ΤΜΗΜΑ VΙΙ: ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΗΣΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄: Πολεοδόμηση οικισμών που έχουν δημιουργηθεί μέχρι τις 14.3.1983
Άρθρο 69. Πολεοδόμηση οικισμών που έχουν δημιουργηθεί μέχρι τις 14.3.1983
1. Για την πολεοδόμηση και την επέκταση των οικισμών που έχουν δημιουργηθεί μέχρι τις 14.3.1983 (ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 1337/1983, Α΄33), περιλαμβανομένων και των οικισμών που προϋφίστανται του έτους 1923 και οριοθετούνται σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 239, απαιτείται η ύπαρξη εγκεκριμένου Τ.Π.Σ. ή Ε.Π.Σ., σύμφωνα με τα άρθρα 21 και 22. Μέχρι την έγκριση των σχεδίων αυτών για την πολεοδόμηση και επέκταση οικισμού της παρ. 1 του άρθρου 239, που οριοθετείται με την παρ. 2 του άρθρου 239, απαιτείται η ύπαρξη εγκεκριμένου Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. του ν. 2508/1997 (Α’ 124), με το οποίο προβλέπεται η πολεοδόμηση και επέκταση του συγκεκριμένου οικισμού.
Σε περίπτωση που για το εγκεκριμένο Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. δεν έχει τηρηθεί η διαδικασία της Στρατηγικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης και δεν έχει εκπονηθεί Σ.Μ.Π.Ε., σύμφωνα με την υπό στοιχεία ΥΠΕΧΩΔΕ/ ΕΥΠΕ/οικ. 107017/28.8.2006 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (Β’ 1225), είναι δυνατό να εκπονείται και να εγκρίνεται Σ.Μ.Π.Ε. για τον εκάστοτε οικισμό, για τον οποίο απαιτείται επίσης η εκπόνηση και έγκριση πολεοδομικής μελέτης σύμφωνα με τα άρθρα 70 και 71.
2. Στην περιοχή εντός των ορίων των οικισμών, δύναται και πριν από την έγκριση των γενικών σχεδίων της παρ. 1, να εγκρίνεται πολεοδομική μελέτη κατά τα άρθρα 70 και 71, η οποία συνοδεύεται από Σ.Μ.Π.Ε. που εγκρίνεται κατά τις κείμενες διατάξεις. Στην πιο πάνω περιοχή μπορεί επίσης να εγκρίνεται τμηματική πολεοδομική ρύθμιση κατά μήκος των κυρίων οδικών αξόνων ή σε άλλα πολεοδομικώς ενδιαφέροντα σημεία. Με τη ρύθμιση αυτή, για την οποία εκπονείται και εγκρίνεται ρυμοτομικό σχέδιο κατά το Τμήμα VI του παρόντος Μέρους, καθορίζονται κοινόχρηστοι, κοινωφελείς και οικοδομήσιμοι χώροι, χρήσεις γης και όροι και περιορισμοί δόμησης.
3. Με απόφαση του αρμοδίου οργάνου για την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης ή του ρυμοτομικού σχεδίου της παρ. 2, που εκδίδεται μετά από πρόταση του οικείου δημοτικού συμβουλίου, μπορεί να επιβληθεί στις ιδιοκτησίες που περιλαμβάνονται στην περιοχή εντός των ορίων του οικισμού ή σε τμήμα αυτής, η υποχρέωση συμμετοχής είτε μόνο εισφοράς σε γη, είτε μόνο εισφοράς σε χρήμα, είτε εισφοράς σε γη και σε χρήμα, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 72 και την παρ. 1 του άρθρου 73.
4. Για την εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης επέκτασης των οικισμών της χώρας με πληθυσμό μέχρι και δύο χιλιάδες (2.000) κατοίκους που φέρονται απογεγραμμένοι ως αυτοτελείς σε απογραφή πριν από το έτος 1983, περιλαμβανομένων και των προϋφισταμένων του 1923 οικισμών, εφαρμόζεται ανάλογα το άρθρο 144. Στις περιπτώσεις που η επέκταση συγκεκριμένου οικισμού προβλέπεται από εγκεκριμένο Τ.Π.Σ. ή Ε.Π.Σ. εγκρίνεται Ρ.Σ.Ε.
5. Οι παρ. 1, 2, 3 και 4 δύνανται να εφαρμόζονται και στους οικισμούς που έχουν χαρακτηρισθεί ως αξιόλογοι, παραδοσιακοί, καθώς και σε παραλιακούς οικισμούς ή σε οικισμούς ευρισκόμενους σε περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές, ιστορικούς τόπους ή σε άλλο καθεστώς προστασίας.
Άρθρο 70. Πεδίο εφαρμογής, περιεχόμενο και διαδικασία εκπόνησης πολεοδομικής μελέτης
1. Με την πολεοδομική μελέτη της παρ. 1 του άρθρου 69 μπορούν να πολεοδομούνται όλες οι περιοχές που βρίσκονται μέσα στα όρια των οικισμών. Ειδικώς ως προς τους οικισμούς που προϋφίστανται του έτους 1923, ως περιοχή εντός ορίων οικισμού λαμβάνεται το όριο της περιοχής που έχει απεικονιστεί στο εγκεκριμένο Γ.Π.Σ. ως οικισμός προϋφιστάμενος του 1923 ή ως πυκνοδομημένο τμήμα αυτού ή, ελλείψει τέτοιας ένδειξης, ως το πυκνοδομημένο τμήμα του οικισμού.
2. Με την ίδια μελέτη μπορεί να πολεοδομούνται και οι ακόλουθες περιοχές που βρίσκονται εκτός των ορίων των ανωτέρω οικισμών:
α) για τις κατηγορίες οικισμών περιαστικών, παραλιακών, τουριστικών, δυναμικών, όπως αυτές καθορίζονται στο άρθρο 228:
αα) διάσπαρτα δομημένες περιοχές συνεχόμενες ή μη με τα όρια του οικισμού με απόσταση κτισμάτων μεταξύ τους, ίση ή μικρότερη των ογδόντα (80) μ. και σύνολο τουλάχιστον δέκα (10) οικοδομών. Ως οικοδομή νοείται κάθε κτίσμα το οποίο, ανεξάρτητα από τη χρήση του, έχει εμβαδόν τουλάχιστον δέκα (10) τ.μ. Οι περιοχές αυτές πολεοδομούνται κατά προτεραιότητα.
αβ) αδόμητες περιοχές συνεχόμενες ή μη με τα όρια του οικισμού για την κάλυψη αναγκών κατοικίας και αναγκών σε κοινόχρηστους, και κοινωφελείς χώρους.
β) για τις λοιπές κατηγορίες οικισμών, όπως καθορίζονται στο άρθρο 228, επιτρέπεται η πολεοδόμηση περιοχών που μπορεί να είναι και μη συνεχόμενες εκτάσεις του υπάρχοντος οικισμού, κατά προτίμηση εντός των ορίων του δήμου, εφόσον η εντός του ορίου του οικισμού περιοχή δεν επαρκεί για την κάλυψη αναγκών κατοικίας ή αναγκών σε κοινόχρηστους και κοινωφελείς χώρους.
3. Κατ’ εξαίρεση, ο καθορισμός κοινωφελών και κοινόχρηστων χώρων εντός των ορίων των οικισμών μπορεί να γίνει με έγκριση τοπικού ρυμοτομικού σχεδίου σύμφωνα με τη διαδικασία και τις διατάξεις του Τμήματος VI.
4. Δεν επιτρέπεται η πολεοδόμηση περιοχών σύμφωνα με το παρόν Κεφάλαιο εφόσον αυτή είναι αντίθετη με τους όρους προστασίας του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος και με τους γενικότερους αναπτυξιακούς στόχους μέσα στους οποίους περιλαμβάνεται και η διαφύλαξη της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας.
5. Η κίνηση της διαδικασίας σύνταξης της μελέτης της παρ. 1 γίνεται από τον οικείο δήμο. Η διαδικασία μπορεί επίσης να κινηθεί από την οικεία περιφέρεια μετά από γνωμοδότηση του οικείου ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α. ή από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
6. Η πολεοδομική μελέτη εναρμονίζεται με τις αρχές, τους στόχους και τις κατευθύνσεις των χωροταξικών πλαισίων, των εγκεκριμένων Γ.Π.Σ., Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. ή Ζ.Ο.Ε., αν υπάρχουν, όπως και με τις μελέτες της οριοθέτησης των οικισμών και των ζωνών οικιστικής καταλληλότητάς τους, εφόσον αυτές υπάρχουν για την ευρύτερη περιοχή τους, εγκεκριμένες ή μη.
Ως ευρύτερη περιοχή νοείται ολόκληρη η περιοχή του δήμου στον οποίο υπάγεται ο οικισμός ή η ομάδα δήμων βρίσκονται σε λειτουργική εξάρτηση από τον οικισμό.
7. Η πολεοδομική μελέτη εκπονείται για την περ. α’ της παρ. 8 σε απλά οριζοντιογραφικά και υψομετρικά τοπογραφικά διαγράμματα και για τις περ. β΄ έως και ζ΄ της παρ. 8 σε οριζοντιογραφικά και υψομετρικά και κτηματογραφικά διαγράμματα, ή αν δεν υπάρχει κτηματογραφικό διάγραμμα, σε απλά τοπογραφικά διαγράμματα. Περιλαμβάνει επίσης τους απαραίτητους χάρτες, διαγράμματα και κείμενα ώστε να περιέχει τα στοιχεία που απαιτούνται από το παρόν άρθρο.
8. Η πολεοδομική μελέτη περιέχει:
α) Εκτίμηση των πληθυσμιακών μεγεθών και των περιβαλλοντικών δυνατοτήτων με βάση τις χρήσεις γης και το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, κατ' αρχήν οριοθέτηση των προς πολεοδόμηση περιοχών του δήμου, καθώς και εκτίμηση των επιπτώσεων που θα έχει η ανάπτυξη στην ευρύτερη περιοχή, στο φυσικό και δομημένο περιβάλλον.
β) Την οριστικοποίηση των ορίων των προς πολεοδόμηση περιοχών σε συνδυασμό με το όριο του οικισμού που καθορίζεται με το οικείο διάταγμα.
γ) Την οριοθέτηση των συνεκτικών τμημάτων των οικισμών της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 230.
δ) Τη γενική πρόταση οργάνωσης σε γειτονιές, την εκτίμηση αναγκών σε κοινόχρηστους και κοινωφελείς χώρους, τον τρόπο ανάπτυξης ή αναμόρφωσης του οικισμού και την κατά προσέγγιση έκταση γης που προκύπτει από τις εισφορές σε γη.
ε) Τις ζώνες χρήσεων γης του οικισμού και τους σχετικούς περιορισμούς, απαγορεύσεις ή υποχρεώσεις.
στ) Τα διαγράμματα βασικών δικτύων υποδομής.
ζ) Τους όρους δόμησης.
9. Η πολεοδομική μελέτη αποτελείται από:
α) Το πολεοδομικό σχέδιο των προς πολεοδόμηση περιοχών του οικισμού που συντάσσεται σύμφωνα με τις παρ. 7 και 8.
β) Τον πολεοδομικό κανονισμό και
γ) Έκθεση που να περιγράφει και να αιτιολογεί τις προτεινόμενες από τη μελέτη ρυθμίσεις.
10. Ο συντελεστής δόμησης που ορίζεται για τις περιοχές επεκτάσεως δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος του 0,8 και ο αριθμός των ορόφων των κτιρίων δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος των δύο (2).
Οι λοιποί όροι δόμησης εναρμονίζονται με τους ειδικούς όρους δόμησης κάθε περιοχής, όπως ορίζονται κατά τη διαδικασία της παρ. 2 του άρθρου 239.
11. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται οι ειδικές προδιαγραφές σύμφωνα με τις οποίες εκπονούνται οι ανωτέρω πολεοδομικές μελέτες και συντάσσονται τα σχετικά τοπογραφικά και κτηματογραφικά διαγράμματα.
Άρθρο 71. Έγκριση πολεοδομικής μελέτης
1. Η πολεοδομική μελέτη του άρθρου 70 εγκρίνεται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ύστερα από γνωμοδότηση του οικείου ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α. και του οικείου δημοτικού συμβουλίου. Ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας μπορεί να ζητήσει και τη γνώμη του ΚΕ.ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α. Η έγκριση της πολεοδομικής μελέτης περιλαμβάνει τα στοιχεία α και β της παρ. 9 του άρθρου 70.
2. Η έγκριση της πολεοδομικής μελέτης έχει τις συνέπειες έγκρισης σχεδίου πόλης κατά τις διατάξεις του Τμήματος VI του παρόντος Μέρους.
Άρθρο 72. Εισφορά σε γη
1. Ιδιοκτησίες που εντάσσονται στην πολεοδομική μελέτη και βρίσκονται εκτός των ορίων των οικισμών συμμετέχουν με εισφορά σε γη στη δημιουργία των απαραίτητων κοινοχρήστων χώρων και γενικά στην ικανοποίηση κοινωφελών χρήσεων και σκοπών.
2. Η εισφορά σε γη κατά την παρ. 1 αποτελείται από ποσοστό επιφάνειας κάθε ιδιοκτησίας πριν από την πολεοδόμησή της, η οποία υπολογίζεται κατά τις παρ. 4 και 5 του άρθρου 139.
3. Σε περίπτωση που η συμμετοχή σε γη πρέπει να ληφθεί από μη ρυμοτομούμενο τμήμα ιδιοκτησίας πλην όμως, κατά την κρίση της αρμόδιας πολεοδομικής αρχής, το τμήμα γης που πρόκειται να αποτελέσει αντικείμενο εισφοράς δεν είναι αξιοποιήσιμο πολεοδομικά ή η αφαίρεσή του είναι φανερά επιζήμια για την ιδιοκτησία μπορεί να μετατρέπεται σε ισάξια χρηματική συμμετοχή που διατίθεται αποκλειστικά για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων και χώρων κοινωφελών χρήσεων και σκοπών. Για την πραγματοποίηση της μετατροπής εφαρμόζεται ανάλογα το άρθρο 73. Τα εδαφικά τμήματα που προέρχονται από εισφορά σε γη διατίθενται κατά σειρά προτεραιότητας:
α) Για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων μέσα στην ίδια πολεοδομική ενότητα.
β) Για την παραχώρηση οικοπέδων σε ιδιοκτήτες της ίδιας πολεοδομικής ενότητας των οποίων τα οικόπεδα ρυμοτομούνται εξ ολοκλήρου ή κατά ποσοστό μεγαλύτερο από το καθοριζόμενο στην παρ. 2 και εφόσον δεν είναι δυνατή η τακτοποίησή τους σύμφωνα με το άρθρο 144.
γ) Για κοινωφελείς χώρους και σκοπούς μέσα στην ίδια πολεοδομική ενότητα.
δ) Για τη δημιουργία χώρων κοινοχρήστων και χώρων κοινωφελών χρήσεων και σκοπών για τις γενικότερες ανάγκες της περιοχής.
4. Οι ιδιοκτησίες που ανήκουν στο Δημόσιο, σε Ο.Τ.Α. ή σε κρατικά νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου κατά το μέρος που από την πολεοδομική μελέτη προορίζονται για τη δημιουργία κοινωφελών χώρων της αρμοδιότητας του δημοσίου φορέα στον οποίο ανήκουν ή διατίθενται για τους ίδιους σκοπούς με ανταλλαγή, παραχώρηση ή άλλο τρόπο μεταξύ των αντιστοίχων φορέων, θεωρούνται αυτοδίκαια εισφερόμενες για το σκοπό για τον οποίο προορίζονται και δεν υπόκεινται κατά το μέρος αυτό σε άλλη εισφορά γης.
5. Οι οπωσδήποτε σχηματισμένοι μέσα στην πολεοδομούμενη εκτός των ορίων του οικισμού περιοχή κοινόχρηστοι χώροι θεωρούνται ως νόμιμα υπάρχοντες και δε λαμβάνονται υπόψη υπέρ των ιδιοκτητών για τον υπολογισμό της εισφοράς σε γη.
6. Οι ιδιοκτησίες που βρίσκονται εντός οικισμών που έχουν καθορισθεί σύμφωνα με τα άρθρα 226 έως 237 και πολεοδομούνται υποχρεούνται να συμμετάσχουν στη δημιουργία των κοινόχρηστων χώρων που προβλέπονται από την πολεοδομική μελέτη. Με την επιφύλαξη της παρ. 3 του άρθρου 69, για το ποσοστό της συμμετοχής, τη διαδικασία προσδιορισμού και τον τρόπο βεβαίωσης, εφαρμόζονται τα άρθρα 157 έως 165 και τα εκτελεστικά τους διατάγματα.
Άρθρο 73. Εισφορά σε χρήμα
1. Για τους ιδιοκτήτες των ακινήτων τα οποία περιλαμβάνονται σε περιοχές επέκτασης οικισμών με πληθυσμό μέχρι και δύο χιλιάδες (2.000) κατοίκους, η εισφορά σε χρήμα υπολογίζεται κατά τον ακόλουθο τρόπο:
α) Για τμήμα ιδιοκτησίας εμβαδού μέχρι 500 τ.μ., ποσοστό 5% της αξίας των ακινήτων.
β) Για τμήμα ιδιοκτησίας εμβαδού πάνω από 500 τ.μ. μέχρι 1.000 τ.μ., ποσοστό 10% της αξίας των ακινήτων.
γ) Για τμήμα ιδιοκτησίας εμβαδού από 1.000 τ.μ. μέχρι 10.000 τ.μ., ποσοστό 12% της αξίας των ακινήτων.
δ) Για τμήμα ιδιοκτησίας εμβαδού πάνω από 10.000 τ.μ., ποσοστό 15% της αξίας των ακινήτων.
2. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι παρ. 4, 5 και 6 του άρθρου 141.
Άρθρο 74. Εφαρμογή πολεοδομικής μελέτης
1. Για την εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης του άρθρου 70 εφαρμόζεται ανάλογα το άρθρο 144, με την επιφύλαξη της παρ. 6 του άρθρου 72.
2. Στις περιοχές των παρ. 1 και 2 του άρθρου 70 με την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης η ρυμοτομική γραμμή συμπίπτει με το όριο των διαμορφωμένων κοινοχρήστων χώρων, μπορεί στις ιδιοκτησίες που έχουν πρόσωπο στους χώρους αυτούς η οικοδομική άδεια να χορηγείται πριν κυρωθεί η πράξη εφαρμογής. Επίσης, άδεια μπορεί να χορηγείται πριν κυρωθεί η πράξη εφαρμογής σε περιπτώσεις διαπλάτυνσης υφιστάμενων δρόμων και σε οποιαδήποτε περίπτωση που κατά την κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας μπορεί να καθοριστεί η ρυμοτομική γραμμή και εφόσον η πολεοδομική μελέτη προβλέπει στη θέση αυτή προκήπιο.
3. Όταν κατά την κρίση της αρμόδιας πολεοδομικής αρχής η εισφορά της ιδιοκτησίας σε γη δεν είναι αξιοποιήσιμη ή η αφαίρεσή της είναι φανερά επιζήμια για την ιδιοκτησία και μετατρέπεται εξ ολοκλήρου σε χρήμα, τότε προϋπόθεση για την έκδοση της άδειας πριν από την κύρωση της πράξης εφαρμογής είναι η προκαταβολή από τον ιδιοκτήτη για υποχρεώσεις του σε γη και χρήμα σύμφωνα με τα άρθρα 72 και 73, ποσού ίσου προς το δέκα τοις εκατό (10%) των υποχρεώσεών του, όπως υπολογίζονται βάσει υπεύθυνης δήλωσης του ίδιου για το εμβαδόν και την αξία του ακινήτου του. Όταν τμήμα της ιδιοκτησίας διατίθεται για οποιονδήποτε από τους σκοπούς της παρ. 3 του άρθρου 72, τότε για την έκδοση της οικοδομικής άδειας ο ιδιοκτήτης προκαταβάλλει με βάση την υπεύθυνη δήλωση του προηγούμενου εδαφίου το είκοσι τοις εκατό (20%) των υποχρεώσεών του για την εισφορά σε χρήμα. Η προϋπόθεση αυτή δεν ισχύει αν το ρυμοτομούμενο ή οπωσδήποτε παραχωρούμενο τμήμα είναι μεγαλύτερο της εισφοράς σε γη που αναλογεί στην ιδιοκτησία.
4. Η έκδοση της οικοδομικής άδειας πριν από την πράξη εφαρμογής γίνεται με βάση το σχήμα και το εμβαδόν του οικοπέδου που κατά τον υπολογισμό της πολεοδομικής υπηρεσίας θα προκύψουν από την εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης και την απόδοση της εισφοράς της ιδιοκτησίας σε γη.
5. Οι ακριβείς υποχρεώσεις του ιδιοκτήτη, σύμφωνα με τα άρθρα 72 και 73προσδιορίζονται με την κύρωση της πράξης εφαρμογής και από το ποσό που αναλογίζεται έναντι των εισφορών αφαιρείται το ποσό που τυχόν κατέβαλε για την έκδοση της άδειας, το δε υπόλοιπο καταβάλλεται σύμφωνα με τα άρθρα 72 και 73. Διαφορά του τελικού εμβαδού του οικοπέδου με αυτό που υπολογίστηκε από την πολεοδομική υπηρεσία για την έκδοση οικοδομικής άδειας πριν από την πράξη εφαρμογής τακτοποιείται με την καταβολή από τον ιδιοκτήτη στο Δημόσιο ή αντίστροφα της αντίστοιχης αξίας σε χρήμα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄: Πολεοδόμηση περιοχών δεύτερης κατοικίας
Άρθρο 75. Πολεοδόμηση περιοχών δεύτερης κατοικίας
1. Για την εφαρμογή του παρόντος Κεφαλαίου, ως περιοχή δεύτερης κατοικίας χαρακτηρίζεται περιοχή που βρίσκεται μέσα σε Ζ.Ο.Ε. και χρησιμοποιείται για την παραμονή ατόμων πλέον του εικοσιτετραώρου για διακοπές ή αναψυχή.
2. Η πολεοδόμηση των περιοχών δεύτερης κατοικίας πραγματοποιείται υπό τις εξής προϋποθέσεις:
α) Να μην αντίκειται στους όρους προστασίας του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, στους όρους προστασίας των αρχαιοτήτων και μνημείων, αρχαιολογικών χώρων η ιστορικών τόπων, παραδοσιακών οικισμών και στοιχείων, στους όρους προστασίας των δασών και των δασικών εκτάσεων και στους όρους προστασίας των ευαίσθητων και προστατευόμενων περιοχών.
β) Να υφίστανται κατευθύνσεις χωροταξικής οργάνωσης τουλάχιστον σε επίπεδο νομού και η πολεοδόμηση να είναι εναρμονισμένη με αυτές σε ό,τι αφορά τα συστήματα επικοινωνίας και ενέργειας, τις χρήσεις γης και τους αναπτυξιακούς στόχους, ιδίως δε με την ανάγκη διαφύλαξης της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας και της ισορροπίας των χρήσεων των ακτών, καθώς επίσης και της μορφολογίας και της αισθητικής τους.
γ) Να μην υπερβαίνει τα ανώτατα όρια ανάπτυξης (όρια κορεσμού) των περιοχών, να μην αλλοιώνει τη φυσιογνωμία τους ούτε να υποβαθμίζει την ποιότητα ζωής. Προκειμένου για παραλιακούς οικισμούς, ενδείκνυται η ανάπτυξή τους κατά κόμβους.
3. Για την πολεοδόμηση των περιοχών δεύτερης κατοικίας απαιτούνται:
α) Η εκπόνηση και έγκριση Σχεδίου Ανάπτυξης Περιοχών δεύτερης κατοικίας (ΣΧ.Α.Π.) για τον καθορισμό των επιθυμητών προγραμματικών μεγεθών ανάπτυξης της κάθε περιοχής, μέσα στο πλαίσιο των κατευθύνσεων χωροταξικής οργάνωσης σύμφωνα με την παρ. 2 .
β) Η εκπόνηση και έγκριση της οικείας πολεοδομικής μελέτης για την εξειδίκευση των γενικών αρχών και ρυθμίσεων του ΣΧ.Α.Π. και για τον καθορισμό των κοινόχρηστων, κοινωφελών και δομήσιμων χώρων, καθώς και των κατάλληλων για τον προορισμό του οικισμού όρων και περιορισμών δόμησης.
4. Το ΣΧ.Α.Π., ιδίως, ορίζει το επιθυμητό μέγεθος των προς πολεοδόμηση περιοχών, την οριοθέτηση των περιοχών αυτών και τον τρόπο ανάπτυξής τους με κανονιστικούς όρους, ζώνες ενεργού πολεοδομίας, ζώνες αστικού αναδασμού, συνεταιριστική δόμηση, κ.λπ.. Ο προσδιορισμός των ανωτέρω γίνεται ύστερα από ειδική και τεκμηριωμένη μελέτη, υπό τους όρους του άρθρου αυτού και με βάση τον οικιστικό ιστό της περιφερειακής ενότητας, την προοπτική της δημογραφικής εξέλιξης και τη γενικότερη ανάπτυξή της, τη διάταξη των λοιπών, παραγωγικών και μη, δραστηριοτήτων, στον ευρύτερο χώρο, τις περιβαλλοντικές και ενδομορφολογικές συνθήκες της, τα συστήματα επικοινωνίας, την ισορροπία των χρήσεων γης και ιδίως τα ανώτατα όρια ανάπτυξης (όρια κορεσμού) των περιοχών, χωρίς αλλοίωση της φυσιογνωμίας ή υποβάθμιση της ποιότητας ζωής. Το ΣΧ.Α.Π. καλύπτει τουλάχιστον την περιφέρεια του δήμου στον οποίο βρίσκεται η περιοχή δεύτερης κατοικίας και των δήμων που βρίσκονται σε λειτουργική εξάρτηση με αυτόν.
5. Η προΰπαρξη οικοδομών στην υπό πολεοδόμηση περιοχή δεύτερης κατοικίας δεν αποτελεί λόγο απόκλισης από την ορθή αναλογία οικοδομημένων, ελεύθερων και κοινόχρηστων χώρων ή από τους προσήκοντες στον προορισμό του οικισμού όρους και περιορισμούς δόμησης.
6. Στην περίπτωση που μέσα στη Ζ.Ο.Ε. καθορίζονται περιοχές δεύτερης κατοικίας, στη σχετική μελέτη περιλαμβάνεται και η ειδική μελέτη του δεύτερου εδαφίου της παρ. 4. Το ΣΧ.Α.Π. εγκρίνεται ταυτόχρονα και με τη διαδικασία έγκρισης της Ζ.Ο.Ε. Για περιοχές δεύτερης κατοικίας μέσα σε εγκεκριμένες κατά την
3.10.1994 (ημερομηνία δημοσίευσης του ν.2242/1994, Α΄162) Ζ.Ο.Ε., το ΣΧ.Α.Π. εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν γνώμης του ΚΕ.ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α. Στην περίπτωση αυτή, η σύνταξη του ΣΧ.Α.Π. γίνεται με πρωτοβουλία του οικείου δήμου ή περισσότερων δήμων από κοινού ή του αρμόδιου περιφερειάρχη ή του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, μετά από ενημέρωση του δήμου.
7. Στις περιοχές των ρυθμιστικών σχεδίων των ευρύτερων περιοχών Αττικής και Θεσσαλονίκης δεν απαιτείται η σύνταξη ΣΧ.Α.Π. Στις περιοχές αυτές οι πολεοδομικές μελέτες καταρτίζονται με βάση τις αρχές και κατευθύνσεις των ρυθμιστικών σχεδίων. Προς τούτο λαμβάνεται υπόψη κυρίως η ανάγκη ανάσχεσης της εξάπλωσης της οικιστικής χρήσης και η εξυγίανση των βεβαρυμένων περιοχών.
8. Με αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι προδιαγραφές εκπόνησης του ΣΧ.Α.Π. και οι ειδικές προδιαγραφές εκπόνησης της πολεοδομικής μελέτης των περιοχών δεύτερης κατοικίας.
Άρθρο 76. Διαδικασία σύνταξης πολεοδομικής μελέτης
1. Η κίνηση της διαδικασίας σύνταξης της πολεοδομικής μελέτης γίνεται από τον οικείο δήμο ή από τους ενδιαφερόμενους δήμους από κοινού. Η διαδικασία μπορεί επίσης να κινηθεί και από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας μετά από σχετική ενημέρωση του δήμου.
2. Η μελέτη εναρμονίζεται με τις κατευθύνσεις του Γ.Π.Σ. του οικισμού που βρίσκεται σε λειτουργική εξάρτηση με τις υπό μελέτη περιοχές, εφόσον υπάρχει, και του ΣΧ.Α.Π. και εξειδικεύει τις προτάσεις και τα σχετικά προγράμματά τους.
3. Η πολεοδόμηση γίνεται κατά ενότητες, σύμφωνα με την παρ. 6.
4. Η πολεοδομική μελέτη εκπονείται βάσει οριζοντιογραφικού και υψομετρικού και κτηματογραφικού διαγράμματος και περιλαμβάνει τους απαραίτητους χάρτες, διαγράμματα και κείμενα, ώστε να περιέχει όλα τα απαιτούμενα κατά το παρόν Κεφάλαιο στοιχεία και ειδικότερα:
α) την οριστικοποίηση των ορίων των προς πολεοδόμηση Ζωνών της Ζ.Ο.Ε. και τα όρια της κάθε ενότητας.
β) την κατανομή των πληθυσμιακών μεγεθών του σχεδίου ανάπτυξης περιοχών δεύτερης κατοικίας κατά ενότητα ή στην περίπτωση μη ύπαρξης τέτοιου σχεδίου όπως της παρ. 7 του άρθρου 75, την πρόβλεψη των πληθυσμιακών μεγεθών. Επίσης περιλαμβάνει τη γενική πρόταση πολεοδομικής οργάνωσης των ενοτήτων, την εκτίμηση των αναγκών της σε κοινόχρηστους και κοινωφελείς χώρους κατά ενότητα της χωρητικότητας της ενότητας σε κατοίκους και την επιλογή των τρόπων ανάπτυξης ή αναμόρφωσης με τον καθορισμό των αντίστοιχων ζωνών και την εκτίμηση των αναμενόμενων επιπτώσεων στην ευρύτερη περιοχή καθώς και στο φυσικό περιβάλλον.
γ) τις χρήσεις γης και τους σχετικούς περιορισμούς, απαγορεύσεις ή υποχρεώσεις.
δ) τα διαγράμματα δικτύων υποδομής.
ε) τους αναγκαίους κοινόχρηστους και κοινωφελείς χώρους.
στ) τους οικοδομήσιμους χώρους.
ζ) τα συστήματα, τους όρους και περιορισμούς δόμησης.
η) τυχόν όρους που αφορούν στα δομικά υλικά, στον τρόπο κατασκευής και στην αισθητική εμφάνιση των κτιρίων, στον τρόπο διαμόρφωσης, χρήσης και σύνδεσης των ακάλυπτων χώρων με τους κοινόχρηστους χώρους της περιοχής.
θ) την κατά προσέγγιση έκταση γης που προκύπτει από τις εισφορές κατά το άρθρο 78 υπολογισμένη με τις ενδείξεις του κτηματογραφικού διαγράμματος, τις εισφορές σε χρήμα, τη σύγκριση των παραπάνω με το κόστος αναγκών σε γη και έργα ανάπτυξης της ενότητας και την πρόταση κατανομής τους κατά ενότητα ή περιοχή.
ι) την ιεράρχηση εφαρμογής κατά φάσεις, προτεραιότητες εκτέλεσης έργων καθώς και τους φορείς και τους τρόπους παρέμβασης.
ια) κάθε άλλη ρύθμιση επιβαλλόμενη από πολεοδομικούς και περιβαλλοντικούς λόγους.
5. Ο καθορισμός του μεγέθους και των ορίων των ενοτήτων γίνεται κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η πλέον ενδεδειγμένη οργάνωση των περιοχών δεύτερης κατοικίας με την πρόβλεψη των απαραίτητων εξυπηρετήσεων των κατοίκων τους και απόκτηση γης για κοινόχρηστους και κοινωφελείς χώρους.
6. Στις περιοχές δεύτερης κατοικίας που περιλαμβάνουν δομημένα τμήματα, καθώς και αδόμητες περιοχές άμεσα συνδεδεμένες με αυτά και έχουν ποσοστό κτιρίων με κύρια χρήση δεύτερης κατοικίας μεγαλύτερο του εξήντα τοις εκατό (60%) του συνόλου των κτιρίων, μπορεί, με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, στην περίπτωση που δεν υπάρχει κτηματογραφικό διάγραμμα, η πολεοδομική μελέτη να συντάσσεται βάσει απλού οριζοντιογραφικού διαγράμματος. Οι διατάξεις της παρούσας δεν έχουν εφαρμογή σε περιοχή που προτείνεται ως τρόπος ανάπτυξης Ζ.Ε.Π. ή Ζ.Α.Α. κατά το άρθρο 80.
7. Η πολεοδομική μελέτη αποτελείται από:
α) Το πολεοδομικό σχέδιο που συντάσσεται με βάση οριζοντιογραφικό και υψομετρικό, τοπογραφικό και κτηματογραφικό διάγραμμα.
β) Τον πολεοδομικό κανονισμό.
γ) Έκθεση που περιγράφει και αιτιολογεί τις προτεινόμενες από τη μελέτη ρυθμίσεις.
8. Ο συντελεστής δόμησης για τις περιοχές δεύτερης κατοικίας δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος από 0,4 και ο αριθμός των ορόφων των κτιρίων μεγαλύτερος των 2. Για την κατασκευή κτισμάτων κοινής ωφελείας ο συντελεστής δόμησης μπορεί να είναι μεγαλύτερος του 0,4, όχι όμως και του 0,8.
Άρθρο 77. Έγκριση πολεοδομικής μελέτης
1. Η πολεοδομική μελέτη εγκρίνεται κατά το άρθρο 60.
2. Η έγκριση της πολεοδομικής μελέτης έχει τις συνέπειες έγκρισης σχεδίου πόλης κατά το Τμήμα VI του παρόντος Μέρους. Για την εισφορά σε γη και την εισφορά σε χρήμα εφαρμόζονται τα άρθρα 78 και 79. Για τις περιπτώσεις Ζ.Α.Α. και Ζ.Ε.Π. εφαρμόζεται επίσης αντίστοιχα το άρθρο 80.
3. Η πολεοδομική μελέτη είναι δυνατό να αναφέρεται στο σύνολο της περιοχής, μελέτης ή και σε τμήμα της το οποίο πάντως πρέπει να αποτελεί ενότητα κατά τις παρ. 4 και 6 του άρθρου 76. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις όταν προβλέπονται υπερβολικές καθυστερήσεις για τη σύνταξη του κτηματογραφικού διαγράμματος ολόκληρης της ενότητας με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου της παρ. 7 του άρθρου 76 για τις διαμορφωμένες περιοχές δεύτερης κατοικίας όπου τούτο δεν απαιτείται, κατά την κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας είναι δυνατόν να γίνει η έγκριση της πολεοδομικής μελέτης σε τμήμα ενότητας. Στην περίπτωση αυτή επιβάλλεται η σύνταξη πολεοδομικής προμελέτης σε ολόκληρη τη συγκεκριμένη ενότητα. Η πολεοδομική προμελέτη εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
4. Για τα προεδρικά διατάγματα με τα οποία εγκρίνεται η πολεοδομική μελέτη ισχύει ανάλογα η παρ. 5 του άρθρου 7 του ν. 1337/1983 (Α΄33).
Άρθρο 78. Εισφορά σε γη
1. Οι ιδιοκτησίες που εντάσσονται στο πολεοδομικό σχέδιο σύμφωνα με το παρόν Κεφάλαιο υποχρεούνται να συμμετάσχουν με εισφορά σε γη στη δημιουργία των απαραίτητων κοινόχρηστων χώρων και γενικά στην ικανοποίηση κοινωφελών χρήσεων και σκοπών κατά τις επόμενες διατάξεις.
2. Η εισφορά σε γη κατά την παρ. 1 αποτελείται από ποσοστό επιφάνειας κάθε ιδιοκτησίας πριν από την πολεοδόμησή της, η οποία υπολογίζεται κατά τις παρ. 4 και 5 του άρθρου 139.
3. Τα εμβαδά των ιδιοκτησιών για τον υπολογισμό της συμμετοχής σε γη λαμβάνονται κατά την παρ. 5 του άρθρου 139.
4. Η εισφορά σε γη πραγματοποιείται με την πράξη εφαρμογής του άρθρου 144 εκτός αν πρόκειται για αστικό αναδασμό ή ενεργό πολεοδομία, οπότε γίνεται με το άρθρο 52. Ως προς τα ποσοστά της εισφοράς σε γη στις περιπτώσεις Ζ.Α.Α. εφαρμόζεται η παρ. 2. Κατ’ εξαίρεση για τις περιπτώσεις προγραμμάτων ενεργού πολεοδομίας η εισφορά σε γη ορίζεται σε ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%).
5. Σε περίπτωση που η συμμετοχή σε γη πρέπει να ληφθεί από μη ρυμοτομούμενο τμήμα ιδιοκτησίας, αλλά κατά την κρίση της αρμόδιας πολεοδομικής αρχής το τμήμα γης που πρόκειται να αποτελέσει αντικείμενο εισφοράς δεν είναι αξιοποιήσιμο πολεοδομικά ή η αφαίρεσή του είναι φανερά επιζήμια για την ιδιοκτησία, μπορεί να μετατρέπεται σε ισάξια χρηματική συμμετοχή που διατίθεται αποκλειστικά για τη δημιουργία κοινοχρήστων χώρων και κοινωφελών χρήσεων και σκοπών. Για την πραγματοποίηση της μετατροπής εφαρμόζεται ανάλογα το άρθρο 79.
6. Τα εδαφικά τμήματα που προέρχονται από εισφορά σε γη διατίθενται κατά σειρά προτεραιότητας:
α) για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων μέσα στην ίδια ενότητα.
β) για την παραχώρηση οικοπέδων, σε ιδιοκτήτες της ίδιας ενότητας των οποίων τα οικόπεδα ρυμοτομούνται εξ ολοκλήρου ή κατά ποσοστό μεγαλύτερο από της παρ. 2 και εφόσον δεν είναι δυνατή η τακτοποίησή τους, σύμφωνα με άρθρο 144.
γ) για κοινωφελείς χώρους και σκοπούς μέσα στην ίδια ενότητα.
δ) για τη δημιουργία χώρων κοινόχρηστων και κοινωφελών χρήσεων και σκοπών για τις γενικότερες ανάγκες της περιοχής.
ε) καθώς και για παραχώρηση οικοπέδων σε ιδιοκτήτες άλλων πολεοδομικών ενοτήτων δεύτερης κατοικίας του ίδιου δήμου, των οποίων τα οικόπεδα ρυμοτομούνται εξ ολοκλήρου, σύμφωνα με το εγκεκριμένο σχέδιο, για τη δημιουργία κοινόχρηστων ή κοινωφελών χώρων ή κατά ποσοστό περισσότερο από την προκύπτουσα, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, υποχρέωσή τους. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και για ρυμοτομούμενα οικόπεδα εντός σχεδίου εγκεκριμένου κατά τη διαδικασία του Τμήματος VI του ίδιου δήμου, εφόσον το επιθυμούν οι ιδιοκτήτες τους.
7. Οι ιδιοκτησίες που ανήκουν στο Δημόσιο, σε Ο.Τ.Α. ή σε κρατικά νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου κατά το μέρος που από την πολεοδομική μελέτη προορίζονται για τη δημιουργία κοινωφελών χώρων της αρμοδιότητας του δημοσίου φορέα στον οποίο ανήκουν ή διατίθενται για τους ίδιους σκοπούς με ανταλλαγή, παραχώρηση ή άλλο τρόπο μεταξύ των αντίστοιχων φορέων, θεωρούνται αυτοδίκαια εισφερόμενες για τον σκοπό που προορίζονται και δεν υπόκεινται κατά το μέρος αυτό σε άλλη εισφορά γης.
8. Οι οπωσδήποτε σχηματισμένοι μέσα στην πολεοδομούμενη περιοχή κοινόχρηστοι χώροι θεωρούνται ως νόμιμα υπάρχοντες και δε λαμβάνονται υπόψη υπέρ των ιδιοκτητών για τον υπολογισμό της εισφοράς σε γη.
9. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 139.
Άρθρο 79. Εισφορά σε χρήμα
1. Οι ιδιοκτήτες ακινήτων που περιλαμβάνονται σε πολεοδομούμενες περιοχές δεύτερης κατοικίας και διατηρούμενες περιοχές δεύτερης κατοικίας και διατηρούνται η διαμορφώνονται σε νέα ακίνητα συμμετέχουν με καταβολή χρηματικής εισφοράς στην αντιμετώπιση της δαπάνης για την κατασκευή των βασικών κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων. Η εισφορά σε χρήμα υπολογίζεται σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 141.
2. Για την εισφορά σε χρήμα εφαρμόζεται ανάλογα η παρ. 3 του άρθρου 78.
3. Ως προς την πολεοδόμηση περιοχών δεύτερης κατοικίας εταιρειών μικτής οικονομίας, επιχειρήσεων Ο.Τ.Α. ή άλλων φορέων του δημόσιου τομέα, τη χρηματοδότηση των έργων υποδομής αναλαμβάνουν εξ ολοκλήρου οι αντίστοιχες εταιρείες ή επιχειρήσεις.
4. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι παρ. 4, 5 και 6 του άρθρου 141.
5. Σε περιοχές που εντάσσονται στο σχέδιο και που ίσχυε παλαιότερα εγκεκριμένο σχέδιο πόλης που ακυρώθηκε για τυπικούς λόγους η εισφορά σε γη της κάθε ιδιοκτησίας υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 78. Στη συνέχεια υπολογίζεται το συνολικό εμβαδόν των διαμορφωμένων κοινόχρηστων χώρων της περιοχής και αφαιρείται από το συνολικό εμβαδόν των εισφορών της περιοχής. Η τυχόν επιπλέον διαφορά επιμερίζεται αναλόγως της εισφοράς προς την κατά τα παραπάνω υπολογισμένη εισφορά σε γη της κάθε ιδιοκτησίας και τα εμβαδά του επιμερισμού οφείλονται ως εισφορά της αντίστοιχης ιδιοκτησίας. Στις περιπτώσεις αυτές δεν οφείλεται εισφορά σε χρήμα.
Άρθρο 80. Ζώνες Ενεργού Πολεοδομίας και Αστικού Αναδασμού σε περιοχές δεύτερης κατοικίας
Για τις Ζ.Ε.Π. και Ζ.Α.Α. ισχύει το άρθρο 10 του ν. 1337/1983 (Α΄33) πλην του ύψους της εισφοράς σε γη και χρήμα για το οποίο εφαρμόζονται τα άρθρα 78 και 79αντίστοιχα. Στις περιοχές που πολεοδομούνται με τις παρούσες διατάξεις μπορούν να εφαρμόζονται οι Ζώνες Ειδικής Ενίσχυσης και οι Ζώνες Ειδικών Κινήτρων σύμφωνα με το άρθρο 11 του ν.1337/1983 (Α΄33).
Άρθρο 81. Εφαρμογή πολεοδομικής μελέτης
1. Για την εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης εφαρμόζεται ανάλογα το άρθρο 144.
2. Στις περιοχές της παρ. 7 του άρθρου 76, εφόσον με την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης η ρυμοτομική γραμμή συμπίπτει με το όριο των διαμορφωμένων κοινόχρηστων χώρων μπορεί στις ιδιοκτησίες που έχουν πρόσωπο στους χώρους αυτούς η οικοδομική άδεια να χορηγείται πριν κυρωθεί η πράξη εφαρμογής. Επίσης άδεια μπορεί να χορηγείται πριν κυρωθεί η πράξη εφαρμογής σε περιπτώσεις διαπλάτυνσης υφισταμένων δρόμων και σε οποιαδήποτε περίπτωση που κατά την κρίση της αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας μπορεί να καθοριστεί η ρυμοτομική γραμμή και εφ’ όσον η πολεοδομική μελέτη προβλέπει στη θέση αυτή προκήπιο.
3. Όταν κατά την κρίση της αρμόδιας πολεοδομικής αρχής η εισφορά της ιδιοκτησίας σε γη δεν είναι αξιοποιήσιμη και μετατρέπεται εξ ολοκλήρου σε χρήμα, τότε προϋπόθεση για την έκδοση της άδειας πριν από την κύρωση της πράξης εφαρμογής είναι η προκαταβολή από τον ιδιοκτήτη για υποχρεώσεις του σε γη και χρήμα σύμφωνα με τα άρθρα 78 και 79, αντίστοιχα, ποσού ίσου προς το δέκα τοις εκατό (10%) των υποχρεώσεών του, όπως υπολογίζονται βάσει υπεύθυνης δήλωσης του ίδιου για το εμβαδόν και την αξία του ακινήτου του. Όταν τμήμα της ιδιοκτησίας διατίθεται για οποιονδήποτε από τους σκοπούς της παρ. 6 του άρθρου 78, τότε για την έκδοση της οικοδομικής άδειας ο ιδιοκτήτης πρέπει να προκαταβάλει με βάση την υπεύθυνη δήλωση του προηγούμενου εδαφίου το είκοσι τοις εκατό (20%) των υποχρεώσεών του για την εισφορά σε χρήμα. Η προϋπόθεση αυτή δεν ισχύει αν το ρυμοτομούμενο ή οπωσδήποτε παραχωρούμενο τμήμα είναι μεγαλύτερο της εισφοράς σε γη που αναλογεί στην ιδιοκτησία.
4. Η έκδοση της οικοδομικής άδειας πριν από την πράξη εφαρμογής γίνεται με βάση το σχήμα και το εμβαδόν του οικοπέδου που κατά τον υπολογισμό της πολεοδομικής υπηρεσίας θα προκύψουν από την εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης και την απόδοση της εισφοράς της ιδιοκτησίας σε γη.
5. Οι ακριβείς υποχρεώσεις του ιδιοκτήτη σύμφωνα με τα άρθρα 78 και 79προσδιορίζονται με την κύρωση της πράξης εφαρμογής και από το ποσό που του αναλογίζεται έναντι των εισφορών αφαιρείται το ποσό που κατέβαλε της πράξης εφαρμογής και από το ποσό που του αναλογίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 78 και 79. Διαφορά του τελικού εμβαδού το οικοπέδου με αυτό που υπολογίστηκε από την πολεοδομική υπηρεσία για την έκδοση οικοδομικής άδειας πριν από την πράξη εφαρμογής, μπορεί να τακτοποιηθεί με την καταβολή από τον ιδιοκτήτη στο Δημόσιο ή αντίστροφα της αντίστοιχης αξίας σε χρήμα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄: Πολεοδομικές ρυθμίσεις σε Ζώνες Ελεγχόμενης Ανάπτυξης
Άρθρο 82. Ζώνες Ελεγχόμενης Ανάπτυξης
Σε εντός ή εκτός εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου περιοχές, εφόσον πολεοδομικές ή κυκλοφοριακές παρεμβάσεις μεγάλης κλίμακας το απαιτούν (σταθμοί τρένου, μετρό, κυκλοφοριακοί κόμβοι, και αρτηρίες, μεγάλοι χώροι στάθμευσης, βιομηχανικά και βιοτεχνικά πάρκα, κ.λπ.), μπορεί με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας μετά από σχετική ενημέρωση ή πρόταση του οικείου δήμου, να καθορίζονται Ζ.Ε.Α. Στις ζώνες αυτές μπορεί, με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας κατά τη διαδικασία του Τμήματος VI του παρόντος Μέρους, να τροποποιείται το εγκεκριμένο σχέδιο, να ορίζονται χρήσεις γης, όροι και περιορισμοί δόμησης και οποιαδήποτε άλλη απαραίτητη πολεοδομική ρύθμιση για την εξασφάλιση του ελέγχου της περιοχής. Ειδικότερα στις Ζ.Ε.Α. που καθορίζονται κοντά σε μεγάλα συγκοινωνιακά έργα (μεγάλες κυκλοφοριακές αρτηρίες, μεγάλοι κυκλοφοριακοί κόμβοι, σταθμοί μετρό, σήραγγες, ζεύξεις, αεροδρόμια κ.λπ.), καθώς επίσης και σε περιοχές για τη δημιουργία περιαστικού πρασίνου κατ’ εφαρμογή του ρυθμιστικού σχεδίου, επιτρέπεται από τη δημοσίευση των ανωτέρω προεδρικών διαταγμάτων στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως η αναγκαστική απαλλοτρίωση, λόγω δημόσιας ωφέλειας των ακινήτων που εμπίπτουν στις Ζ.Ε.Α., για τη δημιουργία ειδικών έργων και εγκαταστάσεων τα οποία απαιτούνται για την καλύτερη και αποδοτικότερη εκμετάλλευση και λειτουργία των συγκοινωνιακών αυτών έργων και την επίτευξη των σκοπών που επιδιώκονται με αυτά, ως και των ακινήτων για τη δημιουργία περιαστικού πρασίνου. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι παρ. 1 και 2 του ν.δ. 3905/1958 (Α΄196) και οι παρ. 4 και 5 του άρθρου 26 του ν. 1418/1984 (Α΄23). Η αναγκαστική απαλλοτρίωση των χώρων αυτών ενεργείται υπέρ και με δαπάνες του Πράσινου Ταμείου, κηρύσσεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας και διέπεται κατά τα λοιπά από τον Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων (ν. 2882/2001, Α΄ 17). Κατά την πολεοδομική ενεργοποίηση περιοχής που έχει καθοριστεί ως Ζ.Ε.Α. για την ανάπτυξή της ως οικιστικής ή ως ζώνης άλλων χρήσεων γης, οι ιδιοκτησίες που περιλαμβάνονται σε αυτήν υποχρεούνται να συμμετάσχουν με εισφορά γης στη δημιουργία των απαραίτητων κοινόχρηστων χώρων και στην ικανοποίηση κοινωφελών χρήσεων και σκοπών, καθώς και με καταβολή χρηματικής εισφοράς στην αντιμετώπιση της δαπάνης για την κατασκευή των βασικών κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων, σύμφωνα με τα άρθρα 139 και 141. Από τις παραπάνω εισφορές αφαιρούνται προηγούμενες καταβληθείσες επιβαρύνσεις των ιδιοκτησιών που εμπίπτουν σε εγκεκριμένα, σύμφωνα με το Τμήμα VI, «γραμμικά» ρυμοτομικά σχέδια. Πράξεις εφαρμογής που έχουν κυρωθεί, σύμφωνα με το άρθρο 144, κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω, εξακολουθούν να ισχύουν. Κατά το μέρος που έχουν ακυρωθεί διορθώνονται και κυρώνονται εκ νέου, σύμφωνα με το παρόν. Πράξεις εφαρμογής που έχουν κυρωθεί με την εφαρμογή διαφορετικών από τα ανωτέρω, ανασυντάσσονται και κυρώνονται σύμφωνα με το παρόν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄: Περιοχές Περιβαλλοντικής Αναβάθμισης και Ιδιωτικής Πολεοδόμησης
Άρθρο 83. Εκτάσεις περιβαλλοντικής αναβάθμισης και ιδιωτικής πολεοδόμησης
1. Εδαφική έκταση που βρίσκεται εκτός σχεδίου πόλεως, εκτός οικισμών πριν από το 1923, καθώς και εκτός οικισμών μέχρι και δύο χιλιάδες (2.000) κατοίκους, η οποία ανήκει κατά κυριότητα σε ένα ή, εξ αδιαιρέτου, σε περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου ή ανήκει κατά διαιρετά τμήματα σε ένα ή, εξ αδιαιρέτου, σε περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου ή και σε φορείς αστικού αναδασμού ή οικοδομικούς συνεταιρισμούς, μπορεί να καθορίζεται ως Περιοχή Περιβαλλοντικής Αναβάθμισης και Ιδιωτικής Πολεοδόμησης (Π.Π.Α.Ι.Π.) και να πολεοδομείται με τις εξής προϋποθέσεις:
α) Να προβλέπεται:
αα) ως περιοχή κατάλληλη για την εφαρμογή του μηχανισμού των Π.Π.Α.Ι.Π. ή Π.Ε.Ρ.Π.Ο., στα όρια εγκεκριμένων Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. κατά το άρθρο 4 του ν. 2508/1997 (Α΄124) ή εντός περιοχών Π.Ε.Ρ.Π.Ο., σύμφωνα με τις γενικές κατευθύνσεις της παρ. 3 του άρθρου 24 του ν. 2508/1997 (Α΄124) ή αβ) ως περιοχή κατάλληλη για την εφαρμογή του μηχανισμού των Π.Π.Α.Ι.Π., στα όρια εγκεκριμένων Τ.Π.Σ., ή
αγ) ως περιοχή - πολεοδομική ενότητα - επέκτασης στα όρια εγκεκριμένων Γ.Π.Σ., Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. ή Τ.Π.Σ. μη συμπεριλαμβανομένων των περιοχών επέκτασης οικισμών χωρίς ρυμοτομικό σχέδιο.
β) Να μην εμπίπτει σε περιοχή ειδικού νομικού καθεστώτος όπως δάση, δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις, κηρυγμένους αρχαιολογικούς χώρους, δημόσιο κτήμα, κοινόχρηστους χώρους αιγιαλού, παραλίας, όχθης και παρόχθιας ζώνης, να μην αποτελεί τμήμα γης υψηλής παραγωγικότητας και να μην εμπίπτει σε περιοχές προστασίας, στις οποίες απαγορεύεται η δόμηση, σύμφωνα με τις διατάξεις που τις διέπουν.
γ) Η προς πολεοδόμηση έκταση πρέπει να είναι ενιαία κατά το άρθρο 84 και να έχει ελάχιστη επιφάνεια πενήντα (50) στρεμμάτων.
2. Η περιοχή περιβαλλοντικής αναβάθμισης και ιδιωτικής πολεοδόμησης οριοθετείται και οργανώνεται πολεοδομικά:
α) Προς την εξυπηρέτηση του κοινωνικού συνόλου και την αύξηση των οργανωμένων χώρων περιβαλλοντικής προστασίας και αναβάθμισης.
β) Προς εξυπηρέτηση μίας ή περισσότερων κατηγοριών χρήσεων γης κατά τα άρθρα 285, 286, 287, 288, 289 και 290.
3. Το παρόν άρθρο, με εξαίρεση τις περιοχές της υποπερ. αγ΄ της περ. α΄ της παρ. 1 έχει εφαρμογή στο σύνολο της χερσαίας χώρας συμπεριλαμβανομένων των νήσων Κρήτης, Εύβοιας και Ρόδου. Εξαιρούνται οι περιοχές Αττικής και Θεσσαλονίκης, που καταλαμβάνονται από τα αντίστοιχα όρια αρμοδιότητας των προβλεπόμενων Ρυθμιστικών Σχεδίων, με την επιφύλαξη του άρθρου 89.
Άρθρο 84. Ενιαία έκταση - περιοχή περιβαλλοντικής αναβάθμισης και ιδιωτικής πολεοδόμησης
1. Ενιαία θεωρείται η έκταση που δε διακόπτεται από εγκεκριμένες εθνικές, επαρχιακές, δημοτικές ή κοινοτικές οδούς ή δε διατρέχεται από υδατορέματα, όπως αυτά ορίζονται στον ν. 4258/2014 (Α΄ 94), τα οποία λόγω του μεγέθους τους και της λειτουργίας τους προκύπτει ότι διασπούν το ενιαίο της έκτασης.
2. Δεν συνυπολογίζονται στην επιφάνεια της έκτασης που καθορίζεται ως περιοχή περιβαλλοντικής αναβάθμισης τα υδατορέματα (ζώνη εντός των οριογραμμών), καθώς και οι εκτάσεις που απαγορεύεται να χρησιμοποιηθούν για οικιστικούς σκοπούς (δάση, δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις, αρχαιολογικοί χώροι, περιοχές προστασίας). Οι ανωτέρω εξαιρούμενες εκτάσεις παραμένουν ως εκτός σχεδίου περιοχές με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων του ν. 4280/2014 (Α΄159).
3. Μη εγκεκριμένες οδοί που περιλαμβάνονται στην εδαφική έκταση που καθορίζεται ως περιοχή περιβαλλοντικής αναβάθμισης, προσμετρούνται στο απαιτούμενο, κατά τον ν. 4280/2014 (Α΄159), ποσοστό κοινοχρήστων και κοινωφελών χώρων. Μπορεί δε να μετατοπίζονται κατά το σχήμα και τη θέση τους, σύμφωνα με την πολεοδομική μελέτη, που θα εγκρίνεται με το παρόν κεφάλαιο, εξασφαλίζοντας τον αρχικό λειτουργικό σκοπό τους και διασφαλίζοντας τη χρήση τρίτων παρακείμενων στην περιοχή, που εξυπηρετούνται από αυτές τις οδούς.
4. Σε περίπτωση που η συνολική επιφάνεια της υπό ρύθμιση έκτασης υπερβαίνει την έκταση των εκατόν πενήντα (150) στρεμμάτων, ακόμη και αν διακόπτεται από επαρχιακές, δημοτικές ή κοινοτικές οδούς ή υδατορέματα, μπορεί να πολεοδομηθεί κατά ξεχωριστές πολεοδομικές ενότητες, εφόσον οι ενότητες αυτές που διαχωρίζονται και τελικώς πολεοδομούνται είναι μεγαλύτερες των είκοσι (20) στρεμμάτων. Η καθεμία από τις ενότητες αυτές πρέπει να έχει οδική πρόσβαση ή να εξασφαλίζεται η σύνδεση της με τις υπόλοιπες ενότητες.
5. Σε περιπτώσεις εκτάσεων ή τμημάτων αυτών σε κλίσεις άνω του τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) δεν επιτρέπεται η χάραξη οδικού δικτύου πλάτους άνω των τριών (3) μέτρων κατά μήκος της κλίσης και τα κτίρια κατά την πολεοδομική μελέτη θα πρέπει να προσαρμόζονται με το ανάγλυφο του φυσικού εδάφους.
6. Η προς πολεοδόμηση έκταση να έχει πρόσβαση από υφιστάμενη διαμορφωμένη οδό, η οποία έχει τεθεί σε κοινή χρήση πέραν των είκοσι (20) ετών και έχει πλάτος τουλάχιστον τέσσερα (4) μέτρα. Τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά της υφισταμένης οδού μπορεί να διαμορφωθούν σε μέγεθος που εξυπηρετεί τις ανάγκες του νέου οικισμού. Οι αποζημιώσεις των παρόδιων ιδιοκτητών συντελούνται με ευθύνη του οικείου Ο.Τ.Α. και βαρύνουν τον επισπεύδοντα ιδιώτη ή οικοδομικό συνεταιρισμό.
Άρθρο 85. Διαδικασία πολεοδόμησης
1. Η πολεοδόμηση των περιοχών περιβαλλοντικής αναβάθμισης και ιδιωτικής πολεοδόμησης γίνεται με βάση πολεοδομική μελέτη, η οποία εκπονείται με πρωτοβουλία των ενδιαφερομένων και εγκρίνεται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του αρμόδιου Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και γνώμη του ΚΕ.ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α..
2. Για την πολεοδόμηση γενικά των περιοχών περιβαλλοντικής αναβάθμισης και ιδιωτικής πολεοδόμησης απαιτείται για τις περιοχές της παρ. 1 του άρθρου 83 προηγουμένως η χορήγηση της βεβαίωσης του άρθρου 86 από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας ότι η συγκεκριμένη έκταση βρίσκεται εντός Π.Π.Α.Ι.Π. και πληροί τις προϋποθέσεις του παρόντος Κεφαλαίου. Το χρονικό διάστημα μεταξύ της ανωτέρω βεβαίωσης και της υποβολής προς έγκριση στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας της πολεοδομικής μελέτης δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο της τριετίας. Μετά την τριετία λήγει η ισχύς της βεβαίωσης.
3. Για την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης απαιτείται η γνώμη του οικείου δημοτικού συμβουλίου, η οποία εκδίδεται και κοινοποιείται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας σε προθεσμία δύο (2) μηνών από τότε που περιέρχεται στο δήμο η σχετική μελέτη. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, εγκρίνεται η πολεοδομική μελέτη χωρίς τη γνώμη του δημοτικού συμβουλίου.
4. Η πολεοδομική μελέτη συνοδεύεται από πολεοδομικό σχέδιο συντασσόμενο σε οριζοντιογραφικό και υψομετρικό τοπογραφικό υπόβαθρο και έχει τις συνέπειες έγκρισης σχεδίου πόλεως κατά το Τμήμα VI του παρόντος Μέρους. Συντάσσεται, σύμφωνα με ειδικές προδιαγραφές και περιέχει ιδίως:
α) τις χρήσεις γης και τις τυχόν πρόσθετες απαγορεύσεις ή υποχρεώσεις.
β) τα δίκτυα και έργα υποδομής, τις εκτάσεις περιβαλλοντικής προστασίας που αποδίδονται στο Δημόσιο ή στο δήμο.
γ) τους κοινόχρηστους και κοινωφελείς χώρους, οι οποίοι ανέρχονται σε ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) της συνολικής έκτασης της περιοχής περιβαλλοντικής αναβάθμισης και ιδιωτικής πολεοδόμησης.
δ) τους γενικούς και ειδικούς όρους και περιορισμούς δόμησης, οι οποίοι μπορεί να ορίζονται ανά οικοδομικό τετράγωνο ή τμήμα οικοδομικού τετραγώνου, εφόσον αυτό επιβάλλεται από τη διαμόρφωση του εδάφους ή την ανάγκη προστασίας του φυσικού ή πολιτιστικού περιβάλλοντος ή άλλες ειδικές πολεοδομικές ανάγκες.
ε) τον καθοριζόμενο μέσο συντελεστή δόμησης, στο σύνολο των οικοδομήσιμων χώρων της περιοχής περιβαλλοντικής αναβάθμισης και ιδιωτικής πολεοδόμησης, ο οποίος δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το 0,4 για χρήσεις κατοικίας και το 0,6 για όλες τις λοιπές επιτρεπόμενες χρήσεις. Σε κάθε περίπτωση, ο μέσος συντελεστής δόμησης δεν μπορεί να υπερβαίνει τον μέσο συντελεστή δόμησης που έχει θεσπιστεί από το αντίστοιχο Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. ή τον συντελεστή που προβλέπεται από το Τ.Π.Σ. Ο μέγιστος συντελεστής δόμησης ορίζεται από την πολεοδομική μελέτη.
στ) τη μέση πυκνότητα κατοίκησης, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πενήντα (50) άτομα ανά εκτάριο πολεοδομούμενης έκτασης.
ζ) το ύψος του κτίσματος, το οποίο για χρήση κατοικίας δε θα υπερβαίνει τα 7,50 μ. από το οριστικά διαμορφωμένο έδαφος. Το ύψος της στέγης δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1,50 μ.
5. Τροποποίηση της πολεοδομικής μελέτης είναι δυνατή χωρίς αύξηση του καθορισθέντος με αυτή μέσου συντελεστή δόμησης και χωρίς μείωση των κοινοχρήστων και κοινωφελών χώρων.
6. Στις περιπτώσεις προβλεπόμενων περιοχών - πολεοδομικών ενοτήτων επέκτασης στα όρια Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. ή Τ.Π.Σ. η διαδικασία πολεοδόμησης γίνεται σύμφωνα με τους όρους, τους περιορισμούς, τον μέσο συντελεστή και την προβλεπόμενη πυκνότητα που τίθενται από τα εγκεκριμένα σχέδια. Δύνανται κατά τα λοιπά να εφαρμόζονται οι διαδικασίες πολεοδόμησης του παρόντος Κεφαλαίου.
Άρθρο 86. Βεβαίωση καταλληλότητας
1. Για τη χορήγηση της βεβαίωσης καταλληλότητας της έκτασης των Π.Π.Α.Ι.Π. της παρ. 2 του άρθρου 85, οι ενδιαφερόμενοι προσκομίζουν στη Διεύθυνση Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας τα παρακάτω στοιχεία:
α) αποφάσεις ή γνωμοδοτήσεις από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού, όπως Εφορείες Κλασσικών και Προϊστορικών Αρχαιοτήτων, Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, Νεωτέρων Μνημείων, περί της ύπαρξης ή μη κηρυγμένων ή και οριοθετημένων αρχαιολογικών χώρων εντός της έκτασης. Οι γνωμοδοτήσεις πρέπει να είναι της τελευταίας πενταετίας και να συνοδεύονται από θεωρημένο τοπογραφικό διάγραμμα κλίμακας 1:500 ή 1:1.000 εξαρτημένο από το κρατικό σύστημα συντεταγμένων ΕΓΣΑ ΄87.
β) πράξη χαρακτηρισμού της έκτασης, σύμφωνα με το άρθρο 14 του ν. 998/1979 (Α΄289) και πιστοποιητικό τελεσιδικίας αυτής ή απόσπασμα κυρωθέντος δασικού χάρτη κατά τα άρθρα 17 ή 19 του ν. 3889/2010 (Α΄ 182), ή δασολογίου, από τα οποία να προκύπτει ο χαρακτήρας της έκτασης από πλευράς υπαγωγής της στη δασική νομοθεσία.
γ) απόφαση καθορισμού των γραμμών αιγιαλού και παραλίας, όχθης και παρόχθιας ζώνης, όπου αυτές απαιτούνται, καθώς και ακριβές αντίγραφο του διαγράμματος που συνοδεύει την απόφαση, που εκδίδεται από την αρμόδια υπηρεσία, καθώς και βεβαίωση από την Κτηματική Υπηρεσία του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών περί ύπαρξης ή μη καταγεγραμμένων δημοσίων κτημάτων. Η βεβαίωση της Κτηματικής Υπηρεσίας παρέχεται μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου εντός δύο (2) μηνών. Σε περίπτωση που δεν εκδοθεί εντός της προθεσμίας, η έλλειψή της δεν αποτελεί κώλυμα για την έκδοση βεβαίωσης καταλληλότητας. Κατά τα λοιπά, ισχύουν οι κείμενες διατάξεις για το απαράγραπτο των δικαιωμάτων του Δημοσίου ισχύουν σε κάθε περίπτωση.
δ) οριζοντιογραφικό και υψομετρικό τοπογραφικό διάγραμμα σε κλίμακα 1:500 ή 1:1.000 εξαρτημένο από το κρατικό σύστημα συντεταγμένων ΕΓΣΑ ΄87, το οποίο περιλαμβάνει:
δα) κτηματογραφική αποτύπωση με τα όρια και το εμβαδόν τόσο του συνόλου της έκτασης όσο και των διαιρετών τμημάτων που την απαρτίζουν,
δβ) ειδικά γεωμορφολογικά στοιχεία της έκτασης, όπως γεωλογικά ακατάλληλες περιοχές (όπως αυτές τυχόν προσδιορίστηκαν από τα συμπεράσματα της έκθεσης γεωλογικής καταλληλότητας) και κλίσεις εδάφους μεγαλύτερες του τριάντα πέντε τοις εκατό (35%),
δγ) όρια των εκτάσεων υπό προστασία που απαγορεύεται να χρησιμοποιηθούν για οικιστικούς σκοπούς, όπως δάση, δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις, κοινόχρηστοι χώροι αιγιαλού, παραλίας, όχθης και παρόχθιας ζώνης, αρχαιολογικοί χώροι, περιοχές προστασίας,
δδ) στοιχεία του Εθνικού Κτηματολογίου (όρια και Κ.Α.Ε.Κ.), εφόσον η έκταση εντάσσεται σε περιοχή λειτουργίας ή σύνταξης του Εθνικού Κτηματολογίου.
ε) χάρτη κατάλληλης κλίμακας εξαρτημένο από το κρατικό σύστημα συντεταγμένων ΕΓΣΑ ΄87, με ενδείξεις για τα όρια της δημοτικής ενότητας που βρίσκεται η υπό ρύθμιση έκταση, τα όρια της έκτασης, τις προβλεπόμενες χρήσεις γης της ευρύτερης περιοχής, τις δυνατότητες εξυπηρετήσεων από συγκοινωνιακά δίκτυα, δίκτυα ύδρευσης, αποχέτευσης, ηλεκτρισμού και τηλεφώνου, καθώς και για τις υφιστάμενες ειδικές χρήσεις γης μέσα στα όρια της έκτασης και σε ακτίνα χιλίων πεντακοσίων (1.500) μέτρων από τα όρια αυτής, όπως δασικές εκτάσεις, γη υψηλής παραγωγικότητας, περιοχές μεταλλευτικής ή λατομικής εκμετάλλευσης, βιομηχανικές εγκαταστάσεις, αρχαιολογικοί χώροι κλπ.
στ) Απόσπασμα χάρτη του τυχόν εγκεκριμένου Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. ή Τ.Π.Σ. ή αντίστοιχου επιπέδου σχεδιασμού με σημειωμένα ενδεικτικά τα όρια της προς ανάπτυξη έκτασης.
ζ) πρόταση καθορισμού οριογραμμών των υδατορεμάτων, σύμφωνα με το ν. 4258/2014 (Α΄94), η επικύρωση των οποίων γίνεται στο στάδιο της πολεοδομικής μελέτης. Αν ο τελικός καθορισμός των οριογραμμών ενδέχεται να επιφέρει απώλεια της απαιτούμενης ελάχιστης επιφάνειας των πενήντα (50) στρεμμάτων, η επικύρωση τους γίνεται πριν από τη χορήγηση της βεβαίωσης καταλληλότητας.
η) έκθεση γεωλογικής - γεωτεχνικής καταλληλότητας υπογραφόμενη από δύο (2) ιδιώτες γεωλόγους, οι οποίοι φέρουν την ευθύνη για την έκθεση τους. Η έκθεση γεωλογικής - γεωτεχνικής καταλληλότητας θεωρείται από την υπηρεσία. Η υπηρεσία ή ειδικοί ελεγκτές από μητρώα της υπηρεσίας προβαίνουν σε έλεγχο της σχετικής μελέτης έως την έγκριση της πράξης της πολεοδομικής μελέτης.
θ) έκθεση ελέγχου τίτλων υπογραφόμενη από δύο (2) δικηγόρους, θεωρημένη από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο. Ο έλεγχος τίτλων αναφέρεται στο σχετικό τοπογραφικό διάγραμμα και θεωρείται από την υπηρεσία.
ι) τεχνική έκθεση με τις αιτούμενες χρήσεις γης, καθώς και τα προγραμματικά μεγέθη για την οικιστική ανάπτυξη της έκτασης όπως πυκνότητα - συντελεστές εκμετάλλευσης - δόμησης κλπ., τα οποία θα πρέπει να συσχετίζονται με τα αντίστοιχα προβλεπόμενα από τις κατευθύνσεις του Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. ή άλλου αντίστοιχου επιπέδου σχεδιασμού.
2. Διοικητικές πράξεις που έχουν εκδοθεί και είναι σε ισχύ, όπως πράξη χαρακτηρισμού της έκτασης, και για τις οποίες δεν εφαρμόστηκαν οι τρέχουσες τεχνικές προδιαγραφές αποτύπωσης και σύνταξης τοπογραφικών διαγραμμάτων, όπως τοπογραφικό μη εξαρτημένο από το κρατικό σύστημα συντεταγμένων ΕΓΣΑ ΄87, γίνονται δεκτές προκειμένου να χορηγηθεί η βεβαίωση καταλληλότητας, εφόσον η διαφορά εμβαδού της έκτασης όπως αναγράφεται στη διοικητική πράξη σε σχέση με τη νέα καταμέτρηση στο πρόσφατο τοπογραφικό διάγραμμα έχει απόκλιση μέχρι ποσοστό πέντε τοις εκατό (±5%).Το τοπογραφικό διάγραμμα της περ. δ΄ της παρ. 1, θεωρείται από την αρμόδια υπηρεσία, και ελέγχεται ως προς το εμβαδόν της έκτασης κατά τα ανωτέρω. Σε περιπτώσεις αλλαγών που επηρεάζουν τα όρια της έκτασης προς πολεοδόμηση δεν απαιτείται εκ νέου η υποβολή αιτήματος αλλά η συμπλήρωση των απαιτούμενων στοιχείων που θα ζητηθούν από την υπηρεσία.
3. Η βεβαίωση καταλληλότητας της παρ. 2 του άρθρου 85, περί πολεοδόμησης περιοχών περιβαλλοντικής αναβάθμισης και ιδιωτικής πολεοδόμησης, μπορεί να χορηγείται για την προσαύξηση σε όμορη περιοχή εμβαδού, μέχρι πενήντα τοις εκατό (50%), εκτάσεων με εγκεκριμένη Π.Ε.Ρ.Π.Ο., σύμφωνα με το άρθρο 24 του ν. 2508/1997 (Α’ 124), αν η έκταση της προσαύξησης εμπίπτει σε περιοχή που είχε προσδιοριστεί από εγκεκριμένο Σχέδιο Γενικών Κατευθύνσεων ως περιοχή αναζήτησης Π.Ε.Ρ.Π.Ο. και της οποίας η καταλληλότητα τεκμηριώνεται με την υποβολή των στοιχείων της παρ. 1.
4.Κατά τη διαδικασία έκδοσης βεβαίωσης καταλληλότητας κατά τις παρ. 1 και 2 , για την εφαρμογή της περ. δ΄ της παρ. 5 του άρθρου 32 του ν. 4280/2014 (Α΄159), και μόνον για τις περιπτώσεις αναγνώρισης της κυριότητας ή άλλων εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί εκτάσεων που κείνται στις περιοχές του δευτέρου εδαφίου του άρθρου 62 του ν. 998/1979 (Α΄289), όπου η αναγνώριση διενεργείται επί τη βάσει τίτλων ιδιοκτησίας οι οποίοι ανάγονται σε ημερομηνία πριν από την 23η Φεβρουαρίου 1946 και έχουν μεταγραφεί, έστω και μεταγενέστερα, κατά τις κείμενες διατάξεις ισχύουν τα εξής:
α) Έως τη σύσταση των επιτροπών του άρθρου 7 του ν. 2308/1995 (Α΄114) η αναγνώριση διενεργείται, μετά από αίτημα του ενδιαφερόμενου που ενσωματώνεται στην αίτηση για την έκδοση της ως άνω βεβαίωσης και περιέχει την έκθεση τίτλων της παρ. 1, από επιτροπή που συστήνεται για αυτόν τον σκοπό με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
β) Η ως άνω επιτροπή αποτελείται από: 1) ένα (1) δικηγόρο της αρμόδιας υπηρεσίας για την έκδοση της βεβαίωσης του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, 2) τον προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος, με αναπληρωτή του τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Προστασίας Δασών και 3) έναν υπάλληλο ειδικότητας δασολόγου της Γενικής Διεύθυνσης Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος.
γ) Οι παραπάνω αναπληρώνονται από τους νόμιμους αναπληρωτές τους στην άσκηση των κύριων καθηκόντων τους.
Άρθρο 87. Κοινόχρηστοι, κοινωφελείς, ειδικών χρήσεων χώροι και έργα υποδομής
1. Με την πολεοδομική μελέτη καθορίζονται κοινόχρηστοι, κοινωφελείς και ειδικών χρήσεων χώροι. Ως ειδικών χρήσεων χώροι ορίζονται από αυτούς που προβλέπονται στις κατηγορίες των χρήσεων γης των άρθρων 285, 286 και 287 σύμφωνα με τους όρους και τους περιορισμούς που θα καθοριστούν από την πολεοδομική μελέτη κατά τις ειδικότερες προδιαγραφές.
2. Από την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης οι κοινόχρηστοι, κοινωφελείς χώροι και τυχόν εκτάσεις που αποδίδονται στο δήμο ή στο Δημόσιο θεωρούνται ότι περιέρχονται σε κοινή χρήση είτε γίνεται παραίτηση των, κατά την παρ. 1 του άρθρου 83, προσώπων από την κυριότητα, νομή και κατοχή των κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων είτε όχι. Οι ειδικών χρήσεων χώροι μπορούν να παραμένουν στην ιδιοκτησία των προσώπων της παρ. 1 του άρθρου 83.
3. Η εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης γίνεται με πρωτοβουλία και ευθύνη των προσώπων της παρ. 1 του άρθρου 83 μετά από τον έλεγχο της αρμόδιας κατά τόπο πολεοδομικής υπηρεσίας κατά τις κείμενες διατάξεις. Αμέσως μετά την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης, ο ιδιοκτήτης της έκτασης προβαίνει στην εκτέλεση των έργων διαμόρφωσης του χώρου, καθώς και στην εκτέλεση των έργων υποδομής, όπως αυτά προβλέπονται από την πολεοδομική μελέτη.
4. Διατάξεις που προβλέπουν την υποχρέωση εισφοράς σε γη και σε χρήμα δεν έχουν εφαρμογή στις περιπτώσεις πολεοδόμησης με βάση το παρόν κεφάλαιο.
5. Η δαπάνη της μελέτης κατασκευής και εκτέλεσης των έργων υποδομής της περιοχής περιβαλλοντικής αναβάθμισης και ιδιωτικής πολεοδόμησης βαρύνει τα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 83. Για την εκτέλεση των έργων ο βαρυνόμενος μπορεί με σύμβαση έργου που καταρτίζεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο να αναθέσει την εκτέλεση σε τρίτο έναντι ανταλλάγματος. Η εκτέλεση των βασικών κοινόχρηστων έργων υποδομής από τους ενδιαφερομένους μπορεί:
α) να ανατεθεί μετά από συμφωνία στους αρμόδιους οργανισμούς, όπως Ο.Τ.Ε., Δ.Ε.Η., Α.Δ.Μ.Η.Ε., Δ.Ε.Σ.Φ.Α., Ε.Υ.Δ.Α.Π. κ.λπ.,
β) να αναληφθεί από τους ενδιαφερομένους μετά από θεώρηση των σχετικών μελετών από τους αρμόδιους οργανισμούς και
γ) να αναληφθεί από τους ενδιαφερομένους με βάση προδιαγραφές που τους παραδίδονται από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και που έχουν συνταχθεί από τους πιο πάνω οργανισμούς, προκειμένου βάσει αυτών να εκτελεστούν τα αντίστοιχα έργα υποδομής.
6. Η προθεσμία της παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 4030/ 2011 (Α΄ 249) παρατείνεται κατά πέντε (5) έτη.
7. Η προς τρίτους μεταβίβαση της κυριότητας οικοδομήσιμων ή μη τμημάτων γηπέδων ή κτιρίων ή διαιρεμένης ιδιοκτησίας μέσα στις οικείες εκτάσεις της περιοχής περιβαλλοντικής αναβάθμισης και ιδιωτικής πολεοδόμησης επιτρέπεται μόνο μετά από την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης. Στα συμβολαιογραφικά έγγραφα μεταβίβασης επί ποινή ακυρότητας γίνεται ειδική μνεία για:
α) τους υπόχρεους ολοκλήρωσης των έργων υποδομής, β) τους υπόχρεους παροχής εγγύησης, γ) την απαγόρευση ανοικοδόμησης πριν την ολοκλήρωση των βασικών κοινόχρηστων έργων υποδομής, όπως οδικά δίκτυα, δίκτυα ύδρευσης - αποχέτευσης - ηλεκτρικής ενέργειας, βιολογικοί καθαρισμοί και δ) προβλεπόμενα εργολαβικά ανταλλάγματα.
8. Η ολοκλήρωση των έργων πιστοποιείται με απόφαση του γραμματέα αποκεντρωμένης διοίκησης, αφού ληφθεί υπόψη η έκθεση της αρμόδιας διεύθυνσης της περιφέρειας, η οποία στηρίζεται στο πόρισμα πέντε (5) ελεγκτών δόμησης που ορίζονται μετά από κλήρωση. Έως τον ορισμό των ελεγκτών δόμησης η εισήγηση της αρμόδιας διεύθυνσης γίνεται μετά από έκθεση επιτροπής που αποτελείται από τρεις (3) τεχνικούς υπαλλήλους της περιφέρειας που συγκροτείται με απόφαση του γραμματέα αποκεντρωμένης διοίκησης.
9. Η μελλοντική υποχρέωση έκδοσης διαπιστωτικής απόφασης του γραμματέα αποκεντρωμένης διοίκησης κατά την παρ. 8 αναφέρεται υποχρεωτικά στο σχετικό συμβόλαιο μεταβίβασης.
10. Σε κάθε στάδιο έγκρισης των έργων υποδομής και ανωδομής, καθώς και των απαραίτητων έργων για τη διαμόρφωση και λειτουργία του υπό ίδρυση οικισμού θα πρέπει να έχουν εγκριθεί οι περιβαλλοντικοί όροι κατά το άρθρο 9 του ν. 4014/2011 (Α΄209) καθώς και την παρ. 10 του άρθρου 2 του ίδιου νόμου.
11. Στους παραβάτες του παρόντος άρθρου και ειδικότερα στους δικαιοπρακτούντες, στους συντάσσοντες τεχνικά σχέδια, στους μεσίτες, στους συμβολαιογράφους που συντάσσουν συμβόλαιο κατά παράβαση των διατάξεων αυτών, στους δικηγόρους που παρίστανται και στους υποθηκοφύλακες ή προϊσταμένους κτηματολογικών γραφείων που μεταγράφουν ή καταχωρούν αντίστοιχα τέτοια συμβόλαια, επιβάλλεται διοικητική ποινή προστίμου υπέρ του Πράσινου Ταμείου. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζεται το αρμόδιο όργανο για την επιβολή του προστίμου, το ύψος του προστίμου και τα κριτήρια επιβολής.
12. Σε κάθε περίπτωση απαγορεύεται η έκδοση άδειας δόμησης πριν από την ολοκλήρωση των έργων υποδομής κατά τα ανωτέρω.
13. Σε περίπτωση εκτάσεων επιφάνειας μεγαλύτερης ή ίσης των εκατό (100) στρεμμάτων, είναι δυνατόν να προβλέπεται στην οικεία πολεοδομική μελέτη και να αναφέρεται στη σχετική πράξη έγκρισής της ο χρόνος ολοκλήρωσης των βασικών κοινόχρηστων έργων υποδομής κατά φάσεις, που αντιστοιχούν σε τμήματα έκτασης επιφάνειας ίσης ή μεγαλύτερης των πενήντα (50) στρεμμάτων το καθένα.
Άρθρο 88. Ειδική εισφορά για δράσεις περιβαλλοντικής αναβάθμισης
1. Για την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης επιβάλλεται στους ιδιοκτήτες της εδαφικής έκτασης που πολεοδομείται η υποχρέωση να καταβάλουν στο Πράσινο Ταμείο ειδική χρηματική εισφορά που ανέρχεται σε τετρακόσια ευρώ ανά στρέμμα (400 ευρω/ στρ.) οικοδομήσιμης έκτασης και σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, κατά την παρ. 2.
2. Το είκοσι τοις εκατό (20%) του συνόλου της ειδικής χρηματικής εισφοράς καταβάλλεται από τον αιτούντα στο Πράσινο Ταμείο πριν από την υπογραφή από τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας του σχεδίου προεδρικού διατάγματος έγκρισης πολεοδομικής μελέτης. Ομοίως, πριν από την έγκριση υλοποίησης των έργων υποδομής κατατίθεται από τον αιτούντα στο Πράσινο Ταμείο εγγυητική επιστολή μίας από τις αναγνωρισμένες τράπεζες της χώρας ίση με το υπόλοιπο ογδόντα τοις εκατό (80%) της εισφοράς. Το υπόλοιπο ποσό καταβάλλεται το αργότερο εντός διετίας στο Πράσινο Ταμείο για την επιστροφή της εγγυητικής επιστολής. Σε διαφορετική περίπτωση μετά την πάροδο της διετίας, η εγγυητική επιστολή καταπίπτει οριστικά υπέρ του Πράσινου Ταμείου.
3. Σε περίπτωση μη έκδοσης προεδρικού διατάγματος έγκρισης πολεοδομικής μελέτης, το σύνολο του ποσού επιστρέφεται στον αιτούντα από το Πράσινο Ταμείο εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την αρνητική γνωμοδότηση και μετά από σχετικό αίτημα.
Άρθρο 89. Ειδικές Περιπτώσεις Εκτάσεων Περιβαλλοντικής Αναβάθμισης και Ιδιωτικής Πολεοδόμησης - Διαδικασία πολεοδόμησης
1. Εντός των περιοχών Αττικής και Θεσσαλονίκης, που εμπίπτουν εντός Ρυθμιστικών Σχεδίων, δύνανται να καθορίζονται Ειδικές Περιοχές Περιβαλλοντικής Αναβάθμισης και Ιδιωτικής Πολεοδόμησης (Ε.Π.Π.Α.Ι.Π.) με τις προϋποθέσεις των επόμενων παραγράφων. Για την έκδοση του προεδρικού διατάγματος έγκρισης στα σχετικά διαγράμματα αποτυπώνονται το σύνολο των εκτάσεων της υπό ρύθμιση περιοχής, δηλαδή οι εκτάσεις που αποδίδονται στο Δημόσιο ως προστατευόμενες περιοχές, οι εκτάσεις που διέπονται από ειδικό καθεστώς προστασίας και παραμένουν ως εκτός σχεδίου αδόμητες περιοχές και οι εκτάσεις που τελικώς πολεοδομούνται. Τα στοιχεία του άρθρου 86 αναφέρονται στο σύνολο της υπό ρύθμιση έκτασης.
α) Η συνολική υπό ρύθμιση έκταση πρέπει να έχει εμβαδόν τουλάχιστον εκατό (100) στρέμματα και να επιτρέπεται η οικιστική ανάπτυξη από τα υπερκείμενα επίπεδα σχεδιασμού, ως γενική κατεύθυνση οικιστικών αναπτύξεων και οργανωμένης δόμησης. Σε κάθε περίπτωση η προς πολεοδόμηση έκταση δεν πρέπει να υπερβαίνει τα τριακόσια (300) στρέμματα. Κατ’ εξαίρεση, στην περίπτωση εκτάσεων οικοδομικών συνεταιρισμών και εγκεκριμένων ζωνών αστικών αναδασμών εντός των περιοχών Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας και Θεσσαλονίκης, που αποκτήθηκαν πριν από την ισχύ των αντίστοιχων ν. 1515/1985 (Α΄18) και ν. 1561/1985 (Α΄148), δεν ισχύει το ανώτερο όριο επί της πολεοδομούμενης έκτασης. Με την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης και την έκδοση του σχετικού προεδρικού διατάγματος μπορεί να τροποποιούνται όροι και προβλέψεις του υπερκείμενου επιπέδου σχεδιασμού (Γ.Π.Σ., Ζ.Ο.Ε., Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. κ.λπ.) μετά από ειδική αιτιολόγηση.
β) Ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) της υπό ρύθμιση έκτασης αποδίδεται κατά κυριότητα στο Δημόσιο. Η αποδιδόμενη έκταση επιβάλλεται να είναι είτε ενιαία είτε διαιρετή σε τμήματα επιφάνειας ίσης ή μεγαλύτερης των δέκα (10) στρεμμάτων το καθένα. Η έκταση αυτή χαρακτηρίζεται ως προστατευόμενη περιοχή - περιαστικό πάρκο και η διαχείριση της ανατίθεται στις υπηρεσίες του Δημοσίου και των οικείων Ο.Τ.Α. κατά τις κείμενες διατάξεις αναλόγως του χαρακτήρα προστασίας. Σε αυτή την περίπτωση ποσοστό μέχρι πενήντα τοις εκατό (50%) των απαιτούμενων κοινωφελών και κοινοχρήστων χώρων, της τελικής πολεοδομούμενης έκτασης, κατά το παρόν κεφάλαιο, δύναται να χωροθετείται εντός της αποδιδόμενης στο Δημόσιο έκτασης, υπό την προϋπόθεση ότι οι προτεινόμενες χρήσεις δεν απαγορεύονται από τις ειδικότερες διατάξεις προστασίας που ισχύουν για την έκταση και χωρίς να διασπούν το ενιαίο των κατ’ ελάχιστον δέκα (10) στρεμμάτων έκτασης. Ειδικά στις περιπτώσεις εκτάσεων που προστατεύονται από τη δασική νομοθεσία επιτρέπεται μόνον η χωροθέτηση κοινοχρήστων χώρων πρασίνου - πάρκων και αλσών με τις χρήσεις που επιτρέπονται από τη δασική νομοθεσία.
2. Εκτός των ανωτέρω και υπό την επιφύλαξη του άρθρου 84, σε περίπτωση που τμήμα της συνολικής υπό ρύθμιση έκτασης εμπίπτει σε προστατευόμενη από τις κείμενες διατάξεις περιοχή (δάσος, δασική ή αναδασωτέα έκταση, αρχαιολογικός χώρος) ή αποτελεί τμήμα γης υψηλής παραγωγικότητας ή εμπίπτει σε περιοχές προστασίας, η διαδικασία της ρύθμισης επιτρέπεται μόνον υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) Ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) της υπό προστασία ιδιωτικής έκτασης αποδίδεται κατά κυριότητα στο Δημόσιο και τίθεται στην αρμοδιότητα και τη διαχείριση των αρμόδιων υπηρεσιών, ως προστατευόμενη περιοχή κατά τις κείμενες διατάξεις. Η αποδιδόμενη έκταση επιβάλλεται να είναι είτε ενιαία είτε διαιρετή σε τμήματα επιφάνειας ίσης ή μεγαλύτερης των δέκα (10) στρεμμάτων έκαστο, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η προστασία και η διαχείριση των εκτάσεων αυτών. Το ποσοστό αυτό συνυπολογίζεται σε κάθε περίπτωση για την εφαρμογή της περ. β΄ της παρ. 1. Υπόλοιπο ποσοστό της υπό προστασία ιδιωτικής έκτασης παραμένει στην ιδιοκτησία των προσώπων της παρ. 1 του άρθρου 83 ως εκτός σχεδίου. Εκτάσεις οικοδομικών συνεταιρισμών που έχουν αποδοθεί σε κοινή χρήση κατά το παρελθόν δυνάμει άλλων διατάξεων προσμετρούνται για τον υπολογισμό του ποσοστού κατά την παρούσα.
β) Ειδικά, στην περίπτωση δασικών και αναδασωτέων κηρυγμένων εκτάσεων απαιτούνται έργα αποκατάστασης και αναβάθμισης του φυσικού περιβάλλοντος, όπως η αναδάσωση και δάσωση κατά το ν. 998/1979 (Α΄289) και η υποβολή διαχειριστικού σχεδίου προστασίας, συντήρησης και διαχείρισης των εκτάσεων αυτών που αποδίδονται στο Δημόσιο με ευθύνη των προσώπων της παρ. 1 του άρθρου 83 πριν από την υλοποίηση των υπολοίπων έργων υποδομής κατά το παρόν Κεφάλαιο. Για την ολοκλήρωση των συγκεκριμένων έργων υποδομής εκδίδεται ειδικώς διαπιστωτική απόφαση του γραμματέα αποκεντρωμένης διοίκησης μετά από εισήγηση τριμελούς επιτροπής η οποία συγκροτείται από το γραμματέα αποκεντρωμένης διοίκησης και αποτελείται από:
βα) ένα δασολόγο της Διεύθυνσης Δασών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας,
ββ) ένα δασολόγο μέλος του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΓΕΩ.Τ.Ε.Ε.),
βγ) ένα γεωπόνο μέλος του ΓΕΩ.Τ.Ε.Ε.
Μετά από την έκδοση της διαπιστωτικής απόφασης αρμόδιος φορέας για την παρακολούθηση του σχεδίου διαχείρισης και την προστασία της περιοχής που δασώθηκε ορίζεται ο αρμόδιος φορέας διαχείρισης της περιοχής, εφόσον υφίσταται, ή διαφορετικά η οικεία δασική υπηρεσία.
γ) Οι κοινόχρηστοι χώροι πρασίνου που αποδίδονται σε κοινή χρήση, σύμφωνα με την πολεοδομική μελέτη, πέραν των εκτάσεων που αποδίδονται στο Δημόσιο, καταγράφονται ως περιοχές περιβαλλοντικής αναβάθμισης και τίθενται σε ειδικό καθεστώς προστασίας με ευθύνη του οικείου δήμου. Ο δήμος δύναται να αναθέτει τη διαχείριση και την προστασία των περιοχών αυτών στον αρμόδιο φορέα διαχείρισης της περιοχής, εφόσον υφίσταται, ή διαφορετικά στην οικεία δασική υπηρεσία.
3. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, τμήματα των εκτάσεων που αποδίδονται στο Δημόσιο κατά τα ανωτέρω μπορεί να ανταλλάσσονται με τμήματα πολεοδομούμενης έκτασης, σύμφωνα με τις σχετικές μελέτες με σκοπό την πολεοδόμηση, εφόσον προκύπτει η αναγκαιότητα από τη μορφολογία και τη φυσιογνωμία της περιοχής.
4. Σε περιπτώσεις Ζ.Α.Α., ολόκληρη η προστατευόμενη περιοχή, που περιέχεται εντός των ορίων της Ζώνης, αποδίδεται στο Δημόσιο για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου. Εφόσον τα τμήματα που αποδίδονται στο Δημόσιο καταλαμβάνουν ποσοστό άνω του εξήντα τοις εκατό (60%) της συνολικής έκτασης, των τελικώς πολεοδομούμενων εκτάσεων μετά από γνωμοδότηση του ΚΕ.ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α. ο μέσος συντελεστής πυκνότητας και δόμησης δύναται να αυξάνεται κατά είκοσι πέντε τοις εκατό (25%), εφόσον δεν υπερβαίνει το συντελεστή που τυχόν έχει οριστεί από Γ.Π.Σ. ή σχέδιο αντίστοιχου επιπέδου.
5. Οι ειδικές περιπτώσεις εκτάσεων περιβαλλοντικής αναβάθμισης και ιδιωτικής πολεοδόμησης πολεοδομούνται με τη διαδικασία του άρθρου 85, χωρίς να εφαρμόζεται το άρθρο 88. Εφόσον η τελικώς πολεοδομούμενη έκταση είναι μικρότερη του είκοσι τοις εκατό (20%) της συνολικής υπό ρύθμιση έκτασης ο μέσος συντελεστής πυκνότητας και δόμησης δύναται να αυξάνεται έως 0.5.
Άρθρο 90. Ζώνες αστικού αναδασμού
1. Το παρόν Κεφάλαιο εφαρμόζεται και επί εκτάσεων για τις οποίες έχει εγκριθεί με προεδρικό διάταγμα ο καθορισμός Ζ.Α.Α. κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 10 του ν. 1337/1983 (Α΄33), καθώς και ο φορέας διενέργειας. Ως περιοχή περιβαλλοντικής αναβάθμισης και ιδιωτικής πολεοδόμησης στην περίπτωση αυτή νοείται το σύνολο της έκτασης η οποία έχει εγκριθεί κατά τα ανωτέρω ως Ζ.Α.Α.
2. Ως προϋπόθεση για την έναρξη της διαδικασίας κατά το παρόν Κεφάλαιο μπορεί να απαιτηθεί η συνένωση οικοδομικών συνεταιρισμών ή η συμμετοχή ιδιοκτητών άλλων ιδιοκτησιών σε υφιστάμενους οικοδομικούς συνεταιρισμούς, εφόσον με τον τρόπο αυτόν επιτυγχάνεται σωστότερη πολεοδομική οργάνωση ή, εφόσον κρίνεται αναγκαίο στο πλαίσιο της γενικότερης στεγαστικής και οικιστικής πολιτικής κατά την παρ. 3.
3. Η συμμετοχή ιδιοκτητών άλλων ιδιοκτησιών ή η συνένωση οικοδομικών συνεταιρισμών επιβάλλεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών:
α) όταν η έκταση ενός ή και περισσότερων οικοδομικών συνεταιρισμών γειτνιάζει με περιοχές με μεγάλη κατάτμηση γης ή περιοχές αυθαιρέτων ή με περιοχές κατοικίας που χρειάζονται ανάπλαση, πολεοδομική ανασυγκρότηση και γενικά αναμόρφωση ή με εκτάσεις δημόσιες ή δημοτικές.
β) όταν ιδιοκτησίες τρίτων παρεμβάλλονται στην έκταση οικοδομικού συνεταιρισμού ιδιοκτητών γης και αντιπροσωπεύουν επιφάνεια έως τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) της συνολικής επιφάνειας της προτεινόμενης για ανάπλαση περιοχής.
4. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζεται η διαδικασία συνένωσης των οικοπέδων, η διαδικασία μεταφοράς συντελεστή δόμησης ή ανταλλαγής εκτάσεων, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα ορισμού και εκπροσώπησης του φορέα διενέργειας Ζ.Α.Α. Σε κάθε περίπτωση δεν απαιτείται εκ νέου η κτηματογράφηση της περιοχής και λαμβάνονται υπόψη οι εγγραφές του Εθνικού Κτηματολογίου.
5. Το αίτημα για την έναρξη της διαδικασίας υποβάλλεται στον αρμόδιο Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας από το φορέα διενέργειας της Ζ.Α.Α. και, εφόσον αυτός δεν υφίσταται, από την απλή πλειοψηφία των καταχωρηθέντων ως δικαιούχων εγγραπτέων δικαιωμάτων κυριότητας στα στοιχεία του κτηματολογίου των πρώτων εγγραφών, εφόσον έχει περαιωθεί η κτηματογράφηση ή από την πλειοψηφία των τριών τετάρτων (3/4) στους προσωρινούς κτηματολογικούς πίνακες και τα διαγράμματα, αν έχει γίνει ανάρτηση κατά τις ειδικότερες διατάξεις περί Εθνικού Κτηματολογίου και δεν έχουν οριστικοποιηθεί οι πρώτες εγγραφές.
6. Η πολεοδομική μελέτη της περιοχής συντάσσεται είτε από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, αν η διαδικασία εκτελείται από το Δημόσιο, είτε από τον φορέα στον οποίο ανατέθηκε η σύνταξή της, και υποβάλλεται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας μετά από σχετική απόφαση της γενικής συνέλευσης του συνεταιρισμού, η οποία συγκαλείται ειδικά για τον σκοπό αυτόν. Η μελέτη αυτή εγκρίνεται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας μετά από γνώμη του ΚΕ.ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α.
7. Η μελέτη της παρ. 6 στηρίζεται στην κτηματογράφηση κατά τις διατάξεις του Εθνικού Κτηματολογίου και περιέχει:
α) τις ειδικές χρήσεις γης και τους πρόσθετους περιορισμούς, απαγορεύσεις ή υποχρεώσεις που αναφέρονται σε καθεμία από τις χρήσεις αυτές,
β) τα βασικά έργα υποδομής και τους προβλεπόμενους κοινόχρηστους χώρους κάθε είδους (οδούς, πλατείες, κοινόχρηστους κήπους και άλση, πρασιές και άλλους κοινόχρηστους χώρους που είναι αναγκαίοι για κοινωφελείς σκοπούς),
γ) τα δημόσια, δημοτικά και θρησκευτικά κτίρια και εγκαταστάσεις που προβλέπονται μέσα στη ζώνη,
δ) τους οικοδομήσιμους χώρους,
ε) τους όρους και περιορισμούς δόμησης,
στ) πρόσθετους όρους που αναφέρονται στα χρησιμοποιούμενα δομικά υλικά, τον τρόπο κατασκευής και την αισθητική εμφάνιση των κτιρίων και γενικά την αισθητική διαμόρφωση όλου του χώρου, τα ελάχιστα όρια μεγέθους των οικοδομών, τον τρόπο διαμόρφωσης και χρήσης των ακάλυπτων χώρων των οικοπέδων και τις συναφείς με αυτούς υποχρεώσεις,
ζ) τον προϋπολογισμό των έργων που απαιτούνται,
η) τον χρόνο ή τις χρονικές φάσεις εκτέλεσης των έργων του αναδασμού και τον τρόπο ή τους τρόπους παραχώρησης των νέων ιδιοκτησιών και υπολογισμού της αξίας αυτών,
θ) τη λήψη ειδικών μέτρων για την αντιμετώπιση ιδιαίτερων προβλημάτων κατοικίας ή επαγγελματικής στέγης προσώπων που χρειάζονται ιδιαίτερη μέριμνα καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του αναδασμού.
8. Στην περίπτωση που στις παλιές ιδιοκτησίες υπάρχουν κτίσματα ή άλλες εγκαταστάσεις, με την πολεοδομική μελέτη καθορίζεται η διατήρηση και η χρήση αυτών, διαφορετικά, αν χαρακτηριστούν κατεδαφιστέες, αποζημιώνεται ο ιδιοκτήτης για την αξία αυτών. Σε περίπτωση διατήρησης τους η ιδιοκτησία που προκύπτει μετά τη διαδικασία πολεοδόμησης, στην οποία βρίσκονται τα παραπάνω κτίσματα, περιέρχεται κατά προτίμηση στον αρχικό ιδιοκτήτη.
9. Στις περιπτώσεις εφαρμογής του άρθρου 89, σε Ζ.Α.Α., για τις αποδιδόμενες στο Δημόσιο εκτάσεις, αναλογούν δικαιώματα δόμησης επί της τελικώς πολεοδομούμενης έκτασης. Για τον υπολογισμό των δικαιωμάτων αυτών λαμβάνονται υπόψη:
α) το είδος της προστατευόμενης περιοχής και ο βαθμός προστασίας,
β) ο ειδικότερος χαρακτήρας της έκτασης,
γ) η αξία της έκτασης.
Ειδικότερα:
i) Για εκτάσεις απόλυτης προστασίας όπου απαγορεύεται η δόμηση, όπως δασικές και αναδασωτέες εκτάσεις, καθώς και κηρυγμένους αρχαιολογικούς χώρους αναλογούν δικαιώματα δόμησης επί ποσοστού ογδόντα τοις εκατό (80%) της πολεοδομούμενης έκτασης που αποδίδεται.
ii) Για εκτάσεις όπου επιτρέπονται περιορισμένες χρήσεις, όπως προστασία ορεινών όγκων, ζώνες Β αρχαιολογικής προστασίας, αναλογούν δικαιώματα δόμησης επί ποσοστού ενενήντα τοις εκατό (90%) της πολεοδομούμενης έκτασης.
10. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία προσδιορισμού της αξίας των συνεισφερόμενων ακινήτων, καθώς και των τελικών παραχωρουμένων ακινήτων. Αμφισβητήσεις του ύψους της αξίας που καθορίζεται επιλύονται δικαστικά μετά την εκτέλεση του αναδασμού και την παραχώρηση του νέου ακινήτου στον ιδιοκτήτη που αμφισβητεί τον προσδιορισμό και μόνο για τη διαφορά της αξίας του αρχικού ακινήτου από την αξία του ακινήτου που παραχωρείται. Η παραχώρηση των νέων ακινήτων στους αναγνωριζόμενους ως κυρίους των ιδιοκτησιών που έχουν υπαχθεί στον αναδασμό, γίνεται αφού ληφθεί υπόψη και η πολεοδομική μελέτη. Λαμβάνονται ακόμα υπόψη:
α) αρχικά και, εφόσον αυτό είναι τεχνικά εφικτό ο συσχετισμός των παλαιών και νέων ιδιοκτησιών,
β) ο συσχετισμός της αξίας κάθε ακινήτου, όπως αυτή διαμορφώνεται κατά τον χρόνο της παραχώρησης μετά την εκτέλεση των έργων της πολεοδομικής μελέτης και της αξίας του ακινήτου ή των ακινήτων με τα οποία κάθε ιδιοκτήτης συμμετέχει στον αναδασμό,
Τέλος, τα νέα παραχωρούμενα ακίνητα στους κυρίους των ιδιοκτησιών που υπήχθησαν στον αναδασμό, μπορεί να ορίζονται με κλήρωση.
11. Η παραχώρηση των νέων ακινήτων σε όσους συμμετέχουν στον αναδασμό μπορεί να γίνεται και τμηματικά κατά φάσεις που προβλέπονται από την πολεοδομική μελέτη ανάλογα με την πορεία των εργασιών εφαρμογής αυτής. Σε κάθε ιδιοκτήτη παραχωρείται ακίνητο του οποίου η αξία πρέπει να είναι ίση προς την αξία της ιδιοκτησίας που συνεισέφερε. Τυχόν ανατίμηση της αξίας της γης υπολογίζεται συνολικά στη ζώνη ή σε κάθε τμήμα και ωφελεί συμμέτρως όλους τους ιδιοκτήτες της ζώνης ή του οικείου τμήματος. Στην περίπτωση αυτή η αξία όλων των οικοπέδων που παραχωρούνται, πρέπει να είναι ανώτερη της αξίας των ακινήτων που συνεισφέρθηκαν κατά το παραπάνω ποσοστό. Είναι δυνατή και η παραχώρηση περισσότερων άρτιων οικοπέδων των οποίων η συνολική αξία αντιστοιχεί προς τη συνολική αξία των συνεισφερόμενων ακινήτων του ίδιου ιδιοκτήτη. Εφόσον στους χώρους που προορίζονται για διανομή περιλαμβάνονται οικόπεδα στα οποία υπάρχουν οικοδομές, αυτά παραχωρούνται μαζί με τις οικοδομές κατά προτίμηση στους αρχικούς ιδιοκτήτες και μέχρι να καλυφθεί το ύψος της αξίας των ακινήτων που συνεισφέρονται. Πάντως επιτρέπεται η σύσταση διαιρεμένης κατά ορόφους συνιδιοκτησίας μεταξύ περισσότερων ιδιοκτητών. Σε όσες περιπτώσεις κατά την εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης δεν είναι δυνατή η παραχώρηση άρτιου οικοπέδου σε μέλος του συνεταιρισμού εν όψει της μικρής έκτασης και αξίας του οικοπέδου που αυτός συνεισφέρει επιτρέπεται να γίνουν τα παρακάτω:
α) Περισσότεροι ιδιοκτήτες στους οποίους δεν μπορεί να παραχωρηθεί άρτιο οικόπεδο συνενώνονται υποχρεωτικά σε συνιδιοκτησία άρτιου οικοπέδου το οποίο έχει αξία ίση με την αξία του συνόλου των μερικότερων ακινήτων. Στους συνιδιοκτήτες αυτούς μπορεί να προστίθενται και άλλοι ιδιοκτήτες που έχουν ήδη λάβει άρτιο οικόπεδο μικρότερης αξίας από τη συνεταιρική τους μερίδα ώστε να γίνουν κύριοι ποσοστού αξίας ίσης με το ενεργητικό υπόλοιπο που παραμένει.
β) Στους ιδιοκτήτες ακινήτων των οποίων η αξία δεν επιτρέπει την παραχώρηση άρτιου οικοπέδου δίνεται ως αντιπαροχή τμήμα ιδιοκτησίας κατά όροφο σε οικοδομή που ήδη υπάρχει στη ζώνη του αναδασμού ή που ανεγείρεται από τον οικοδομικό συνεταιρισμό για τον σκοπό αυτόν.
γ) Μικρές ιδιοκτησίες ή ιδανικά μερίδια σε ιδιοκτησίες που βρίσκονται στη ζώνη του αναδασμού για τα οποία κρίνεται από το Δημόσιο ή το διοικητικό συμβούλιο του συνεταιρισμού, ότι λόγω του εξαιρετικά περιορισμένου μεγέθους της έκτασης ή του ποσοστού αντίστοιχα, δεν είναι δυνατόν να δοθεί άρτιο οικόπεδο ή να συνενωθούν αυτά με άλλα ή να παραχωρηθεί με αντιπαροχή τμήμα ιδιοκτησίας κατά όροφο, περιέχονται στην κυριότητα του Δημοσίου ή του συνεταιρισμού είτε με ελεύθερη αγορά είτε με απαλλοτρίωση υπέρ αυτών. Η απαλλοτρίωση αυτή που θεωρείται ότι εξυπηρετεί σκοπό κοινής ωφέλειας, δηλαδή την αρτιότερη πολεοδομική διαμόρφωση της Ζ.Α.Α. και τη δόμηση σε αυτή, κηρύσσεται με απόφαση του γραμματέα αποκεντρωμένης διοίκησης, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά για τις αναγκαστικές απαλλοτριώσεις.
12. Για την παραχώρηση στους καθοριζόμενους δικαιούχους των νέων ακινήτων, όπως αυτά διαμορφώνονται με την προβλεπόμενη πολεοδομική μελέτη, σύμφωνα με την παρ. 11, συντάσσεται μελέτη διανομής των παραχωρούμενων ιδιοκτησιών, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις για τις πράξεις εφαρμογής. Η εν λόγω μελέτη συντάσσεται από το φορέα του αστικού αναδασμού ή κατ’ ανάθεση αυτού, κυρώνεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας και μεταγράφεται κατά τις κείμενες διατάξεις. Για κάθε νέα ιδιοκτησία εκδίδεται παραχωρητήριο από τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας το οποίο αποτελεί τον τίτλο ιδιοκτησίας του νέου ή των νέων ακινήτων και μεταγράφεται με αίτηση του έχοντος έννομο συμφέρον. Για τον τύπο του παραχωρητηρίου και τη διαδικασία έκδοσης, εφαρμόζεται, κατ’ αναλογία, το π.δ. 66/1995 (Α΄ 47).
13. Από το χρόνο της μεταγραφής του παραχωρητηρίου, αυτός προς τον οποίο έγινε η παραχώρηση του νέου ακινήτου χάνει κάθε δικαίωμα στο ακίνητο ή στα ακίνητα που εισέφερε στον αναδασμό και αποκτά πρωτοτύπως κυριότητα στο ακίνητο που του παραχωρείται, δικαιούμενος να αποκτήσει τη νομή του. Αν το νέο ακίνητο κατέχεται από τρίτο, αυτός προς τον οποίο γίνεται η παραχώρηση δικαιούται να αξιώσει την παράδοση σε αυτόν με τη διαδικασία των άρθρων 733 και 734 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
14. Αν το ακίνητο που εισφέρεται διεκδικείται από τον τρίτο, μετά τη μεταγραφή του παραχωρητηρίου ή την ενημέρωση του Κτηματολογίου αντικείμενο της δίκης καθίσταται το νέο ακίνητο. Σε περίπτωση διεκδίκησης τμήματος ή ιδανικού μεριδίου του ακινήτου που εισφέρεται, αντικείμενο της δίκης μετά την παραπάνω μεταγραφή καθίσταται η αξία αυτού με την επιφύλαξη της εφαρμογής των άρθρων 1097 έως 1099 του Αστικού Κώδικα. Αυτός που διεκδικεί όμως δικαιούται στην πρώτη μετά τη μεταγραφή του παραχωρητηρίου διαδικαστική πράξη ή αλλιώς με εξώδικη δήλωσή του που επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή εντός ενός (1) εξαμήνου από τη μεταγραφή να δηλώσει ότι εμμένει στη διεκδίκηση τμήματος ή ιδανικού μεριδίου αυτούσιου, εκτός αν η άσκηση της ευχέρειας αυτής θα οδηγούσε στη δημιουργία μη άρτιων οικοπέδων ή αν είναι ασυμβίβαστη προς την πολεοδομική μελέτη ή αν γίνεται καταχρηστικά. Τα δύο προηγούμενα εδάφια εφαρμόζονται ανάλογα και σε περίπτωση διεκδίκησης ενός από περισσότερα ακίνητα που εισφέρθηκαν για τα οποία παραχωρήθηκε ενιαίο νέο ακίνητο.
15. Πραγματικές δουλείες που υπάρχουν μεταξύ ακινήτων από τα οποία το ένα τουλάχιστον περιλαμβάνεται στον αναδασμό αποσβένονται. Προσωπικές δουλείες στο εισφερόμενο ακίνητο, μνημονεύονται στο παραχωρητήριο, αντικείμενο δε αυτών μετά τη μεταγραφή του παραχωρητηρίου ή την ενημέρωση του Κτηματολογίου καθίσταται το νέο ακίνητο. Αν η δουλεία εκτεινόταν σε τμήμα του εισφερόμενου ακινήτου ή σε ιδανικό μερίδιο αυτού ή σε ένα από περισσότερα εισφερόμενα ακίνητα για τα οποία παραχωρήθηκε ενιαίο νέο ακίνητο, περιορίζεται σε ανάλογο ιδανικό μερίδιο αυτού. Υποθήκη ή προσημείωση στο εισφερόμενο ακίνητο αναφέρεται στο παραχωρητήριο και από τη μεταγραφή του αντικείμενο της υποθήκης ή της προσημείωσης καθίσταται το νέο ακίνητο. Για τη μεταβολή αυτή γίνεται σημείωση στα βιβλία υποθηκών, σύμφωνα με το άρθρο 1313 του Αστικού Κώδικα. Υποθήκη που έχει εγγραφεί σε ένα από τα περισσότερα εισφερόμενα ακίνητα, για τα οποία παραχωρήθηκε ενιαίο νέο ακίνητο, εκτείνεται σε ολόκληρο αυτό. Υποθήκη που έχει εγγραφεί στο εισφερόμενο ακίνητο για το οποίο παραχωρήθηκαν περισσότερα νέα ακίνητα, εκτείνεται σε όλα αυτά με την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 1270 του Αστικού Κώδικα ακόμα και αν η υποθήκη είχε παραχωρηθεί με ιδιωτική βούληση. Σε περίπτωση που έχουν εγγραφεί περισσότερες από μία υποθήκες σε διάφορα εισερχόμενα ακίνητα για τα οποία παραχωρήθηκε ενιαίο νέο ακίνητο, καθεμία από τις υποθήκες αυτές περιορίζεται σε ιδανικό μερίδιο του νέου ακινήτου ανάλογα με την αξία του ακινήτου που βαρύνεται. Συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση στο εισφερόμενο ακίνητο αναφέρεται στο παραχωρητήριο και από τη μεταγραφή αυτού ή την ενημέρωση του Κτηματολογίου αντικείμενό της γίνεται το νέο ακίνητο που παραχωρήθηκε. Τα τρία τελευταία εδάφια της παρ. 14 εφαρμόζονται ανάλογα. Για την επίσπευση του πλειστηριασμού εκδίδεται πάντοτε νέο πρόγραμμα και οι σχετικές προθεσμίες αρχίζουν από την παραπάνω μεταγραφή.
16. Η ανωτέρω διαδικασία παραχώρησης είναι δυνατόν να διεξαχθεί και μέσω της τράπεζας γης του άρθρου 124. Όπου στις διατάξεις του παρόντος απαιτείται μεταγραφή στο υποθηκοφυλακείο, νοείται και η απαιτούμενη καταχώριση στα κτηματολογικά βιβλία όπου λειτουργούν κτηματολογικά γραφεία.
Άρθρο 91. Ειδικές διατάξεις πολεοδόμησης
1. Βάρη ή υποθήκες ή διεκδικήσεις δεν αποτελούν κώλυμα για την πρόοδο της διαδικασίας εκτός των περιπτώσεων διεκδίκησης εκτάσεων από το Δημόσιο και σε κάθε περίπτωση πριν από την τελική έγκριση απαιτείται η εκ νέου προσκόμιση όλων των απαραίτητων στοιχείων που αποδεικνύουν τη συνδρομή των προϋποθέσεων της παρ. 1 του άρθρου 83.
2. Το παρόν Κεφάλαιο εφαρμόζεται και σε υφιστάμενους οικοδομικούς συνεταιρισμούς, που είναι νομείς εκτάσεως, στην οποία οργανώνονται περιοχές περιβαλλοντικής αναβάθμισης και ιδιωτικής πολεοδόμησης και πολεοδομούνται τμήματα αυτής, δυνάμει συμβολαιογραφικών προσυμφώνων σε ισχύ και σχετικών εξοφλητικών αποδείξεων, από τη σύνταξη των οποίων έως τις 08.08.2014 (ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 4280/2014, Α΄ 159) έχει παρέλθει η εικοσαετής κτητική παραγραφή. Απαραίτητη προϋπόθεση για την ολοκλήρωση της διαδικασίας πολεοδόμησης είναι η απόκτηση του δικαιώματος κυριότητας με συμβολαιογραφική πράξη ή αμετάκλητη δικαστική απόφαση.
3. Οι περιορισμοί για το ενιαίο και την ελάχιστη επιφάνεια της έκτασης κατά το άρθρο 84, δεν εφαρμόζονται επί υφιστάμενων οικοδομικών συνεταιρισμών, οι εκτάσεις των οποίων περιλαμβάνονται εντός ορίων εγκεκριμένων Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. ή Τ.Π.Σ. και αποτελούν τμήμα ή τμήματα πολεοδομικής ενότητας του σχεδίου αυτού, εφόσον τα τμήματα που διακόπτονται είναι μεγαλύτερα των δέκα (10) στρεμμάτων.
4. Εκτάσεις οικοδομικών συνεταιρισμών ή ιδιωτών, σε περιοχές όπου δεν έχει εγκριθεί Γ.Π.Σ., Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. ή Τ.Π.Σ., εντάσσονται στις διαδικασίες του παρόντος Κεφαλαίου και πολεοδομούνται με τη διαδικασία ιδιωτικής πολεοδόμησης, εφόσον εμπίπτουν σε εγκεκριμένη κατά το άρθρο 274 Ζ.Ο.Ε., όπου επιτρέπεται η πολεοδόμηση και κατ’ εξαίρεση των χωρικών περιορισμών του άρθρου 83. Σε αυτή την περίπτωση εγκρίσεις των αρμόδιων υπηρεσιών και βεβαιώσεις που έχουν εκδοθεί την τελευταία δεκαετία δεν απαιτείται να εκδοθούν εκ νέου και ισχύουν για τη διαδικασία έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης. Στις περιπτώσεις αυτές πέραν των λοιπών δικαιολογητικών υποβάλλεται ειδική μελέτη πληθυσμιακών κριτηρίων από την οποία αποδεικνύεται ότι η προτεινόμενη πληθυσμιακή χωρητικότητα της έκτασης πολεοδόμησης δεν έρχεται σε αντίθεση με το ισχύον πλαίσιο χωροταξικού σχεδιασμού. Εκτάσεις, για τις οποίες έχει προβλεφθεί και επιτρέπεται η πολεοδόμηση σε εγκεκριμένη Ζ.Ο.Ε. και έχει επιπροσθέτως χορηγηθεί έγκριση καταλληλόλητας, σύμφωνα με τον ν. 1337/1983 (Α΄33) είτε με τον ν. 1947/1991 (Α΄70) ακολουθούν ως προς τη διαδικασία πολεοδόμησης το άρθρο 89 και μόνον, εφόσον η τελικώς πολεοδομούμενη έκταση δεν υπερβαίνει την έκταση των τριακοσίων (300) στρεμμάτων.
Άρθρο 92. Οικοδομικοί Συνεταιρισμοί με εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο προ του έτους 1975
1. Τα ρυμοτομικά σχέδια πριν από το έτος 1975, τα οποία δεν έχουν ανακληθεί ή ακυρωθεί για εκτάσεις οικοδομικών συνεταιρισμών σε περιοχές που προστατεύονται από τη δασική νομοθεσία κατά την 8.8.2014 (ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 4280/2014, Α΄ 159) παύουν να ισχύουν και συντάσσονται νέα με μέριμνα και δαπάνες των οικοδομικών συνεταιρισμών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου και υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις των επόμενων παραγράφων.
2. Οικοδομικοί συνεταιρισμοί, νόμιμοι ιδιοκτήτες δασών, δασικών εκτάσεων, εκτάσεων του δεύτερου και τρίτου εδαφίου της παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 998/1979 (Α΄289) και γενικότερα εκτάσεων μη υπαγόμενων στις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, πριν από την έναρξη ισχύος του Συντάγματος του 1975 για τις οποίες είχε εγκριθεί από τη διοίκηση πριν από το έτος 1975 ρυμοτομικό σχέδιο ή έχουν εκδοθεί για τις εκτάσεις αυτές εγκρίσεις δημοσίων υπηρεσιών και έγκριση του ρυμοτομικού σχεδίου από το αρμόδιο συμβούλιο δημοσίων έργων του Υπουργείου Δημοσίων Έργων πριν από το έτος 1975, εντάσσονται σε ειδικό καθεστώς περιβαλλοντικής αναβάθμισης και ιδιωτικής πολεοδόμησης υπό τις προϋποθέσεις των επόμενων παραγράφων.
3. Για την έκδοση του προεδρικού διατάγματος περιοχής Π.Π.Α.Ι.Π. καταγράφεται και απεικονίζεται στα σχετικά διαγράμματα το σύνολο των εκτάσεων της υπό ρύθμιση περιοχής, σύμφωνα με τις επόμενες παραγράφους, δηλαδή, το σύνολο των εκτάσεων που αποδίδονται ως προστατευόμενες περιοχές στο Δημόσιο, το σύνολο των εκτάσεων που διέπονται από ειδικό καθεστώς προστασίας και παραμένουν εκτός σχεδίου ως αδόμητες περιοχές και το σύνολο των εκτάσεων που πολεοδομούνται.
4. Ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) της υπό ρύθμιση έκτασης αποδίδεται κατά κυριότητα στο Δημόσιο. Η αποδιδόμενη έκταση πρέπει να είναι είτε ενιαία είτε διαιρετή σε τμήματα επιφάνειας μεγαλύτερης ή τουλάχιστον ίσης των δέκα (10) στρεμμάτων το καθένα. Η έκταση αυτή χαρακτηρίζεται προστατευόμενη περιοχή και τίθεται στην αρμοδιότητα και τη διαχείριση των δασικών υπηρεσιών. Αναδασωτέες εκτάσεις αποδίδονται υποχρεωτικά κατά κυριότητα στο Δημόσιο και συνυπολογίζονται στο ανωτέρω ποσοστό.
5. Εφόσον τα εναπομένοντα προς πολεοδόμηση τμήματα, εκτός των περιοχών ιδίου νομικού καθεστώτος, κατά την παρ. 1β του άρθρου 83, δεν καταλαμβάνουν το πενήντα τοις εκατό (50%) της υπό ρύθμιση έκτασης, δύναται όλως εξαιρετικά να συμπληρωθούν από εκτάσεις της παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 998/1979 και δευτερευόντως από εκτάσεις της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 998/1979 (Α΄ 289). Σε κάθε, όμως, περίπτωση οι οικοδομήσιμοι χώροι δεν υπερβαίνουν το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του συνόλου της υπό ρύθμιση έκτασης. Η έγκριση επέμβασης εκδίδεται για τη συγκεκριμένη έκταση εμφαινόμενη σε τοπογραφικό διάγραμμα εξαρτημένο από το κρατικό σύστημα συντεταγμένων ΕΓΣΑ ΄87, κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος. Η ανωτέρω έγκριση χορηγείται από τον γραμματέα της οικείας αποκεντρωμένης διοίκησης, υπό την προϋπόθεση ότι για τη συγκεκριμένη χρήση δεν είναι δυνατή η διάθεση ομόρων δημοσίων εκτάσεων μη υπαγομένων στις προστατευτικές διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου. Στην περίπτωση που βεβαιώνεται από την αρμόδια αρχή ότι δεν είναι δυνατή η διάθεση των παραπάνω εκτάσεων, εξετάζεται από την αρμόδια δασική υπηρεσία εάν μπορούν να διατεθούν δημόσιες χορτολιβαδικές και βραχώδεις εκτάσεις των περ. β΄ και γ΄ της παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 998/1979 (Α΄289), άλλως διατίθενται δασικές εκτάσεις ή δάση. Εφόσον απαιτείται η έκδοση Α.Ε.Π.Ο. ή Π.Π.Δ. η έγκριση επέμβασης ενσωματώνεται σε αυτήν.
6. Σε κάθε περίπτωση για την επίτευξη θετικού περιβαλλοντικού ισοζυγίου εκπονείται και εγκρίνεται ειδική μελέτη περιβαλλοντικού ισοζυγίου. Σε περίπτωση που διατεθούν δασικές εκτάσεις ή δάση για τη συμπλήρωση του πενήντα τοις εκατό (50%) της αλλαγής χρήσης, κατά την περ. β΄ της παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 998/1979 (Α΄289), για την επίτευξη του περιβαλλοντικού ισοζυγίου, σύμφωνα με τη σχετική μελέτη, υποχρεούται ο οικοδομικός συνεταιρισμός να προβεί σε δάσωση τουλάχιστον ίσου ή και μέχρι του διπλάσιου εμβαδού γειτονικής έκτασης ή έκτασης ευρισκόμενης στην ευρύτερη περιοχή, σύμφωνα με υπόδειξη της δασικής υπηρεσίας. Αν δεν υπάρχει κατάλληλη έκταση υποχρεούται ο οικοδομικός συνεταιρισμός να καταθέσει στο Πράσινο Ταμείο την απαιτούμενη δαπάνη για τη δάσωση αποκλειστικά ανάλογης έκτασης σε άλλη περιοχή από τη δασική υπηρεσία. Η ειδική αυτή μελέτη του θετικού περιβαλλοντικού ισοζυγίου ενσωματώνεται ως διακριτό κεφάλαιο στη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων δημιουργίας του οικισμού, η οποία είναι απαραίτητη για τη σχετική έγκριση των περιβαλλοντικών όρων (Α.Ε.Π.Ο.) και περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον το εμβαδόν της έκτασης που προορίζεται για αλλαγή χρήσης, τον χαρακτήρα αυτής, το είδος της βλάστησης, την απαιτούμενη έκταση για την ικανοποίηση του θετικού περιβαλλοντικού ισοζυγίου και τα χαρακτηριστικά αυτής. Λεπτομέρειες σχετικά με τη σύνταξη και το περιεχόμενο της μελέτης αυτής καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
7. Ειδικά, στην περίπτωση δασικών και κηρυγμένων αναδασωτέων εκτάσεων απαιτείται με ευθύνη των προσώπων της παρ. 1 του άρθρου 83 πριν από την υλοποίηση των υπολοίπων έργων υποδομής κατά τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου να υλοποιηθούν τα έργα αποκατάστασης και αναβάθμισης του φυσικού περιβάλλοντος, όπως η αναδάσωση και δάσωση κατά τις διατάξεις του ν. 998/1979 (Α΄289), καθώς και να υποβληθεί διαχειριστικό σχέδιο προστασίας, συντήρησης και διαχείρισης των εκτάσεων αυτών που αποδίδονται στο Δημόσιο. Για την ολοκλήρωση των συγκεκριμένων έργων υποδομής εκδίδεται ειδική διαπιστωτική απόφαση του γραμματέα αποκεντρωμένης διοίκησης μετά από εισήγηση τριμελούς επιτροπής, η οποία συγκροτείται από τον γραμματέα αποκεντρωμένης διοίκησης και αποτελείται από:
α) ένα δασολόγο της Διεύθυνσης Δασών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας,
β) ένα δασολόγο μέλος του ΓΕΩΤ.Ε.Ε.,
γ) ένα γεωπόνο μέλος του ΓΕΩΤ.Ε.Ε..
8. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας δύναται να καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη σύσταση και τη λειτουργία της ως άνω επιτροπής.
9. Μετά από την έκδοση της απόφασης αρμόδιος φορέας για την παρακολούθηση του σχεδίου διαχείρισης και την προστασία της περιοχής που δασώθηκε ορίζεται ο αρμόδιος φορέας διαχείρισης της περιοχής, εφόσον υφίσταται, ή διαφορετικά η οικεία δασική υπηρεσία.
10. Οι κοινόχρηστοι χώροι πρασίνου που αποδίδονται σε κοινή χρήση, σύμφωνα με την πολεοδομική μελέτη, πέραν των εκτάσεων που αποδίδονται στο Δημόσιο, διατηρούν στο ακέραιο το δασικό τους χαρακτήρα, καταγράφονται ως περιοχές περιβαλλοντικής αναβάθμισης και υπάγονται στις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας. Οι χώροι αυτοί τίθενται σε ειδικό καθεστώς προστασίας και η διαχείριση αυτών γίνεται από τον οικείο δήμο ο οποίος δύναται, με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, να αναθέτει τη διαχείριση των περιοχών αυτών στον αρμόδιο φορέα διαχείρισης της περιοχής, εφόσον υφίσταται.
11. Οι ειδικές εκτάσεις περιβαλλοντικής αναβάθμισης και ιδιωτικής πολεοδόμησης πολεοδομούνται με τη διαδικασία του άρθρου 85 και δεν εφαρμόζεται γι’ αυτές το άρθρο 88. Για τις εκτάσεις αυτές, πέραν των ανωτέρω οριζομένων:
α) Ο συντελεστής δόμησης δε δύναται να υπερβαίνει το 0,3.
β) Για την ανοικοδόμηση χρησιμοποιούνται αποκλειστικά υλικά φιλικά προς το περιβάλλον και η επιλογή του χώρου δόμησης ανά οικόπεδο επιλέγεται ιδιαιτέρως ώστε να προσαρμόζεται στο φυσικό περιβάλλον.
γ) δύναται να απαγορεύεται η ασφαλτόστρωση δρόμων, καθώς και η ανέγερση κοινωφελών κτιρίων, εφόσον αυτό τεκμηριώνεται από τις σχετικές μελέτες, Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι διαδικασίες περιβαλλοντικής προστασίας και πολεοδόμησης του παρόντος Κεφαλαίου. Μετά από την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης επί των οικοδομήσιμων οικοπέδων, καθώς και στις περιπτώσεις ακινήτων των παρ. 12 και 13 δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις της δασικής νομοθεσίας.
12.Ακίνητα που προήλθαν από κλήρωση μεριδιούχων οικοδομικών συνεταιρισμών πριν από το 1975 και ήταν άρτια και οικοδομήσιμα κατά παρέκκλιση, σύμφωνα με τους όρους δόμησης που ίσχυαν κατά τον χρόνο έγκρισης του ρυμοτομικού σχεδίου, οικοδομούνται, σύμφωνα με τα ισχύοντα κατά τον χρόνο έγκρισης του ρυμοτομικού σχεδίου, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης.
13. Εκτάσεις οικοδομικών συνεταιρισμών που εγκρίθηκαν με διάταγμα ρυμοτομίας πριν από το έτος 1975 επί των οποίων έχουν υλοποιηθεί έργα υποδομής, σύμφωνα με την πολεοδομική μελέτη, η ολοκλήρωση των οποίων διακόπηκε μετά από έγγραφα των αρμοδίων υπηρεσιών, εφόσον το ρυμοτομικό σχέδιο δεν έχει ανακληθεί ή ακυρωθεί, ολοκληρώνουν τη διαδικασία υλοποίησης έργων υποδομής και διανομής των οικοπέδων, σύμφωνα με την εγκριθείσα πολεοδομική μελέτη, κατ’ εξαίρεση της παρ. 1. Κατ’ εξαίρεση των οριζομένων στο ρυμοτομικό σχέδιο και την πολεοδομική μελέτη ο συντελεστής δόμησης κάθε οικοπέδου δεν μπορεί να υπερβαίνει το 0,3 για την έκδοση της έγκρισης και της άδειας δόμησης. Δεν απαιτείται για τη μείωση του συντελεστή τροποποίηση της πολεοδομικής μελέτης.
Άρθρο 93. Θεσμικό πλαίσιο παράλληλων εγκρίσεων
1. Με σκοπό την άρτια και εμπρόθεσμη ολοκλήρωση της έκδοσης βεβαίωσης καταλληλότητας κατά τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου των εκτάσεων των Π.Π.Α.Ι.Π. δύναται να καθορίζεται διαδικασία για την ενιαία παράλληλη έκδοση όλων των αναγκαίων εγκρίσεων (Δασαρχείο - Αρχαιολογικές Υπηρεσίες - Γνωμοδοτήσεις Φορέων Διαχείρισης και άλλων οργάνων).
2. Στη διαδικασία των παράλληλων αδειοδοτήσεων και εγκρίσεων δύναται να ενταχθούν οι παρακάτω περιπτώσεις:
α) εκτάσεις επιφανείας μεγαλύτερης των τριακοσίων (300) στρεμμάτων των προσώπων της παρ. 1 του άρθρου 83, για τις οποίες δεν υφίστανται είτε οι απαραίτητες γνωμοδοτήσεις, σύμφωνα με το άρθρο 86, είτε πράξη χαρακτηρισμού της έκτασης, σύμφωνα με το άρθρο 14 του ν. 998/1979 (Α΄ 289) ή απόσπασμα κυρωθέντος δασικού χάρτη κατά τα άρθρα 17 ή 19 του ν. 3889/2010 (Α΄ 182), ή δασολογίου, από τα οποία να προκύπτει ο χαρακτήρας της έκτασης από πλευράς υπαγωγής της στη δασική νομοθεσία.
β) δημόσιες χορτολιβαδικές και βραχώδεις εκτάσεις των περ. β΄ και γ΄ της παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 998/1979 (Α΄289), για τις οποίες δεν απαγορεύεται η δόμηση και τις οποίες διαχειρίζονται οι αρμόδιες δασικές υπηρεσίες, επιφανείας μεγαλύτερων των πεντακοσίων (500) στρεμμάτων με σκοπό την ανταλλαγή,
γ) ακίνητα ιδιοκτησίας του Δημοσίου ή των Ο.Τ.Α. ή των ν.π.δ.δ. επιφανείας μεγαλύτερης των τριακοσίων (300) στρεμμάτων.
3. Η συνολική διαδικασία υπαγωγής των εκτάσεων στο παρόν άρθρο διεκπεραιώνεται ηλεκτρονικά σε πληροφοριακό σύστημα του Ελληνικού Κτηματολογίου και επί των χαρτογραφικών υποβάθρων του ιδίου. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας δύναται να καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την ανάπτυξη και λειτουργία των βάσεων δεδομένων για την εφαρμογή του παρόντος.
4. Το Ελληνικό Κτηματολόγιο για τη διεκπεραίωση της ανωτέρω διαδικασίας εν όλω ή εν μέρει, καθώς και κάθε άλλης σχετικής ηλεκτρονικής διαδικασίας, δύναται να ορίζεται ως δικαιούχος χρηματοδότησης κατά την ισχύουσα νομοθεσία μετά από προγραμματική σύμβαση με το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
5. Για την υπό σχεδιασμό περιοχή υποβάλλεται ηλεκτρονικά από όποιον έχει έννομο συμφέρον, σύμφωνα με την παρ. 2, αίτηση στον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την υπαγωγή στο παρόν άρθρο και την ενιαία έκδοση όλων των εγκρίσεων συνοδευόμενη από:
α) τοπογραφικό διάγραμμα σε κλίμακα 1:500 ή 1:1.000 εξαρτημένο από το κρατικό σύστημα συντεταγμένων ΕΓΣΑ ΄87, το οποίο περιλαμβάνει:
αα) κτηματογραφική αποτύπωση με τα όρια και το εμβαδόν τόσο του συνόλου της έκτασης όσο και των διαιρετών τμημάτων που την απαρτίζουν,
αβ) όρια των υπό προστασία εκτάσεων που απαγορεύεται να χρησιμοποιηθούν για οικιστικούς σκοπούς (δάση, δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις, αρχαιολογικοί χώροι, περιοχές προστασίας) βάσει έγκυρων γνωμοδοτήσεων ή τελεσίδικων πράξεων χαρακτηρισμού ή κυρωμένου δασικού χάρτη ή δασολογίου κατά το άρθρο 86, ή πράξεων οριοθέτησης αρχαιολογικών χώρων.
αγ) καθορισμένες οριογραμμές αιγιαλού, παραλίας ή και παλαιού αιγιαλού, εφόσον η έκταση βρίσκεται σε απόσταση μικρότερη των εκατό (100) μέτρων από την ακτή,
αδ) πρόταση καθορισμού οριογραμμών ή εγκεκριμένες οριογραμμές των υδατορεμάτων, σύμφωνα με το ν. 4258/2014 (Α΄94).
αε) στοιχεία Εθνικού Κτηματολογίου (όρια και ΚΑΕΚ), εφόσον η έκταση εντάσσεται σε περιοχή λειτουργίας ή σύνταξης Εθνικού Κτηματολογίου,
αστ) απόσπασμα χάρτη του εγκεκριμένου Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. ή Τ.Π.Σ. και απόσπασμα χάρτη της Γ.Υ.Σ. κλίμακας 1:5.000, με σημειωμένη τη θέση και ενδεικτικά τα όρια της έκτασης.
β) Αναφορά στα αρμόδια για την έγκριση όργανα, καθώς και τις αρμόδιες υπηρεσίες των δήμων ή των αποκεντρωμένων διοικήσεων που είναι αρμόδιες για την παροχή στοιχείων και διευκρινίσεων.
γ) Ειδικά, για την περ. α της παρ. 2, υποβάλλεται, σύμφωνα με το άρθρο 86, έκθεση ελέγχου τίτλων με αναφορά στα όρια του ανωτέρω τοπογραφικού διαγράμματος υπογραφόμενη από δικηγόρο, ο οποίος φέρει την ευθύνη για το σχετικό πόρισμα.
6. Ο έλεγχος της πληρότητας της αίτησης και των δικαιολογητικών γίνεται εντός δέκα (10) ημερών από την ηλεκτρονική υποβολή αυτής. Σε περίπτωση ελλείψεων ενημερώνεται άμεσα ο δικαιούχος προκειμένου να καλύψει αυτές το αργότερο εντός είκοσι (20) ημερών από την υποβολή της αίτησης. Αν παρέλθει άπρακτη οποιαδήποτε από τις ως άνω προθεσμίες η αίτηση θεωρείται απορριφθείσα και ενημερώνεται περί της απόρριψης άμεσα ο αιτούμενος.
7. Εφόσον η αίτηση υπαγωγής στο σύστημα του παρόντος άρθρου δεν έχει απορριφθεί κατά την παρ. 6, τα στοιχεία της παρ. 5 αναρτώνται διαδικτυακά μέσω του πληροφοριακού συστήματος του Ελληνικού Κτηματολογίου εντός ευλόγου χρόνου από τη συμπλήρωση των ελλείψεων που διαπιστώθηκαν και για διάστημα ενενήντα (90) ημερών και κοινοποιούνται από τον ενδιαφερόμενο στα αρμόδια για την έγκριση όργανα, τα οποία υποχρεούνται να γνωμοδοτήσουν επί της έκτασης του τοπογραφικού διαγράμματος εντός του ίδιου χρονικού διαστήματος.
8. Μετά από την έκδοση των σχετικών γνωμοδοτήσεων, οι αιτούντες οφείλουν να ενημερώσουν καταλλήλως το τοπογραφικό διάγραμμα της παρ. 5 και να το υποβάλουν εκ νέου εντός είκοσι (20) ημερών από τη λήψη όλων των απαιτούμενων γνωμοδοτήσεων. Το τοπογραφικό διάγραμμα αναρτάται διαδικτυακά μέσω του πληροφοριακού συστήματος του Ελληνικού Κτηματολογίου για διάστημα είκοσι (20) ημερών και, εφόσον στο διάστημα αυτό δεν υπάρξει οποιαδήποτε αντίρρηση από τα όργανα που εξέδωσαν τις γνωμοδοτήσεις και τις αρμόδιες υπηρεσίες των δήμων ή των αποκεντρωμένων διοικήσεων, εκδίδεται η απόφαση της παρ. 9.
9. Μετά από την έγκριση του υποβληθέντος τοπογραφικού διαγράμματος, σύμφωνα με τις διαδικασίες της παρ. 8, εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας με την οποία διαπιστώνεται η ολοκλήρωση της διαδικασίας του παρόντος άρθρου. Η απόφαση αυτή δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως συνοδευόμενη από το απόσπασμα του χάρτη και αναρτάται στην ηλεκτρονική σελίδα του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και του Ελληνικού Κτηματολογίου.
10. Η ως άνω απόφαση αντικαθιστά τις αναγκαίες εγκρίσεις και αδειοδοτήσεις (δασαρχείο - αρχαιολογικές υπηρεσίες - γνωμοδοτήσεις φορέων διαχείρισης και άλλων οργάνων) για την έκδοση βεβαίωσης καταλληλότητας των εκτάσεων των Π.Π.Α.Ι.Π. κατά τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου.
11. Σε κάθε περίπτωση η διαδικασία της έκδοσης όλων των απαραίτητων εγκρίσεων και γνωμοδοτήσεων ολοκληρώνεται εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την υποβολή του αιτήματος, και, εφόσον διαπιστωθούν ελλείψεις κατά την παρ. 6, από την υποβολή όλων των απαιτούμενων συμπληρωματικών στοιχείων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄: Ανταλλαγή εκτάσεων οικοδομικών συνεταιρισμών
Άρθρο 94. Εκτάσεις - Υποδοχέων Συντελεστή Δόμησης Οικοδομικών Συνεταιρισμών
1. Καθορίζονται ζώνες υποδοχής - ανταλλαγής εκτάσεων ή τμημάτων εκτάσεων οικοδομικών συνεταιρισμών, σύμφωνα με το παρόν Κεφάλαιο. Οι εκτάσεις αυτές προβλέπονται με την έγκριση των Τ.Π.Σ. ή άλλου αντίστοιχου επιπέδου σχεδιασμού κατά το Κεφάλαιο Α’ του Τμήματος III, στο σύνολο της χερσαίας χώρας συμπεριλαμβανομένων των νήσων Κρήτης, Εύβοιας και Ρόδου. Εξαιρούνται οι περιοχές Αττικής και Θεσσαλονίκης, που καταλαμβάνονται από τα αντίστοιχα όρια αρμοδιότητας των προβλεπόμενων Ρυθμιστικών Σχεδίων και με την επιφύλαξη των Κεφαλαίων Δ΄, Ε’ και ΣΤ΄ του Τμήματος VII του παρόντος Μέρους.
2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας εγκρίνονται, κατ’ εξαίρεση της παρ. 1, για εθνικούς λόγους αναβάθμισης και αναζωογόνησης των εγκαταλελειμμένων, μικρών και φθινόντων οικισμών και αποκατάστασης των μεριδιούχων εκτάσεων οικοδομικών συνεταιρισμών, Ειδικά Σχέδια Περιβαλλοντικής Αναβάθμισης και Ανάπτυξης (Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α.), με τα οποία καθορίζονται και ζώνες - υποδοχείς Οικοδομικών Συνεταιρισμών - ιδιωτικών πολεοδομήσεων πλησίον εγκαταλελειμμένων, μικρών και φθινόντων οικισμών, όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 101 και ανεξαρτήτως ύπαρξης εγκεκριμένου υπερκείμενου επιπέδου σχεδιασμού μετά από ειδική χωροταξική ανάλυση και γνωμοδότηση του ΚΕ.ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις τα Ειδικά Σχέδια μπορεί να τροποποιούν κατευθύνσεις και περιορισμούς υφιστάμενων υπερκείμενων επιπέδων σχεδιασμού.
3. Οι εκτάσεις της παρ. 1 προέρχονται από:
α) δημόσιες χορτολιβαδικές και βραχώδεις εκτάσεις των περ. β΄ και γ΄ της παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 998/1979 (Α΄289), για τις οποίες δεν απαγορεύεται η δόμηση και τις οποίες διαχειρίζονται οι αρμόδιες δασικές υπηρεσίες,
β) εκτάσεις ακινήτων ιδιοκτησίας του Δημοσίου ή των Ο.Τ.Α. ή των ν.π.δ.δ., ή
γ) ιδιωτικές εκτάσεις υπό τις επιφυλάξεις ειδικότερων διατάξεων των Κεφαλαίων Δ΄, Ε΄ και ΣΤ΄ του Τμήματος VII του παρόντος Μέρους.
Άρθρο 95. Εποπτεία Οικοδομικών Συνεταιρισμών και Δικαιούχοι Ανταλλαγής
1. Οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί υπάγονται στον ν. 1667/1986 (Α΄ 196) όσον αφορά τη σύστασή τους, τη λειτουργία και την εποπτεία τους.
2. Δικαιούχοι της ανταλλαγής είναι όλοι οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί, καθώς και φυσικά ή νομικά πρόσωπα που είναι ιδιοκτήτες (κύριοι) δασών ή δασικών εκτάσεων ή εκτάσεων όπου απαγορεύεται η δόμηση ή διέπονται από ειδικό καθεστώς προστασίας, όπως δάση, δασικές εκτάσεις ή κηρυγμένοι αρχαιολογικοί χώροι, ή αποτελούν τμήμα γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας ή δεν μπορούν να αξιοποιηθούν για άλλους λόγους προστασίας, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
3. Οι δικαιούχοι κατατάσσονται, σύμφωνα με το αίτημά τους κατά προτεραιότητα για την ανταλλαγή, ως εξής:
α) Οικοδομικοί συνεταιρισμοί για τους οποίους έχει εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση που προβλέπει ανταλλαγή της μη κατάλληλης έκτασής τους ή αντίστοιχης αποζημίωσής τους.
β) Οικοδομικοί συνεταιρισμοί των οποίων οι εκτάσεις έχουν ήδη ενταχθεί σε ρυμοτομικό σχέδιο και μετά από την δημοσίευση του ν. 998/1979 (Α΄289) τα σχέδια αυτά είτε κρίθηκαν άκυρα είτε πρέπει να ακυρωθούν, γιατί βρίσκονται σε περιοχές όπου απαγορεύεται η δόμηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού (δάση, δασικές εκτάσεις κ.λπ.).
γ) Οικοδομικοί συνεταιρισμοί των οποίων οι εκτάσεις υπήχθησαν σε διαδικασία ένταξης σε ρυμοτομικό σχέδιο που διακόπηκε μετά από την έναρξη ισχύος του ν. 998/1979 (Α΄289) και οι οποίοι έχουν άδεια κτήσης.
δ) Οικοδομικοί συνεταιρισμοί των οποίων οι εκτάσεις έχουν ήδη ενταχθεί σε ρυμοτομικό σχέδιο που είτε κρίθηκε άκυρο ή πρέπει να ακυρωθεί επειδή οι εκτάσεις υπήχθησαν μεταγενέστερα σε ειδικό καθεστώς προστασίας.
ε) Οικοδομικοί συνεταιρισμοί που είχαν προωθήσει τη διαδικασία έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης, σύμφωνα με το π.δ. 93/1987 (Α΄ 52) και η διαδικασία διεκόπη για διάφορους λόγους (έλλειψη Π.Ε.Ρ.Π.Ο. κ.λπ.).
στ) Οικοδομικοί συνεταιρισμοί που έχουν εγκεκριμένη απόφαση οικιστικής καταλληλότητας με το π.δ. 93/1987 (Α΄52).
ζ) Φορείς Ιδιωτικών Πολεοδομήσεων των οποίων η πολεοδομική μελέτη είχε εκπονηθεί και προωθηθεί για έγκριση με το ν. 1947/1991 (Α΄ 70) και κρίθηκε μη νόμιμη από το Συμβούλιο της Επικρατείας λόγω έλλειψης εγκεκριμένου χωροταξικού πλαισίου.
η) Φορείς Ιδιωτικών Πολεοδομήσεων για τις οποίες έχει εκδοθεί απόφαση οικιστικής καταλληλότητας κατά τις διαδικασίες του ν. 1947/1991 (Α΄ 70).
θ) Οικοδομικοί Συνεταιρισμοί που είναι κύριοι δασών και δασικών εκτάσεων και μετά από τη δημοσίευση του ν. 998/1979 (Α΄289) δεν κατέστη δυνατή η προώθηση καμίας διαδικασίας, με συνυπολογισμό για την προτεραιότητα του έτους κτήσης κυριότητας.
3. Στο παρόν άρθρο υπάγονται και οικοδομικοί συνεταιρισμοί οργανισμών υπό τη μορφή ν.π.δ.δ.
Άρθρο 96. Καταγραφή των ζωνών – υποδοχέων
1. Η αναγνώριση και καταγραφή των ζωνών - υποδοχέων κατά το άρθρο 94 γίνεται με τη διαδικασία έκδοσης βεβαίωσης καταλληλότητας του άρθρου 86.
2. Για την εφαρμογή του άρθρου 94 μετά από αίτημα των ενδιαφερομένων, των οικείων Ο.Τ.Α., της αποκεντρωμένης διοίκησης, των διευθύνσεων δασών ή και των συναρμόδιων δημοσίων υπηρεσιών με εντολή του οικείου Υπουργού, διαβιβάζονται στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας όλα τα προβλεπόμενα στοιχεία για την έκδοση βεβαίωσης καταλληλότητας κατά το άρθρο 86.
3. Με την έκδοση βεβαίωσης καταλληλότητας, τα όρια των εκτάσεων των ζωνών - υποδοχέων καταγράφονται με ευθύνη του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας σε ειδική βάση δεδομένων του Ελληνικού Κτηματολογίου και στα χαρτογραφικά υπόβαθρα αυτής.
Άρθρο 97. Διαδικασία ανταλλαγής
1. Η διαδικασία ανταλλαγής γίνεται μέσω της ηλεκτρονικής διαδικασίας της Ψηφιακής Τράπεζας Γης του Κεφαλαίου Γ΄ του Τμήματος ΙΙ του Μέρους Β΄, με την επιφύλαξη του άρθρου 98.
2. Για την ανταλλαγή λαμβάνεται υπόψη η τιμή ζώνης της περιοχής που βρίσκεται το ακίνητο ανταλλαγής, καθώς και η τιμή ζώνης της περιοχής που βρίσκεται η έκταση που αποδίδεται ως αντάλλαγμα. Για τα ακίνητα σε περιοχές που δεν έχει καθοριστεί τιμή ζώνης, σύμφωνα με το σύστημα των αντικειμενικών αξιών του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, για τον υπολογισμό της αξίας λαμβάνεται υπόψη η ελάχιστη τιμή ζώνης που ισχύει στην δημοτική ενότητα όπου βρίσκεται η έκταση και σε περίπτωση που δεν έχει καθοριστεί αυτή, η ελάχιστη τιμή ζώνης που ισχύει στην περιφερειακή ενότητα όπου βρίσκεται η έκταση.
3. Σε κάθε περίπτωση η αποδιδόμενη έκταση δεν μπορεί να υπερβαίνει σε ποσοστό το ογδόντα τοις εκατό (80%) της έκτασης του ακινήτου ανταλλαγής (ΕΑΡΧ) πολλαπλασιαζόμενη επί συντελεστή (Τ). Όταν η τιμή ζώνης της περιοχής που βρίσκεται το ακίνητο ανταλλαγής (ΤΑΡΧ) είναι μεγαλύτερη ή ίση της τιμής ζώνης της περιοχής που βρίσκεται η έκταση που αποδίδεται ως αντάλλαγμα (ΤΤΕΛ), ο συντελεστής (Τ) λαμβάνει την τιμή ένα (1). Όταν η τιμή ζώνης της περιοχής που βρίσκεται το ακίνητο ανταλλαγής (ΤΑΡΧ) είναι μικρότερη της τιμής ζώνης της περιοχής που βρίσκεται η έκταση που αποδίδεται ως αντάλλαγμα (ΤΤΕΛ), ο συντελεστής αυτός (Τ) λαμβάνει την τιμή που προκύπτει από το πηλίκο της τιμής ζώνης της περιοχής που βρίσκεται το ακίνητο ανταλλαγής προς την τιμή ζώνης της περιοχής που βρίσκεται η έκταση που αποδίδεται ως αντάλλαγμα, σύμφωνα με τον τύπο Τ= ΤΑΡΧ/ ΤΤΕΛ.
Η επιφάνεια της τελικώς αποδιδόμενης έκτασης εξάγεται από τον τύπο: ΤΤΕΛ = 80% x ΕΑΡΧ x Τ.
4. Σε περίπτωση που η έκταση που αποδίδεται ως αντάλλαγμα εμπίπτει σε περιοχές με διαφορετικές τιμές ζώνης, για κάθε τιμή ζώνης υπολογίζεται ξεχωριστά αποδιδόμενο τμήμα, λαμβάνοντας αντίστοιχα υπόψη και το κάθε τμήμα της έκτασης του ακινήτου ανταλλαγής. Για τον υπολογισμό της τελικής έκτασης, που δύναται να αποδοθεί ως αντάλλαγμα, γίνεται άθροιση των επιμέρους εκτάσεων ανά τιμή ζώνης. Η επιφάνεια της τελικώς αποδιδόμενης έκτασης εξάγεται από τον τύπο:
ΤΤΕΛ = ΤΤΕΛi + ΤΤΕΛii+ …+ ΤΤΕΛν = 80% x (ΕΑΡΧixΤi + ΕΑΡΧiixΤii + …+ ΕΑΡΧvxΤv)
5. Σε περίπτωση ανταλλαγής με ιδιωτική έκταση για την οποία έχει εγκριθεί η πολεοδομική μελέτη κατά το άρθρο 108 η αποδιδόμενη έκταση οικοπέδων, όπως αυτή υπολογίζεται κατά τις παρ. 1 έως και 4 , μειώνεται κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) και ο οικοδομικός συνεταιρισμός οφείλει ειδική χρηματική εισφορά για τη συγκεκριμένη έκταση.
6. Στις περιπτώσεις ανταλλαγής δεν εφαρμόζεται το άρθρο 88.
7. Σε περίπτωση ανταλλαγής με ιδιωτική έκταση για την οποία έχει εγκριθεί η πολεοδομική μελέτη κατά το άρθρο 108 η αποδιδόμενη έκταση οικοπέδων και η δαπάνη της μελέτης κατασκευής και εκτέλεσης όλων των έργων υποδομής της περιοχής βαρύνει τον παρέχοντα κατά την περ. β΄ της παρ. 2 του ίδιου άρθρου και προβλέπεται ειδικό αντάλλαγμα.
8. Η έκταση που αποδίδεται ως αντάλλαγμα πρέπει να βρίσκεται στην ίδια ή σε όμορη περιφέρεια με το ακίνητο ανταλλαγής. Κατ’ εξαίρεση, τα ακίνητα ανταλλαγής που βρίσκονται εντός Αττικής δύνανται να ανταλλάσσονται με εκτάσεις σε όλη την επικράτεια.
Άρθρο 98. Ειδικές διατάξεις περί ανταλλαγής
1. Έως τη θέση σε εφαρμογή των διατάξεων της Ψηφιακής Τράπεζας Γης η διαδικασία ανταλλαγής ολοκληρώνεται υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) Η κτήση της κυριότητας της έκτασης αποδεικνύεται δυνάμει νόμιμων τίτλων, η νομική τάξη και ακολουθία των οποίων προκύπτει από την κατωτέρω αναφερόμενη έκθεση τίτλων.
β) Για την έναρξη της διαδικασίας ο κύριος της προτεινόμενης προς ανταλλαγή έκτασης υποβάλλει αίτηση στη Διεύθυνση Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας με αντικείμενο την ανταλλαγή της ιδιοκτησίας του με ακίνητο ιδιοκτησίας του Δημοσίου. Η αίτηση, επί ποινή απαραδέκτου, συνοδεύεται από έκθεση τίτλων η οποία συντάσσεται και υπογράφεται από δύο (2) δικηγόρους τουλάχιστον παρ’ εφέταις και θεωρείται από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο.
γ) Η έκθεση περιλαμβάνει πλήρη περιγραφή του ακινήτου με το ιστορικό της νομικής του κατάστασης και καταλήγει στην ανεπιφύλακτη διακρίβωση όλων όσων έχουν δικαίωμα κυριότητας ή άλλα εμπράγματα δικαιώματα σε αυτό ή έχουν προσημειώσει ή υποθηκεύσει τέτοια δικαιώματα ή διεκδικούν εμπράγματα δικαιώματα ή έχουν επιβάλει κατάσχεση. Με την έκθεση συνυποβάλλονται και οι αντίστοιχοι τίτλοι με πλήρη σειρά πιστοποιητικών αυτών από τα αρμόδια κατά τόπον υποθηκοφυλακεία και κτηματολογικά γραφεία, σε περίπτωση που έχουμε πρώτες εγγραφές, σύμφωνα με το ν. 2664/1998 (Α΄ 275). Αν στην περιοχή που βρίσκεται το ακίνητο βρίσκεται σε εξέλιξη η διαδικασία κτηματογράφησης, προσκομίζεται το προβλεπόμενο από το άρθρο 5 του ν. 2308/1995 (Α΄ 114) πιστοποιητικό ή η βεβαίωση του άρθρου 2 του ίδιου νόμου. Στην έκθεση αναφέρεται ο χρόνος μέχρι τον οποίο διαπιστώνεται η βεβαιούμενη κατάσταση και ο οποίος δεν επιτρέπεται να απέχει περισσότερο από τρεις (3) ημέρες από την ημερομηνία της αίτησης.
2. Εντός τριών (3) μηνών από την υποβολή της αίτησης η ως άνω αναφερόμενη διεύθυνση του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας σε συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών ενημερώνει τον κύριο περί αποδοχής ή όχι της αίτησής του.
3. Σε περίπτωση αποδοχής της αίτησης γνωστοποιούνται στον αιτούντα τα στοιχεία του/των προτεινόμενου/ νων σε ανταλλαγή ακινήτου/ων ιδιοκτησίας του Δημοσίου. Το προτεινόμενο ακίνητο ιδιοκτησίας του δημοσίου οφείλει να είναι ελεύθερο βαρών, διεκδικήσεων και άλλων περιορισμών αρχαιολογικής, περιβαλλοντικής, δασικής ή άλλης σχετικής νομοθεσίας.
4. Ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται εντός αποκλειστικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών να αποδεχθεί εγγράφως την ανταλλαγή της εκτάσεώς του με το προτεινόμενο ακίνητο του Δημοσίου. Άπρακτη παρέλευση της ως άνω προθεσμίας συνεπάγεται απώλεια του δικαιώματος ανταλλαγής.
5. Η ανταλλαγή εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η οποία δημοσιεύεται, συνοδευόμενη από τα οικεία διαγράμματα και των δύο (2) ακινήτων, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
6. Ο ως άνω τίτλος στη συνέχεια μεταγράφεται στην οικεία μερίδα του υποθηκοφυλακείου και των δύο (2) ακινήτων, άλλως καταχωρίζεται στα οικεία κτηματολογικά φύλλα των δύο ακινήτων, στα αρμόδια κτηματολογικά γραφεία. Τα εκδιδόμενα πιστοποιητικά ή βεβαιώσεις απαιτείται να υποβληθούν στη συνέχεια στην ως άνω αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας προκειμένου να περαιωθεί η διαδικασία. Η διαδικασία της ανταλλαγής ολοκληρώνεται με τη μεταγραφή της οικείας σύμβασης στα αρμόδια υποθηκοφυλακεία ή την καταχώριση αυτής στα κτηματολογικά βιβλία του αρμόδιου κτηματολογικού γραφείου.
7. Με την ολοκλήρωση της ανταλλαγής δεν είναι δυνατή η αυτούσια απόδοση όλου ή μέρους του ακινήτου στο οποίο αφορά η ανταλλαγή και το οποίο περιήλθε στην ιδιοκτησία του Δημοσίου. Ο πραγματικός δικαιούχος έχει ενοχική και μόνο αξίωση για την απόδοση του πλουτισμού κατά του αιτηθέντος την ανταλλαγή.
Άρθρο 99. Ρύθμιση θεμάτων Οικοδομικών Συνεταιρισμών
1. Επί εκτάσεων οικοδομικών συνεταιρισμών υπαγομένων στην εποπτεία οποιουδήποτε υπουργείου ή δημόσιου φορέα, οι αρμοδιότητες χωροθέτησης, πολεοδόμησης, καθορισμού όρων και περιορισμών δόμησης, έγκρισης μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και ρύθμισης θεμάτων ενέργειας ασκούνται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
2. Απαραίτητη προϋπόθεση για τη σύσταση των οικοδομικών συνεταιρισμών είναι η έκδοση βεβαίωσης της αρμόδιας διεύθυνσης του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ότι η προτεινόμενη έκταση είναι μέσα σε Π.Ε.Ρ.Π.Ο. ή η πρόβλεψή της ως περιοχής κατάλληλης για την εφαρμογή του μηχανισμού των Π.Π.Α.Ι.Π. κατά την περ. α της παρ. 1 του άρθρου 83. Τα έργα τεχνικής υποδομής στις εκτάσεις των οικοδομικών συνεταιρισμών πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τις 28.10.2024.
3. Οι Ο.Τ.Α. στα διοικητικά όρια των οποίων υπάγονται οι εκτάσεις των οικοδομικών συνεταιρισμών μπορούν να αναλάβουν να εκτελέσουν ή να ολοκληρώσουν τα έργα τεχνικής υποδομής, όπως αυτά καθορίζονται στις σχετικές μελέτες έργων, τις πολεοδομικές μελέτες και τα αντίστοιχα προγράμματα ολοκλήρωσης αυτών. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου απαιτείται απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μελών του οικοδομικού συνεταιρισμού, καθώς και απόφαση του αρμόδιου συμβουλίου του οικείου Ο.Τ.Α.
4. Στην περίπτωση της παρ. 3 για την κατασκευή των έργων τεχνικής υποδομής επιβάλλεται υπέρ του οικείου Ο.Τ.Α. η καταβολή χρηματικού ποσού, το οποίο βεβαιώνεται από την αρμόδια υπηρεσία του Ο.Τ.Α. και εισπράττεται με τη διαδικασία περί είσπραξης δημοσίων εσόδων. Υπόχρεοι σε καταβολή του παραπάνω χρηματικού ποσού είναι οι ιδιοκτήτες των συνεταιρικών μερίδων, όπως αυτές έχουν υλοποιηθεί από την εφαρμογή του ρυμοτομικού σχεδίου, καθώς και οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί που έχουν αδιανέμητες συνεταιρικές μερίδες στην ιδιοκτησία τους. Το ύψος του ποσού αυτού τελεί σε αναλογία με την αξία των έργων που θα κατασκευαστούν.
5. Για την εφαρμογή των παρ. 3 και 4 απαιτείται οι αρμόδιες υπηρεσίες του οικείου Ο.Τ.Α. να προβούν σε προκαταρκτική εκτίμηση των έργων τεχνικής υποδομής από οικονομοτεχνική άποψη. Η παραπάνω εκτίμηση επικυρώνεται με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, η οποία επέχει θέση απόφασης ανάληψης των εν λόγω έργων υποδομής. Η απόφαση ανάληψης των εν λόγω έργων υποδομής κοινοποιείται αμελλητί με ευθύνη του Ο.Τ.Α. στις αρμόδιες υπηρεσίες δόμησης, με παραγγελία να μην εκδίδουν άδειες δόμησης για όσο διάστημα είναι απαραίτητο στους Ο.Τ.Α. προκειμένου να προβούν στη σύνταξη των μελετών για τα έργα υποδομής και μέχρι την υλοποίηση αυτών κατά τις διατάξεις της παρ. 8. Οι Ο.Τ.Α. που αναλαμβάνουν την εκπόνηση των μελετών και την κατασκευή των έργων τεχνικής υποδομής στις οικιστικές περιοχές των οικοδομικών συνεταιρισμών, εντάσσουν αυτά στους προϋπολογισμούς και τα προγράμματα τους σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
6. Σε κάθε περίπτωση μετά την παρέλευση της προθεσμίας της παρ. 2, η εκτέλεση των έργων υποδομής υπάγεται στον οικείο Ο.Τ.Α. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται αναλόγως η παρ. 4.
7. Η αρμοδιότητα ελέγχου και εποπτείας των έργων υποδομής (προϋπολογισμός, καλή κατασκευή, πρόγραμμα ολοκλήρωσης) ανήκει στην περιφέρεια, στην οποία υπάγεται ο δήμος όπου ο οικοδομικός συνεταιρισμός έχει την έκταση του.
8. Η ολοκλήρωση των έργων υποδομής αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την έκδοση οικοδομικών αδειών, για τους οικοδομικούς συνεταιρισμούς που συστάθηκαν μετά από τις 16.04.1987, (ημερομηνία δημοσίευσης του π.δ. 93/1987, Α΄52). Για τους προϋφιστάμενους της 16.04.1987 οικοδομικούς συνεταιρισμούς αναγκαία προϋπόθεση για την έκδοση οικοδομικών αδειών αποτελεί η ολοκλήρωση της χάραξης του οδικού δικτύου, σύμφωνα με την εγκεκριμένη πολεοδομική μελέτη.
9. Μετά την εκπλήρωση του καταστατικού σκοπού της στέγασης των μελών τους οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί λύονται με απόφαση του αρμοδίου δικαστηρίου που εκδίδεται κατόπιν αιτήσεως της περιφέρειας, εκτός αν εκδοθεί απόφαση της γενικής συνέλευσης των μελών τους, με την οποία επιτρέπεται η λειτουργία τους για τη διαχείριση των κοινών για δέκα, κατ’ ανώτατο όριο έτη. Μετά την πάροδο των δέκα ετών ή του συντομότερου χρόνου που ορίζεται στην απόφαση της γενικής συνέλευσης, οι εκτάσεις που προορίζονται για την κατασκευή τεχνικών έργων, καθώς και η ευθύνη συντήρησης των έργων αυτών και των κοινόχρηστων χώρων, περιέρχονται στους οικείους δήμους. Η παράγραφος αυτή δεν θίγει υφιστάμενες ειδικές διατάξεις ορισμένων οικοδομικών συνεταιρισμών.
10. Όσοι οικοδομικοί συνεταιρισμοί αναλάβουν την εκτέλεση των έργων υποδομής στην έκταση τους, οφείλουν να τα ολοκληρώσουν εντός της προθεσμίας της παρ. 2, διαφορετικά διαλύονται κατόπιν σχετικής απόφασης του αρμόδιου δικαστηρίου μετά από αίτηση της περιφέρειας και τα έργα αναλαμβάνει ο Ο.Τ.Α.
11. Οι προϋφιστάμενοι της 16.01.1984 οικοδομικοί συνεταιρισμοί με εγκεκριμένο Ρ.Σ. διέπονται από το ν. 1667/1986 (Α΄196). Εάν αυτοί δεν έχουν ολοκληρώσει τα έργα υποδομής είτε οι ίδιοι είτε σύμφωνα με τις παρ. 3 έως 5 μέχρι τις 25.11.2012, την ολοκλήρωση των έργων αναλαμβάνουν αυτοδίκαια και αποκλειστικά οι οικείοι Ο.Τ.Α.
12. Η απόφαση έγκρισης των διαγραμμάτων εφαρμογής με τη διανομή των οικοπέδων, τον ονομαστικό πίνακα των αντίστοιχων δικαιούχων μελών και την, αναπόσπαστα συνημμένη στα στοιχεία αυτά, πράξη συμβολαιογραφικής παραχώρησης και μεταβίβασης στον οικείο Δήμο των κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων της εγκεκριμένης πολεοδομικής μελέτης Οικοδομικών Συνεταιρισμών, επέχει θέση πράξης εφαρμογής της ως άνω πολεοδομικής μελέτης, η οποία, σύμφωνα με την ισχύουσα τοπική αρμοδιότητα, καταχωρίζεται στα κτηματολογικά βιβλία του νομικού προσώπου δημοσίου δίκαιου «Ελληνικό Κτηματολόγιο» ή μεταγράφεται στα βιβλία μεταγραφών του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου με επιμέλεια του οικείου Οικοδομικού Συνεταιρισμού, που ενεργεί τόσο για ίδιο λογαριασμό, όσο και για λογαριασμό των δικαιούχων μελών του. Με την καταχώριση ή μεταγραφή του πρώτου εδαφίου επέρχονται όλες οι γεωμετρικές μεταβολές στο ακίνητο, που προβλέπονται στην ως άνω εγκεκριμένη πολεοδομική μελέτη, καθώς και οι μεταβολές στα εμπράγματα δικαιώματα επί των οικοπέδων του ακινήτου που περιέρχονται κατά κυριότητα στους δικαιούχους - μέλη του Οικοδομικού Συνεταιρισμού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄: Αναβίωση εγκαταλελειμμένων, μικρών και φθινόντων οικισμών
Άρθρο 100. Ανάδειξη και αναβίωση εγκαταλελειμμένων, μικρών και φθινόντων οικισμών
1. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας εγκρίνονται Ειδικά Σχέδια Περιβαλλοντικής Αναβάθμισης και Ανάπτυξης (Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α.) για την προστασία, ανάδειξη και αναβίωση των εγκαταλελειμμένων, μικρών και φθινόντων οικισμών της χώρας. Στις οικιστικές περιοχές των Τ.Π.Σ. του άρθρου 21 περιλαμβάνονται τα Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α. του παρόντος Κεφαλαίου. Οι αρμόδιοι δήμοι οφείλουν εντός προθεσμίας ενός (1) έτους να καταθέσουν στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας ολοκληρωμένο πρόγραμμα δράσης ανάδειξης και αναβίωσης των ως άνω οικισμών στο οποίο περιλαμβάνονται η καταγραφή των οικισμών, τα δημόσια αρχιτεκτονικώς ενδιαφέροντα κτίσματα που χρήζουν αποκατάστασης και ανάδειξης. Οι δημόσιοι χώροι που χρήζουν ανάδειξης, καθώς και προτάσεις ανάδειξης, του υφιστάμενου οικιστικού περιβάλλοντος λαμβάνοντας υπόψη τη σύμβαση του τοπίου και τις διεθνείς συμβάσεις για την προστασία της αρχιτεκτονικής και πολιτιστικής κληρονομιάς.
Για την έκδοση Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α. λαμβάνονται υπόψη τα σχέδια δράσης και καταγραφής κατά τα ανωτέρω.
2. Η βεβαίωση καταλληλότητας του άρθρου 86 εκδίδεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης Χωροταξίας και γνώμη του ΚΕ.ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α.
Άρθρο 101. Εγκαταλελειμμένοι, μικροί και φθίνοντες οικισμοί
1. Για την εφαρμογή του παρόντος ισχύουν οι κατωτέρω ορισμοί:
α) εγκαταλελειμμένος ορίζεται ο οικισμός που εμφανίζεται με μηδενικό πληθυσμό στην απογραφή του 1981 της ΕΛΣΤΑΤ και προϋφίσταται του έτους 1923 και βρίσκεται εντός των περιοχών της παρ. 3 του άρθρου 83,
β) μικρός και φθίνων ορίζεται ο οικισμός που βρίσκεται εντός των περιοχών της παρ. 3 του άρθρου 83 και πληροί τις παρακάτω προϋποθέσεις:
βα) κατά την τελευταία απογραφή της ΕΛΣΤΑΤ εμφανίζει ως μόνιμο πληθυσμό μικρότερο των εκατόν πενήντα (150) κατοίκων,
ββ) δεν εμφανίζει πληθυσμιακή αύξηση μεγαλύτερη του δέκα τοις εκατό (10%) από την αντίστοιχη απογραφή του μόνιμου πληθυσμού του έτους 1981, και
βγ) προϋφίσταται του έτους 1923 ή έχει οριοθετηθεί με τις ισχύουσες διατάξεις.
2. Για τους εγκαταλελειμμένους οικισμούς της περ. α΄ της παρ. 1 εφαρμόζεται το άρθρο 102. Για τους μικρούς και φθίνοντες οικισμούς της περ. β΄ της παρ. 1 εφαρμόζεται το άρθρο 103.
Άρθρο 102. Βιώσιμη ανάπτυξη εγκαταλελειμμένων οικισμών
1. Σε περίπτωση εγκαταλελειμμένων οικισμών εγκρίνεται Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α., εφόσον:
α) Οι εγκαταλελειμμένοι οικισμοί κρίνονται ως αρχιτεκτονικά ενδιαφέροντες παραδοσιακοί οικισμοί ή ιστορικοί τόποι και δεν έχουν χαρακτηρισθεί ως γεωλογικά ακατάλληλοι.
β) Αναγνωρίζεται συνεκτικό τμήμα αυτών κατά τις διατάξεις του άρθρου 231, του οποίου η έκταση είναι ενιαία και έχει επιφάνεια από δέκα (10) έως πενήντα (50) στρέμματα. Αν το συνεκτικό τμήμα του οικισμού διακόπτεται από εγκεκριμένες επαρχιακές, δημοτικές ή κοινοτικές οδούς και το κάθε διαιρετό τμήμα αυτού περιλαμβάνει άνω των δέκα (10) οικοδομών, η έκταση του συνεκτικού τμήματος δύναται να θεωρηθεί ενιαία.
2. Με το Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α.:
α) Ορίζεται το όριο του συνεκτικού τμήματος, καθορίζονται οι υφιστάμενοι κοινόχρηστοι χώροι και εγκρίνονται ειδικοί όροι δόμησης, σύμφωνα με την ανάλυση του οικιστικού αποθέματος των υπαρχόντων κτισμάτων και τα προκύπτοντα (υφιστάμενα) μέσα πολεοδομικά μεγέθη
β) Μπορεί επιπλέον να καθορίζεται όμορη έκταση ως Π.Π.Α.Ι.Π. υπό τις εξής προϋποθέσεις:
βα) Η όμορη έκταση να έχει ελάχιστη επιφάνεια τριάντα (30) στρεμμάτων και σε καμία περίπτωση να μην υπερβαίνει το διπλάσιο της έκτασης του συνεκτικού τμήματος.
ββ) Το ενιαίο της έκτασης του συνεκτικού τμήματος και της όμορης προς πολεοδόμηση περιοχής, να έχει επιφάνεια τουλάχιστον πενήντα (50) στρέμματα και να μην υπερβαίνει τα εκατό (100) στρέμματα.
βγ) Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις πολεοδόμησης του παρόντος Κεφαλαίου που διέπουν τη διαδικασία πολεοδόμησης με Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α.
3. Για την εφαρμογή της διαδικασίας της περ. α της παρ. 2, ο αρμόδιος δήμος υποβάλλει στη Διεύθυνση Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας τα παρακάτω στοιχεία:
α) Γνωμοδοτήσεις από τις αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσίες (Εφορείες Κλασικών και Προϊστορικών Αρχαιοτήτων, Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, Νεώτερων Μνημείων) περί της ύπαρξης ή μη κηρυγμένων ή και οριοθετημένων αρχαιολογικών χώρων εντός της έκτασης. Οι γνωμοδοτήσεις πρέπει να είναι της τελευταίας τριετίας και να συνοδεύονται από θεωρημένο τοπογραφικό διάγραμμα κλίμακας 1:500 ή 1:1.000 εξαρτημένο από το κρατικό σύστημα συντεταγμένων ΕΓΣΑ ’87.
β) Τοπογραφικό και κτηματογραφικό διάγραμμα σε κλίμακα 1:500 ή 1:1.000 εξαρτημένο από το κρατικό σύστημα συντεταγμένων ΕΓΣΑ ‘87, το οποίο περιλαμβάνει:
βα) αναγνώριση συνεκτικού τμήματος κατά τις διατάξεις του άρθρου 231,
ββ) κτηματογραφική αποτύπωση ιδιοκτησιών και κοινόχρηστων χώρων,
βγ) όρια των καθορισμένων υπό προστασία εκτάσεων, που απαγορεύεται να χρησιμοποιηθούν για οικιστικούς σκοπούς (δάση, δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις, αρχαιολογικοί χώροι, περιοχές προστασίας),
βδ) καταγραφή των δημόσιων, δημοτικών και θρησκευτικών κτιρίων και εγκαταστάσεων που υφίστανται στον εγκαταλελειμμένο οικισμό, και
βε) στοιχεία Εθνικού Κτηματολογίου (όρια και Κ.Α.Ε.Κ.), εφόσον η έκταση εντάσσεται σε περιοχή λειτουργίας ή σύνταξης Εθνικού Κτηματολογίου.
γ) Απόσπασμα χάρτη του τυχόν εγκεκριμένου Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. ή Τ.Π.Σ. ή αντίστοιχου επιπέδου σχεδιασμού, με σημειωμένη τη θέση και ενδεικτικά τα όρια του προς οικιστικού συνόλου.
δ) Βεβαίωση από την αρμόδια υπηρεσία του οικείου δήμου, σύμφωνα με τα στοιχεία από το αρχείο του ότι ο οικισμός δεν έχει χαρακτηρισθεί ως κατολισθαίνων και ότι δεν έχουν δοθεί αποζημιώσεις ή δεν έχει υλοποιηθεί άλλου είδους αποκατάσταση των οικιστών για την εγκατάλειψη αυτού.
ε) Πρόταση για ειδικές ρυθμίσεις όρων δόμησης και χρήσεων γης με σκοπό την ανάδειξη και διατήρηση αξιόλογων αρχιτεκτονικά κτιρίων μετά από την καταγραφή αξιόλογων πολεοδομικών στοιχείων (ιστός) του συνεκτικού τμήματος ή άλλων στοιχείων του δομημένου περιβάλλοντος ή του φυσικού περιβάλλοντος.
4. Για την εφαρμογή της διαδικασίας της περ. β της παρ. 2 οι ενδιαφερόμενοι, κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 83 ή και ο αρμόδιος δήμος, υποβάλλουν στη Διεύθυνση Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας όλα τα ανωτέρω στοιχεία και επιπλέον για τη χορήγηση βεβαίωσης καταλληλότητας του άρθρου 86:
α) Πράξη χαρακτηρισμού της όμορης προς πολεοδόμηση έκτασης, σύμφωνα με το άρθρο 14 του ν. 998/1979 (Α΄289) και πιστοποιητικό τελεσιδικίας αυτής ή απόσπασμα κυρωθέντος δασικού χάρτη κατά τα άρθρα 17 ή 19 του ν. 3889/2010 (Α΄ 182), όπως ισχύει εκάστοτε, ή δασολογίου, από τα οποία να προκύπτει ο χαρακτήρας της έκτασης από πλευράς υπαγωγής της στη δασική νομοθεσία
β) τοπογραφικό και υψομετρικό διάγραμμα, το οποίο περιλαμβάνει επιπρόσθετα:
βα) κτηματογραφική αποτύπωση με τα όρια και το εμβαδόν τόσο του συνόλου της προς πολεοδόμηση έκτασης όσο και των διαιρετών τμημάτων που την απαρτίζουν,
ββ) ειδικά γεωμορφολογικά στοιχεία της έκτασης, όπως γεωλογικά ακατάλληλες περιοχές (όπως αυτές τυχόν προσδιορίστηκαν από τα συμπεράσματα της γεωλογικής θεώρησης) και κλίσεις εδάφους μεγαλύτερες του τριάντα πέντε τοις εκατό (> 35%) και
βγ) όρια των καθορισμένων υπό προστασία εκτάσεων που απαγορεύεται να χρησιμοποιηθούν για οικιστικούς σκοπούς (δάση, δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις, αρχαιολογικοί χώροι, περιοχές προστασίας), και
γ) χάρτη κατάλληλης κλίμακας εξαρτημένο από το κρατικό σύστημα συντεταγμένων ΕΓΣΑ ’87, με ενδείξεις των ορίων της δημοτικής ενότητας που βρίσκεται η υπό ρύθμιση έκταση, τα όρια της έκτασης, τις προβλεπόμενες χρήσεις γης της ευρύτερης περιοχής, τις δυνατότητες εξυπηρετήσεων από συγκοινωνιακά δίκτυα, δίκτυα ύδρευσης, αποχέτευσης, ηλεκτρισμού και τηλεφώνου, καθώς και τυχόν υφιστάμενες ειδικές χρήσεις γης μέσα στα όρια της έκτασης και σε ακτίνα χιλίων πεντακοσίων (1.500) μέτρων από τα όρια αυτής (δασικές εκτάσεις, γη υψηλής παραγωγικότητας, περιοχές μεταλλευτικής ή λατομικής εκμετάλλευσης, βιομηχανικές εγκαταστάσεις, αρχαιολογικοί χώροι κ.λπ.).
δ) πρόταση καθορισμού οριογραμμών των υδατορεμάτων, σύμφωνα με τον ν. 4258/2014 (Α΄ 94).
ε) έκθεση γεωλογικής - γεωτεχνικής καταλληλότητας υπογραφόμενη από δύο ιδιώτες γεωλόγους, οι οποίοι φέρουν την ευθύνη για την έκθεσή τους. Η έκθεση γεωλογικής - γεωτεχνικής καταλληλότητας θεωρείται από την υπηρεσία. Η υπηρεσία ή ειδικοί ελεγκτές από μητρώα της υπηρεσίας προβαίνουν σε έλεγχο της σχετικής μελέτης έως την έγκριση της πράξης της πολεοδομικής μελέτης.
στ) κτηματογραφικό πίνακα ιδιοκτησιών συνοδευόμενο από έκθεση ελέγχου τίτλων υπογραφόμενη από δύο ιδιώτες δικηγόρους, θεωρημένη από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο. Ο έλεγχος τίτλων αναφέρεται στο σχετικό τοπογραφικό διάγραμμα και θεωρείται από την υπηρεσία.
ζ) τεχνική έκθεση με τις αιτούμενες χρήσεις γης, καθώς και τα προγραμματικά μεγέθη για την οικιστική ανάπτυξη της έκτασης (πυκνότητα - συντελεστές εκμετάλλευσης - δόμησης κ.λπ.), τα οποία θα πρέπει να συσχετίζονται με τα αντίστοιχα προβλεπόμενα από τις κατευθύνσεις του Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. ή Τ.Π.Σ. ή άλλου αντίστοιχου επιπέδου σχεδιασμού, κατά τις διατάξεις του Κεφαλαίου Α΄ του Τμήματος III του παρόντος Μέρους, καθώς και ειδική έκθεση χωροταξικής θεώρησης στην οποία περιγράφονται και τεκμηριώνονται οι βασικές χωροθετικές επιλογές και η ένταξη στο χώρο του σχεδιαζόμενου έργου, ιδίως όσον αφορά τα προτεινόμενα έργα και δραστηριότητες σε συνάρτηση και με το χαρακτήρα των ομόρων και γειτνιαζουσών περιοχών, την υπάρχουσα συγκοινωνιακή υποδομή και τις λοιπές εξυπηρετήσεις, τους υφιστάμενους οικισμούς, καθώς και τα βασικά χωρικά χαρακτηριστικά της ευρύτερης περιοχής, τουλάχιστον στο επίπεδο της οικείας δημοτικής ενότητας.
5. Για την έγκριση των Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α. του παρόντος άρθρου απαιτείται η προηγούμενη γνώμη του ΚΕ.ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α. Οι διαδικασίες της περ. β΄ της παρ. 2 δύνανται να ολοκληρώνονται είτε αυτοτελώς σε δύο διακριτές φάσεις είτε συνολικά με την έκδοση ενός Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α.
Άρθρο 103. Βιώσιμη ανάπτυξη μικρών και φθινόντων οικισμών
1. Σε περίπτωση μικρών και φθινόντων οικισμών, κατά την περ. β΄ της παρ. 1 του άρθρου 101, εγκρίνονται Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α. κατά τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο.
2. Με την έγκριση Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α. καθορίζονται πλησίον των μικρών και φθινόντων οικισμών και ζώνες - υποδοχείς οικοδομικών συνεταιρισμών - ιδιωτών σε:
α) δημόσιες χορτολιβαδικές και βραχώδεις εκτάσεις των περ. β΄ και γ΄ της παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 998/1979 (Α΄ 289), για τις οποίες δεν απαγορεύεται η δόμηση και τις οποίες διαχειρίζονται οι αρμόδιες δασικές υπηρεσίες,
β) εκτάσεις ακινήτων ιδιοκτησίας του Δημοσίου ή των Ο.Τ.Α. ή των ν.π.δ.δ. ή
γ) ιδιωτικές εκτάσεις με τις επιφυλάξεις του παρόντος, με τις εξής προϋποθέσεις:
i) Η απόστασή τους από τους παραπάνω μικρούς και φθίνοντες οικισμούς να μην υπερβαίνει τα τρία (3) χλμ. Λαμβάνονται ως αρχή τα εγκεκριμένα όρια των οικισμών ή τα όρια που υποδεικνύονται από την αρμόδια υπηρεσία δόμησης, εφόσον δεν υφίστανται εγκεκριμένα όρια για τους οικισμούς προ του 1923. Ειδικά αν οι υπάρχοντες οικισμοί έχουν χαρακτηριστεί ως παραδοσιακοί, η απόσταση των ζωνών πρέπει να μην υπερβαίνει τα τρία (3) χλμ. και να απέχει τουλάχιστον ένα (1) χλμ. από αυτούς.
ii) Η φυσική και λειτουργική τους συνέχεια να εξασφαλίζεται με τους υφιστάμενους οικισμούς.
iii) Οι ζώνες - υποδοχείς να απέχουν κατ’ ελάχιστο απόσταση πέντε (5) χλμ. από οικισμούς, οι οποίοι κατά την τελευταία απογραφή της ΕΛΣΤΑΤ εμφανίζουν ως μόνιμο πληθυσμό μεγαλύτερο των δύο χιλιάδων (2.000) κατοίκων.
iv) Σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να χωροθετηθούν ανά περιφερειακή ενότητα αριθμός οικισμών που υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού αριθμού των υφιστάμενων οικισμών στη συγκεκριμένη γεωγραφική ενότητα, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.
v) Η προς πολεοδόμηση έκταση να έχει πρόσβαση από υφιστάμενη διαμορφωμένη οδό η οποία έχει τεθεί σε κοινή χρήση πέραν των είκοσι (20) ετών και έχει πλάτος τουλάχιστον τέσσερα (4) μέτρα. Τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά της υφιστάμενης οδού μπορεί να διαμορφωθούν σε μέγεθος που εξυπηρετεί τις ανάγκες του νέου οικισμού. Οι αποζημιώσεις των παρόδιων ιδιοκτητών συντελούνται με ευθύνη του οικείου Ο.Τ.Α. και βαρύνουν τον επισπεύδοντα ιδιώτη ή οικοδομικό συνεταιρισμό.
vi) Να απέχουν πέραν των διακοσίων (200) μέτρων από την ακτογραμμή, εκτός των περιπτώσεων που έχει καθοριστεί γραμμή αιγιαλού, παραλίας, όχθης και παρόχθιας ζώνης, οπότε εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις για την απόσταση που πρέπει να τηρείται.
vii) Ο μικρός και φθίνων οικισμός πλησίον του οποίου οριοθετείται η ζώνη - υποδοχέας να μην έχει οριστεί ως γεωλογικά ακατάλληλος για δόμηση (κατολισθαίνων - σεισμικά ρήγματα κ.λπ.).
viii) Να προβλέπεται εκ των μελετών η δυνατότητα εξυπηρέτησης από βασικά δίκτυα υποδομών (Δ.Ε.Η., ύδρευση κ.λπ.).
ix) Το μέγεθος του νέου οικισμού να μην υπερβαίνει τα τριακόσια (300) στρέμματα.
x) Για μικρούς και φθίνοντες οικισμούς έως πενήντα (50) κατοίκους το μέγεθος του νέου οικισμού να μην υπερβαίνει τα εκατό (100) στρέμματα.
xi) Για μικρούς και φθίνοντες οικισμούς έως εκατό (100) κατοίκους το μέγεθος του νέου οικισμού να μην υπερβαίνει τα διακόσια (200) στρέμματα.
3. Πέραν των ανωτέρω, πλησίον μικρών και φθινόντων οικισμών και όχι σε απόσταση μεγαλύτερη του ενός (1) χιλιομέτρου, επιτρέπεται η χωροθέτηση και η πολεοδόμηση κατά τις διατάξεις των Π.Π.Α.Ι.Π. των άρθρων 83 έως 88, υπό τις προϋποθέσεις των παρ. 1 και 2 και αποκλειστικά μέχρι επιφάνεια εκατό (100) στρεμμάτων.
4. Εφόσον έχει χωροθετηθεί Π.Ε.Ρ.Π.Ο. κατά το άρθρο 24 του ν. 2508/1997 (Α΄ 124) σε απόσταση μέχρι τριών (3) χιλιομέτρων από μικρούς και φθίνοντες οικισμούς επιτρέπεται και η έγκριση Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α. κατά το παρόν άρθρο και αποκλειστικά σε επιφάνεια μέχρι εκατό (100) στρεμμάτων.
Άρθρο 104. Έγκριση πολεοδομικής μελέτης των Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α.
Η πολεοδόμηση των εκτάσεων εντός Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α. γίνεται με βάση ειδική πολεοδομική μελέτη, η οποία εκπονείται με πρωτοβουλία και δαπάνη των ενδιαφερομένων και εγκρίνεται με την έκδοση του Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α. κατά το παρόν Κεφάλαιο. Η πολεοδομική μελέτη εκπονείται υπό την εποπτεία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Άρθρο 105. Επιτρεπόμενες Χρήσεις Γης - Υποχρεώσεις κατά την έγκριση Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α.
1. Οι Οικοδομικοί Συνεταιρισμοί και ιδιώτες υποχρεούνται με την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης να παραχωρήσουν ή να υλοποιήσουν έργα χωρίς αποζημίωση προς τον οικείο Ο.Τ.Α. σε ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) της πολεοδομούμενης έκτασης, ως εξής:
α) Κοινόχρηστους και κοινωφελείς χώρους εντός του υπό ίδρυση οικισμού που θα προβλέπονται από την πολεοδομική μελέτη και σε ελάχιστο ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) της πολεοδομούμενης έκτασης. Η επιθυμητή κατηγορία των χρήσεων αυτών και το επιθυμητό ποσοστό τους ανά χρήση θα καθοριστεί με τις προδιαγραφές εκπόνησης των πολεοδομικών μελετών.
β) Ποσοστό έως είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) της πολεοδομούμενης έκτασης χωροθετείται σε χρήσεις ή μετατρέπεται σε ειδική χρηματική εισφορά για έργα αναβάθμισης κοινοχρήστων - κοινωφελών χρήσεων και χώρων και κτιρίων ειδικών χρήσεων τα οποία θα προταθούν κατ’ αντιστοιχία στο γειτονικό υφιστάμενο οικισμό. Η ειδική χρηματική εισφορά κατατίθεται στον αρμόδιο δήμο, εγγράφεται σε ειδικό λογαριασμό αποκλειστικά για τα έργα της παρούσας με την αναφορά του μικρού και φθίνοντα οικισμού. Ως έργο προτεραιότητας αναβάθμισης θεωρείται το έργο για τη σύνδεση με τον βιολογικό καθαρισμό, σύμφωνα με την εκπονηθείσα μελέτη. Με το ίδιο διάταγμα της έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης και του Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α. δύναται να καθορίζονται ειδικές χρήσεις γης στον γειτονικό οικισμό. Πέραν των οριζομένων έργων, ποσό από την ειδική χρηματική των Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α. εισφορά διατίθεται για την αποκατάσταση και ανάδειξη των δημοσίων κτιρίων, καθώς και για την εκπόνηση μελετών ανάδειξης και προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και του τοπίου της περιοχής σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
2. Οι χρήσεις που προτείνονται από την πολεοδομική μελέτη και χωροθετούνται στους μικρούς και φθίνοντες οικισμούς εξαρτώνται κατά κύριο λόγο από τις ανάγκες του οικισμού και καλύπτουν παράλληλα και τις ανάγκες των οικιστών στον νέο οικισμό.
3. Σε κάθε περίπτωση, από την πρόταση της πολεοδομικής μελέτης εξασφαλίζεται η πολεοδομική σύνδεση του νέου οικισμού με τον μικρό και φθίνοντα οικισμό, καθώς και η λειτουργία βιολογικού καθαρισμού και για τους δύο οικισμούς.
4. Οι απαιτούμενες ειδικές χρήσεις κατά τις γενικές διατάξεις ιδιωτικής πολεοδόμησης για τη λειτουργία του υπό ίδρυση οικισμού χωροθετούνται αποκλειστικά στον υφιστάμενο οικισμό.
5. Στον υπό ίδρυση οικισμό προβλέπονται:
α) οικοδομήσιμοι χώροι αποκλειστικά κατοικίας,
β) κύριες οδοί, οδοί ήπιας κυκλοφορίας και πεζόδρομοι σε ποσοστό από δεκαπέντε τοις εκατό (15%) έως δεκαοκτώ τοις εκατό (18%) της πολεοδομούμενης έκτασης ανάλογα με τη μορφολογία του εδάφους,
γ) αμιγείς χώροι πρασίνου,
δ) παιδικές χαρές,
ε) υπαίθριοι χώροι άθλησης,
στ) εμπορικά καταστήματα πολύ μικρής κλίμακας, για την κάλυψη των καθημερινών αναγκών των οικιστών, με την προϋπόθεση ότι το μέγεθός τους θα κυμαίνεται από 0,20-0,30 τ.μ. /κάτοικο.
6. Οι υπόλοιπες ανάγκες των οικιστών σε χώρους ειδικών χρήσεων καλύπτονται από τις υπάρχουσες υποδομές στον υφιστάμενο οικισμό ή ελλείψει αυτών με την πρόταση χωροθέτησης αυτών των χρήσεων εντός του υφιστάμενου οικισμού.
Άρθρο 106. Πολεοδομική Μελέτη - Όροι και Περιορισμοί Δόμησης Μορφολογικοί Κανόνες
1. Για τη διαδικασία έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α. καθορίζονται ειδικοί μορφολογικοί κανόνες και κατευθύνσεις, που επιβάλλονται και εξαρτώνται από την αρχιτεκτονική φυσιογνωμία του υφιστάμενου οικισμού.
2. Για τις περιπτώσεις ανταλλαγής εκτάσεων και ζωνών συγκέντρωσης δόμησης - υποδοχής δεν απαιτείται προηγουμένως η χορήγηση βεβαίωσης καταλληλότητας της έκτασης από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας εφόσον αυτή έχει κριθεί στο στάδιο χορήγησης του τίτλου ανταλλαγής και της έγκρισης του Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α. κατά το παρόν Κεφάλαιο.
3. Αμέσως μετά την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης, οι ιδιοκτήτες της έκτασης προβαίνουν στην εκτέλεση των έργων διαμόρφωσης του χώρου, καθώς και στην εκτέλεση των έργων υποδομής, όπως αυτά προβλέπονται από την πολεοδομική μελέτη στο μικρό και φθίνοντα οικισμό και στον υπό ίδρυση οικισμό. Στη συνέχεια προβαίνουν στη σύνταξη των κτιριακών μελετών και την εκτέλεση των οικοδομικών έργων στους διαμορφούμενους οικοδομήσιμους χώρους, σύμφωνα με την πολεοδομική μελέτη.
Άρθρο 107. Πολεοδομικά κίνητρα αναζωογόνησης των μικρών και φθινόντων οικισμών
1. Για την αναζωογόνηση των μικρών και φθινόντων οικισμών της χώρας καθορίζονται ειδικά κίνητρα πολεοδόμησης:
α) Εφόσον η μορφή των κτιρίων προσεγγίζει τη μορφή των κτιρίων του υφιστάμενου οικισμού επιτρέπεται η αύξηση του καθοριζόμενου συντελεστή δόμησης κατά 0,05, μετά από έγκριση του αρμόδιου Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής, με την προϋπόθεση ότι τα κτίρια κατατάσσονται στην κατηγορία Α΄ ως προς την ενεργειακή τους κατανάλωση δεν θίγεται ο αντίστοιχος μέσος συντελεστής δόμησης του Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. ή ο προβλεπόμενος συντελεστής από το Τ.Π.Σ. ή από σχέδιο αντίστοιχου επιπέδου.
β) Μετά από απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας κατόπιν γνωμοδότησης του ΚΕ.ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α. επιτρέπεται ως κίνητρο η αύξηση του συντελεστή δόμησης κατά 0,10, εφόσον πέραν των οριζόμενων προδιαγραφών της μελέτης προτείνεται:
βα) μείωση οδικού δικτύου οχημάτων και χωροθέτηση θέσεων στάθμευσης,
ββ) σχεδιασμός κτιρίων με περιβαλλοντικά κριτήρια, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 222,
βγ) οργανωμένη δόμηση με εσωτερικούς ακάλυπτους χώρους, πλακόστρωτα κ.λπ.,
βδ) χωροθέτηση οργανωμένων ποδηλατοδρόμων, μονοπατιών,
βε) δημιουργία αθλητικών χώρων και χώρων πρασίνου.
2. Σε κάθε περίπτωση ο μέσος συντελεστής δόμησης δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος από τον μέσο συντελεστή δόμησης του ισχύοντος Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. ή τον προβλεπόμενο συντελεστή από το Τ.Π.Σ. ή το σχέδιο αντίστοιχου επιπέδου.
Άρθρο 108. Ιδιωτικές εκτάσεις - Ζώνες Συγκέντρωσης Δόμησης Οικοδομικών Συνεταιρισμών
1. Με την έγκριση Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α. κατά το άρθρο 103 πολεοδομούνται ιδιωτικές εκτάσεις, εκτάσεις ακινήτων ιδιωτικής περιουσίας ν.π.δ.δ. και ν.π.ι.δ. πλησίον μικρών και φθινόντων οικισμών και τμήμα αυτών μετά την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης και ως οργανωμένα οικόπεδα αποδίδονται δια ανταλλαγής σε οικοδομικούς συνεταιρισμούς ως ζώνες συγκέντρωσης δόμησης οικοδομικών συνεταιρισμών.
2. Η πολεοδόμηση των περιοχών αυτών πραγματοποιείται κατά τα άρθρα 103 έως 107 και υπό τους πρόσθετους όρους και προϋποθέσεις:
α) Οι ιδιωτικές εκτάσεις, πέραν των προϋποθέσεων του άρθρου 103, να καλύπτουν επιφάνεια ίση ή μεγαλύτερη των εκατό (100) στρεμμάτων.
β) Αν η δαπάνη της μελέτης κατασκευής και εκτέλεσης όλων των έργων υποδομής της περιοχής βαρύνει τον παρέχοντα, σύμφωνα με την πολεοδομική μελέτη, ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) των οικοδομήσιμων τμημάτων της πολεοδομούμενης έκτασης να αποδίδεται στην Ψηφιακή Τράπεζα Γης ως ζώνη συγκέντρωσης δικαιωμάτων δόμησης Οικοδομικών Συνεταιρισμών. Το υπόλοιπο ποσοστό ήτοι εξήντα τοις εκατό (60%) να παραμένει στον παρέχοντα με ελεύθερο το δικαίωμα μεταβίβασης προς τρίτους υπό τις προϋποθέσεις του παρόντος Κεφαλαίου.
γ) Αν η δαπάνη της εκτέλεσης των έργων υποδομής της περιοχής δεν βαρύνει εξ ολοκλήρου τον παρέχοντα, σύμφωνα με την πολεοδομική μελέτη, ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%) των οικοδομήσιμων τμημάτων της πολεοδομούμενης έκτασης να αποδίδεται στην Τράπεζα Γης ως ζώνη συγκέντρωσης δικαιωμάτων δόμησης οικοδομικών συνεταιρισμών. Το υπόλοιπο ποσοστό ήτοι σαράντα τοις εκατό (40%) παραμένει στον παρέχοντα με ελεύθερο το δικαίωμα μεταβίβασης προς τρίτους υπό τις προϋποθέσεις του παρόντος Κεφαλαίου.
Στην περίπτωση αυτή ο παρέχων βαρύνεται με τη δαπάνη της μελέτης κατασκευής όλων των έργων υποδομής της περιοχής και τη δαπάνη εκτέλεσης των έργων υποδομής για την περιοχή που παραμένει σε αυτόν, σύμφωνα με την πολεοδομική μελέτη. Στην ως άνω μερική εκτέλεση έργων υποδομής περιλαμβάνεται υποχρεωτικά η κατασκευή των εγκαταστάσεων του βιολογικού καθαρισμού.
δ) Κατά την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης να καθορίζονται, σύμφωνα με το ανωτέρω ποσοστό τα οικοδομήσιμα τμήματα της πολεοδομούμενης έκτασης που περιέχονται στον παρέχοντα την έκταση για τη δημιουργία ζώνης συγκέντρωσης δικαιωμάτων δόμησης οικοδομικών συνεταιρισμών, καθώς και τα απαιτούμενα έργα υποδομής που αντιστοιχούν στην έκταση πολεοδόμησης. Στην πράξη έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης αναφέρεται ο χρόνος ολοκλήρωσης των βασικών κοινόχρηστων έργων υποδομής κατά φάσεις, που αντιστοιχούν σε τμήματα έκτασης επιφάνειας ίσης ή μεγαλύτερης των πενήντα (50) στρεμμάτων το καθένα. Στην περίπτωση αυτήν οι διατάξεις για την μεταβίβαση σε τρίτους ισχύουν για κάθε τμήμα και φάση χωριστά.
ε) Μετά την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης τα όρια των πολεοδομημένων εκτάσεων και οι όροι δόμησης αυτών καταχωρίζονται στη βάση δεδομένων της Ψηφιακής Τράπεζας Γης προκειμένου για την ανταλλαγή ή κάθε πράξη κατά τα οριζόμενα στο Κεφάλαιο Γ΄ του Τμήματος ΙΙ του Μέρους Β.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄: Εξουσιοδοτικές και μεταβατικές διατάξεις Κεφαλαίων Δ΄, Ε΄ και ΣΤ΄
Άρθρο 109. Μεταβατικές διατάξεις
1. Σε εκκρεμείς διαδικασίες για την πολεοδόμηση εκτάσεων, για τις οποίες έχει εκδοθεί βεβαίωση της παρ. 6 του άρθρου 24 του ν. 2508/1997 (Α΄ 124), η βεβαίωση αυτή ισχύει έως τις 31.12.2024, υπό την προϋπόθεση ότι εντός τριετίας από την έκδοσή της έχει υποβληθεί προς έγκριση η πολεοδομική μελέτη.
2 Το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης παρατείνεται κατά πέντε (5) έτη σε περίπτωση που, εντός δεκαετίας από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της απόφασης έγκρισης Γενικών Κατευθύνσεων της παρ. 3 του άρθρου 24 του ν. 2508/1997 (Α΄ 124), δεν έχουν καθοριστεί και πολεοδομηθεί ως Π.Ε.Ρ.Π.Ο. τα προβλεπόμενα με αυτή μέγιστα εμβαδά των εδαφικών εκτάσεων. Η σχετική βεβαίωση της παρ. 6 χορηγείται εντός της πενταετίας για αιτήματα που υποβάλλονται εντός δύο (2) ετών από τη λήξη της δεκαετίας.
3. Σε περίπτωση που εντός του χρονικού διαστήματος της δεκαετίας ή της προβλεπόμενης παράτασης των πέντε (5) ετών εγκριθεί Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. για την περιοχή, παύει η ισχύς της απόφασης έγκρισης Γενικών Κατευθύνσεων και η βεβαίωση της παρ. 6 του άρθρου 24 του ν. 2508/1997 (Α΄ 124) χορηγείται, σύμφωνα με τις σχετικές προβλέψεις των σχεδίων αυτών.
4. Εκτάσεις Οικοδομικών Συνεταιρισμών σε περιοχές όπου δεν έχει εγκριθεί Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. ή Μελέτη Γενικών Κατευθύνσεων εντάσσονται στις διαδικασίες του παρόντος Κεφαλαίου και πολεοδομούνται με τη διαδικασία ιδιωτικής πολεοδόμησης μόνον, εφόσον έχουν προβλεφθεί και επιτρέπεται η πολεοδόμηση σε εγκεκριμένη Ζ.Ο.Ε. κατά τις διατάξεις του άρθρου 250. Σε αυτή την περίπτωση εγκρίσεις των αρμοδίων υπηρεσιών και βεβαιώσεις που έχουν εκδοθεί την τελευταία δεκαετία δεν απαιτείται να εκδοθούν εκ νέου και ισχύουν για τη διαδικασία έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης. Στις περιπτώσεις της παρούσας πέραν των λοιπών δικαιολογητικών υποβάλλεται ειδική μελέτη πληθυσμιακών κριτηρίων από την οποία αποδεικνύεται ότι η προτεινόμενη πληθυσμιακή χωρητικότητα της έκτασης πολεοδόμησης δεν έρχεται σε αντίθεση με το ισχύον πλαίσιο χωροταξικού σχεδιασμού.
5. Το άρθρο 88 ισχύει και στις περιπτώσεις αιτημάτων που προωθούνται με τις διαδικασίες του άρθρου 24 του ν. 2508/1997 (Α΄ 124). Για το μέρος της εισφοράς που δεν έχει καταβληθεί εφαρμόζεται το παρόν Κεφάλαιο.
6. Με απόφαση δημοτικού συμβουλίου, δύναται να μεταβιβάζονται οι ειδικών χρήσεων χώροι στους υπάρχοντες οικοδομικούς συνεταιρισμούς.
7. Στις περιπτώσεις που έχει υποβληθεί αίτημα για την έκδοση βεβαίωσης του άρθρου 24 του ν. 2508/1997 (Α΄ 124) πριν από τις 08.08.2014 (ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 4280/2014, Α΄ 159)) και η βεβαίωση δεν έχει εκδοθεί, εφαρμόζεται η περ. θ΄ της παρ. 1 και η παρ. 2 του άρθρου 86. Στις περιπτώσεις αυτές δεν απαιτείται η υποβολή νέου αιτήματος παρά μόνον η συμπλήρωση όσων στοιχείων είναι αναγκαία για την εφαρμογή των ανωτέρω. Στις περιπτώσεις που έχει εκδοθεί η εν λόγω βεβαίωση, η λοιπή διαδικασία διέπεται από το παρόν Κεφάλαιο.
Άρθρο 110. Εξουσιοδοτικές διατάξεις
1. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται:
α) Οι ειδικότερες προδιαγραφές της πολεοδομικής μελέτης κατά το άρθρο 85.
β) Η εξειδίκευση των στοιχείων σχετικά με τα δικαιολογητικά που προσκομίζονται για την έκδοση βεβαίωσης καταλληλότητας του άρθρου 86.
γ) Κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 86 και της παρ. 4 του άρθρου 102, σχετικά με τη διαδικασία ελέγχου των γεωλογικών - γεωτεχνικών μελετών από ειδικούς ελεγκτές γεωλόγους και τη σύσταση σχετικού μητρώου, στο οποίο δύναται να μετέχουν και υπάλληλοι άλλων υπηρεσιών υπαγόμενων στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
δ) Κάθε αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με τον έλεγχο ολοκλήρωσης των έργων υποδομής κατά το άρθρο 87.
ε) Κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη σύσταση και λειτουργία της τριμελούς επιτροπής που προβλέπεται στην περ. β΄ της παρ. 2 του άρθρου 89.
στ) Η διαδικασία κατάρτισης και έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης, τα όργανα που γνωμοδοτούν σχετικά με αυτήν, Ο.Τ.Α. ή άλλοι ενδιαφερόμενοι οργανισμοί ή σύλλογοι, τα σχετικά με την ενημέρωση του κοινού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου 90.
ζ) Κάθε αναγκαία λεπτομέρεια και σχετικό θέμα για την εφαρμογή της καταγραφής των ζωνών - υποδοχέων του άρθρου 96.
η) Κάθε αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με τα δικαιολογητικά που προβλέπονται στην παρ. 3 του άρθρου 102.
θ) Οι προδιαγραφές της πολεοδομικής μελέτης των Ε.Σ.ΠΕΡ.Α.Α. κατά το άρθρο 104.
ι) Το είδος των απαιτούμενων γενικών ή ειδικών μελετών, ιδίως γεωλογικών ή υδραυλικών μελετών που θα κριθεί ότι απαιτούνται για την προστασία των οικισμών και της ευρύτερης περιοχής τους από φυσικούς και ανθρωπογενείς κινδύνους και γενικά ό,τι αφορά την εκπόνηση, τον έλεγχο και εφαρμογή αυτών κατά το άρθρο 106.
ια) Κάθε αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με την ανάπτυξη και λειτουργία των πληροφοριακών συστημάτων που προβλέπονται στο άρθρο 93.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται:
α) κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη διαδικασία και τον τρόπο υπολογισμού, επιβολής, είσπραξης και απόδοσης του προστίμου, που προβλέπεται στην παρ. 11 του άρθρου 87,
β) κάθε αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με τη διαδικασία και τον τρόπο εκτίμησης της αξίας της έκτασης και τον υπολογισμό του ειδικού ανταλλάγματος, όπως προβλέπεται στην παρ. 7 του άρθρου 97,
γ) κάθε αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με την εφαρμογή της ειδικής χρηματικής εισφοράς εντός ΕΣΠΕΡΑΑ, που προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 105,
3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Πολιτισμού ή και άλλου συναρμόδιου υπουργού καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διαδικασίας του άρθρου 93, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά στοιχεία, καθώς και η διαδικασία έγκρισης και έκδοσης γνωμοδοτήσεων ηλεκτρονικά.
4. Με κοινή απόφαση του αρμόδιου Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και των συναρμόδιων υπουργών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τις υπηρεσίες και τους φορείς διαχείρισης των εκτάσεων που χαρακτηρίζονται ως προστατευόμενες περιοχές και προβλέπονται στο άρθρο 89.
ΤΜΗΜΑ I: ΑΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΠΛΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ