α.Ι.Π. κατά την περ. α της παρ. 1 του άρθρου 83. Τα έργα τεχνικής υποδομής στις εκτάσεις των οικοδομικών συνεταιρισμών πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τις 28.10.2024.
3. Οι Ο.Τ.Α. στα διοικητικά όρια των οποίων υπάγονται οι εκτάσεις των οικοδομικών συνεταιρισμών μπορούν να αναλάβουν να εκτελέσουν ή να ολοκληρώσουν τα έργα τεχνικής υποδομής, όπως αυτά καθορίζονται στις σχετικές μελέτες έργων, τις πολεοδομικές μελέτες και τα αντίστοιχα προγράμματα ολοκλήρωσης αυτών. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου απαιτείται απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μελών του οικοδομικού συνεταιρισμού, καθώς και απόφαση του αρμόδιου συμβουλίου του οικείου Ο.Τ.Α.
4. Στην περίπτωση της παρ. 3 για την κατασκευή των έργων τεχνικής υποδομής επιβάλλεται υπέρ του οικείου Ο.Τ.Α. η καταβολή χρηματικού ποσού, το οποίο βεβαιώνεται από την αρμόδια υπηρεσία του Ο.Τ.Α. και εισπράττεται με τη διαδικασία περί είσπραξης δημοσίων εσόδων. Υπόχρεοι σε καταβολή του παραπάνω χρηματικού ποσού είναι οι ιδιοκτήτες των συνεταιρικών μερίδων, όπως αυτές έχουν υλοποιηθεί από την εφαρμογή του ρυμοτομικού σχεδίου, καθώς και οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί που έχουν αδιανέμητες συνεταιρικές μερίδες στην ιδιοκτησία τους. Το ύψος του ποσού αυτού τελεί σε αναλογία με την αξία των έργων που θα κατασκευαστούν.
5. Για την εφαρμογή των παρ. 3 και 4 απαιτείται οι αρμόδιες υπηρεσίες του οικείου Ο.Τ.Α. να προβούν σε προκαταρκτική εκτίμηση των έργων τεχνικής υποδομής από οικονομοτεχνική άποψη. Η παραπάνω εκτίμηση επικυρώνεται με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, η οποία επέχει θέση απόφασης ανάληψης των εν λόγω έργων υποδομής. Η απόφαση ανάληψης των εν λόγω έργων υποδομής κοινοποιείται αμελλητί με ευθύνη του Ο.Τ.Α. στις αρμόδιες υπηρεσίες δόμησης, με παραγγελία να μην εκδίδουν άδειες δόμησης για όσο διάστημα είναι απαραίτητο στους Ο.Τ.Α. προκειμένου να προβούν στη σύνταξη των μελετών για τα έργα υποδομής και μέχρι την υλοποίηση αυτών κατά τις διατάξεις της παρ. 8. Οι Ο.Τ.Α. που αναλαμβάνουν την εκπόνηση των μελετών και την κατασκευή των έργων τεχνικής υποδομής στις οικιστικές περιοχές των οικοδομικών συνεταιρισμών, εντάσσουν αυτά στους προϋπολογισμούς και τα προγράμματα τους σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
6. Σε κάθε περίπτωση μετά την παρέλευση της προθεσμίας της παρ. 2, η εκτέλεση των έργων υποδομής υπάγεται στον οικείο Ο.Τ.Α. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται αναλόγως η παρ. 4.
7. Η αρμοδιότητα ελέγχου και εποπτείας των έργων υποδομής (προϋπολογισμός, καλή κατασκευή, πρόγραμμα ολοκλήρωσης) ανήκει στην περιφέρεια, στην οποία υπάγεται ο δήμος όπου ο οικοδομικός συνεταιρισμός έχει την έκταση του.
8. Η ολοκλήρωση των έργων υποδομής αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την έκδοση οικοδομικών αδειών, για τους οικοδομικούς συνεταιρισμούς που συστάθηκαν μετά από τις 16.04.1987, (ημερομηνία δημοσίευσης του π.δ. 93/1987, Α΄52). Για τους προϋφιστάμενους της 16.04.1987 οικοδομικούς συνεταιρισμούς αναγκαία προϋπόθεση για την έκδοση οικοδομικών αδειών αποτελεί η ολοκλήρωση της χάραξης του οδικού δικτύου, σύμφωνα με την εγκεκριμένη πολεοδομική μελέτη.
9. Μετά την εκπλήρωση του καταστατικού σκοπού της στέγασης των μελών τους οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί λύονται με απόφαση του αρμοδίου δικαστηρίου που εκδίδεται κατόπιν αιτήσεως της περιφέρειας, εκτός αν εκδοθεί απόφαση της γενικής συνέλευσης των μελών τους, με την οποία επιτρέπεται η λειτουργία τους για τη διαχείριση των κοινών για δέκα, κατ’ ανώτατο όριο έτη. Μετά την πάροδο των δέκα ετών ή του συντομότερου χρόνου που ορίζεται στην απόφαση της γενικής συνέλευσης, οι εκτάσεις που προορίζονται για την κατασκευή τεχνικών έργων, καθώς και η ευθύνη συντήρησης των έργων αυτών και των κοινόχρηστων χώρων, περιέρχονται στους οικείους δήμους. Η παράγραφος αυτή δεν θίγει υφιστάμενες ειδικές διατάξεις ορισμένων οικοδομικών συνεταιρισμών.
10. Όσοι οικοδομικοί συνεταιρισμοί αναλάβουν την εκτέλεση των έργων υποδομής στην έκταση τους, οφείλουν να τα ολοκληρώσουν εντός της προθεσμίας της παρ. 2, διαφορετικά διαλύονται κατόπιν σχετικής απόφασης του αρμόδιου δικαστηρίου μετά από αίτηση της περιφέρειας και τα έργα αναλαμβάνει ο Ο.Τ.Α.
11. Οι προϋφιστάμενοι της 16.01.1984 οικοδομικοί συνεταιρισμοί με εγκεκριμένο Ρ.Σ. διέπονται από το ν. 1667/1986 (Α΄196). Εάν αυτοί δεν έχουν ολοκληρώσει τα έργα υποδομής είτε οι ίδιοι είτε σύμφωνα με τις παρ. 3 έως 5 μέχρι τις 25.11.2012, την ολοκλήρωση των έργων αναλαμβάνουν αυτοδίκαια και αποκλειστικά οι οικείοι Ο.Τ.Α.
12. Η απόφαση έγκρισης των διαγραμμάτων εφαρμογής με τη διανομή των οικοπέδων, τον ονομαστικό πίνακα των αντίστοιχων δικαιούχων μελών και την, αναπόσπαστα συνημμένη στα στοιχεία αυτά, πράξη συμβολαιογραφικής παραχώρησης και μεταβίβασης στον οικείο Δήμο των κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων της εγκεκριμένης πολεοδομικής μελέτης Οικοδομικών Συνεταιρισμών, επέχει θέση πράξης εφαρμογής της ως άνω πολεοδομικής μελέτης, η οποία, σύμφωνα με την ισχύουσα τοπική αρμοδιότητα, καταχωρίζεται στα κτηματολογικά βιβλία του νομικού προσώπου δημοσίου δίκαιου «Ελληνικό Κτηματολόγιο» ή μεταγράφεται στα βιβλία μεταγραφών του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου με επιμέλεια του οικείου Οικοδομικού Συνεταιρισμού, που ενεργεί τόσο για ίδιο λογαριασμό, όσο και για λογαριασμό των δικαιούχων μελών του. Με την καταχώριση ή μεταγραφή του πρώτου εδαφίου επέρχονται όλες οι γεωμετρικές μεταβολές στο ακίνητο, που προβλέπονται στην ως άνω εγκεκριμένη πολεοδομική μελέτη, καθώς και οι μεταβολές στα εμπράγματα δικαιώματα επί των οικοπέδων του ακινήτου που περιέρχονται κατά κυριότητα στους δικαιούχους - μέλη του Οικοδομικού Συνεταιρισμού.