ΤΜΗΜΑ ΙΙ: ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΚΥΡΩΣΗ ΟΙΚΟΠΕΔΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄: Τακτοποίηση και προσκύρωση οικοπέδων
Άρθρο 146. Τακτοποίηση οικοπέδων
1.α) Πριν από την ανέγερση οποιασδήποτε οικοδομής και γενικά την εκτέλεση οποιωνδήποτε εγκαταστάσεων στις περιπτώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 13 του ν.δ. της 17.7.1923 (Α΄ 228), απαιτείται τακτοποίηση του οικοπέδου στο οποίο θα εκτελεστούν τα έργα.
β) Δεν επιτρέπεται η δόμηση ακόμη και σε οικόπεδο άρτιο και οικοδομήσιμο, αν για οποιονδήποτε λόγο απαιτείται τακτοποίηση των γειτονικών του οικοπέδων και κατά την κρίση της πολεοδομικής υπηρεσίας η δόμηση θα παρεμποδίσει ή θα δυσχεράνει με οποιονδήποτε τρόπο την τακτοποίηση.
2. Η τακτοποίηση των οικοπέδων ενεργείται με μεταβολή τους κατά τη θέση, το σχήμα και τo μέγεθος, αν απαιτείται, προκειμένου κάθε ένα από αυτά να αποκτήσει διάταξη που να ανταποκρίνεται πληρέστερα στις ανάγκες και τον σκοπό της χρησιμοποίησης αυτού και του συνόλου των οικοδομήσιμων οικοπέδων που βρίσκονται στην ίδια πόλη ή στον ίδιο οικισμό ή απλώς αυτών που βρίσκονται στην ίδια περιοχή και διέπονται από κοινές διατάξεις. Κατά την τακτοποίηση αυτή αποκλείεται οποιαδήποτε μεταβολή των τμημάτων των τακτοποιητέων οικοπέδων που καταλαμβάνονται από οικοδομές. Δεν περιλαμβάνονται στην έννοια των οικοδομών και δεν παρακωλύουν την τακτοποίηση κινητές εγκαταστάσεις, φρέατα, περιτοιχίσματα, υπόστεγα προσωρινού χαρακτήρα, παραπήγματα κ.λπ. και ετοιμόρροπα μέρη κτιρίων, μη επιδεχόμενα, είτε λόγω της κατάστασης τους, είτε από την εφαρμογή του άρθρου 24 του ν.δ. της 17.7.1923 (Α΄ 228), επισκευή χωρίς προηγούμενη κατεδάφιση.
3. Με προεδρικά διατάγματα ρυθμίζονται ο τρόπος, η φύση και η έκταση της τακτοποίησης σε κάθε περίπτωση. Πάντως αρμόδια να κρίνει για την ανάγκη και για τη δυνατότητα της τακτοποίησης, καθώς και για την έννοια των οικοδομών που την αποκλείουν, είναι η αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία, της οποίας οι σχετικές αποφάσεις υπόκεινται στην έγκριση του οικείου περιφερειάρχη, ο οποίος μπορεί να τις αναθεωρεί.
Άρθρο 147. Όροι και προϋποθέσεις τακτοποίησης οικοπέδων
1. Κάθε οικόπεδο του οποίου το υπολειπόμενο τμήμα μετά τη ρυμοτομία δεν έχει τουλάχιστον το οριζόμενο από τις κείμενες για την περιοχή διατάξεις εμβαδόν ή έχει μεν τούτο, αλλά στερείται των απαιτούμενων ελάχιστων διαστάσεων, που ορίζονται από τις ίδιες διατάξεις, ή από άποψη εμβαδού και διαστάσεων είναι άρτιο, αλλά στερείται προσώπου σε οδό, η δε τακτοποίησή του και στις δύο τελευταίες περιπτώσεις καθίσταται ανέφικτη, θεωρείται μη οικοδομήσιμο και αφαιρούμενο αναγκαστικά από τον ιδιοκτήτη, προσκυρώνεται σε κάποιο από τα γειτονικά οικοδομήσιμα οικόπεδα, για να αποτελέσει με αυτό ενιαίο οικόπεδο. Αν παράκεινται περισσότερα από ένα τέτοια οικόπεδα, τα μεν προσκυρώνονται στα δε, ή και όλα συνενώνονται μεταξύ τους για σχηματισμό ενός ή περισσότερων οικοδομήσιμων οικοπέδων. Στις περιπτώσεις αυτές επιτρέπεται η προσκύρωση ενός μη οικοδομήσιμου οικοπέδου σε άλλα περισσότερα, αφού προηγουμένως αυτά τεμαχιστούν.
Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των οριζόμενων στο άρθρο 25 του ν. 1337/1983 (Α’ 33).
2. Η κατά τα παραπάνω αναγκαστική απαλλοτρίωση και προσκύρωση των μη οικοδομήσιμων οικοπέδων αποκλείεται εφόσον επί τούτων υπάρχουν οικοδομές, ως προς την έννοια των οποίων ισχύει η παρ. 2 του άρθρου 146.
3. Δεν επιτρέπεται η τακτοποίηση οικοπέδων για απόκτηση προσώπων ή βάθους, αν η έλλειψη αυτών οφείλεται σε υπαίτια κατάτμηση που έγινε μετά από τις 8.5.1948 (ημερομηνία ισχύος του ν.δ. 690/1948, Α΄ 133) από τους ιδιοκτήτες ή τους δικαιοπαρόχους τους με δικαιοπραξία εν ζωή ή αιτία θανάτου, με τεμαχισμό μεγαλύτερης έκτασης που έχει το απαιτούμενο ελάχιστο πρόσωπο ή βάθος.
4. Οικόπεδα αποκλεισμένα από παντού από τις οδούς του εγκεκριμένου σχεδίου τα οποία δεν μπορούν να αποκτήσουν με τακτοποίηση το απαιτούμενο πρόσωπο σε αυτές, μπορούν να θεωρούνται οικοδομήσιμα υπό ορισμένες προϋποθέσεις και ειδικούς όρους, ως προς την ανέγερση κτιρίων επ’ αυτών, οι οποίοι ρυθμίζονται με απόφαση του οικείου περιφερειάρχη.
Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται σε οικόπεδα που αποκλείονται από τις οδούς με υπαιτιότητα των ιδιοκτητών ή των δικαιοπαρόχων τους, με τεμαχισμό μεγαλύτερης έκτασης που αποτελούσε άρτιο οικόπεδο, εφόσον η κατάτμηση έγινε με δικαιοπραξία εν ζωή ή αιτία θανάτου, μετά την παραπάνω ημερομηνία.
5. Οι απαγορεύσεις των παρ. 3 και 4 δεν ισχύουν αν η τακτοποίηση γίνεται επ’ ωφελεία των όμορων ιδιοκτησιών.
6. Η αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία οφείλει να ειδοποιεί με πρόσκλησή της τους ενδιαφερομένους, πριν από τη σύνταξη των κατά τα παραπάνω πράξεων προσκύρωσης, για να διακανονίσουν σε ένα (1) μήνα από την κοινοποίηση της πρόσκλησης τα σχετικά με την προσκύρωση με ιδιωτικά συμφωνητικά μεταξύ τους και, σε περίπτωση παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας αυτής, προβαίνει η ίδια στις ενέργειες που καθορίζονται στα επόμενα άρθρα.
Άρθρο 148. Ειδικές περιπτώσεις
1. Η προσκύρωση οικοπέδων, που επιβάλλεται από τις κείμενες διατάξεις, τα οποία στερούνται του ελάχιστου εμβαδού, αποκλείεται αν το εμβαδόν του οικοπέδου, αφού συνυπολογιστεί σ΄ αυτό και το εμβαδόν του εδάφους των ομόρων οικοπέδων που καταλαμβάνεται ή μπορεί να καταληφθεί από τους υπάρχοντες ή εκείνους που μπορούν να ανεγερθούν, κατά τις σχετικές διατάξεις, μεσότοιχους επί των ορίων του οικοπέδου, ανταποκρίνεται στο απαιτούμενο σε κάθε περίπτωση ελάχιστο εμβαδόν, εφόσον το τελευταίο αυτό μετά το συνυπολογισμό δεν είναι μικρότερο των τριάντα (30) τετραγωνικών μέτρων.
Ο παραπάνω συνυπολογισμός του εδάφους των ομόρων οικοπέδων σε καμία περίπτωση δεν συνεπάγεται την αφαίρεση ή προσκύρωση του εδάφους αυτού. Τα παραπάνω εφαρμόζονται αναλόγως και ως προς το ελάχιστο πρόσωπο ή το ελάχιστο βάθος, εφόσον αποκλείεται η απόκτησή του, με τακτοποίηση, λόγω ύπαρξης οικοδομών.
Πάντως για την εφαρμογή των παραπάνω το πάχος του μεσότοιχου υπολογίζεται σε κάθε περίπτωση σε 0,60 μ.
2. Σε περίπτωση κατά την οποία παράκεινται περισσότερα του ενός μη άρτια οικόπεδα, επιτρέπεται αντί για την προσκύρωση μερικών εξ αυτών σε άλλα, με σκοπό τη δημιουργία ενός ή περισσότερων αρτίων οικοπέδων, η προσκύρωση να γίνεται με τη συνένωση αυτών με σκοπό τη δημιουργία ενός ή περισσότερων αρτίων οικοπέδων τα οποία παραχωρούνται εξ αδιαιρέτου, κατά ποσοστό ίσο προς τo εμβαδόν της έκτασης που ανήκει σε κάθε ιδιοκτήτη των μη αρτίων οικοπέδων. Η συνένωση δεν αποκλείεται και στην περίπτωση μη συγκατάθεσης, για τη δημιουργία κοινών εξ αδιαιρέτου οικοπέδων, ενός ή περισσότερων από τους ιδιοκτήτες των παρακειμένων μη αρτίων οικοπέδων, η οποία εκδηλώνεται εγγράφως μέχρι την έκδοση της οριστικής και ανέκκλητης απόφασης για την πράξη προσκύρωσης. Επί των κοινών οικοπέδων, που δημιουργούνται με τον τρόπο αυτό, εφαρμόζονται οι περί ιδιοκτησίας κατ΄ ορόφους διατάξεις και απαγορεύεται οποιαδήποτε εξώδικη ή δικαστική διανομή των οικοπέδων αυτών.
3. Αν το εμβαδόν του οικοπέδου που κρίνεται προσκυρωτέο, υπολείπεται του ελάχιστου απαιτουμένου σε κάθε περίπτωση, μέχρι ποσοστού είκοσι πέντε τοις εκατό (25%), το εμβαδόν δε κάποιου από τα συνορεύοντα με αυτό οικόπεδα υπερβαίνει το απαιτούμενο σε κάθε περίπτωση τουλάχιστον κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%), η προσκύρωση του μη άρτιου οικοπέδου ματαιώνεται και αντιθέτως επιτρέπεται η προσκύρωση σ΄ αυτό, από το παραπάνω μεγαλύτερο ως άνω εμβαδόν όμορου οικοπέδου, της αναγκαίας έκτασης ώστε το μη άρτιο οικόπεδο να αποκτήσει το απαιτούμενο απολύτως ελάχιστο εμβαδόν, εφόσον η προσκύρωση αυτή δεν εμποδίζεται από υπάρχουσες οικοδομές ή δεν συνεπάγεται τη μείωση των απαιτούμενων, από τις κείμενες διατάξεις, υποχρεωτικώς ακαλύπτων αποστάσεων ή ποσοστού του μεγαλύτερου οικοπέδου κάτω του ελάχιστου ορίου. Αν η παραπάνω προϋπόθεση του εμβαδού του μεγαλύτερου οικοπέδου συντρέχει σε περισσότερα από ένα όμορα προς το μη άρτιο οικόπεδα, η προσκύρωση γίνεται κατά την κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας είτε σε βάρος όλων εξ ίσου ή όχι είτε σε βάρος μερικών είτε σε βάρος ενός. Τα παραπάνω εφαρμόζονται αναλόγως και στα οικόπεδα που κρίνονται προσκυρωτέα από την έλλειψη του ελάχιστου προσώπου ή του ελάχιστου βάθους, εφόσον αποκλείεται η απόκτηση τους με τακτοποίηση, λόγω ύπαρξης οικοδομών. Η παρούσα εφαρμόζεται και σε παρακείμενα μη άρτια οικόπεδα, αν το άθροισμα των εμβαδών αυτών υπολείπεται του ελάχιστου απαιτούμενου εμβαδού όχι περισσότερο του ίδιου παραπάνω ποσοστού είκοσι πέντε τοις εκατό (25%). Στην περίπτωση αυτή ισχύει η παρ. 2 για τη δημιουργία κοινών εξ αδιαιρέτου οικοπέδων.
4. Οι καταργούμενες από το σχέδιο ρυμοτομίας παλαιές οδοί και γενικά κοινόχρηστοι χώροι διατίθενται στο σύνολό τους ή μερικώς με προσκύρωση, έστω και αν το εμβαδόν τους έχει το εμβαδόν αρτίου οικοπέδου, πρωτίστως για να καταστούν άρτια οικόπεδα που δεν είναι άρτια και για να τακτοποιηθούν άρτια οικόπεδα που όμως έχουν ανάγκη τακτοποίησης. Το ίδιο ισχύει και για ιδιωτικές οδούς που δεν έχουν εγκριθεί από το σχέδιο ρυμοτομίας, εφόσον κατά την κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας, δεν αποκλείεται με την προσκύρωση η επικοινωνία με τις εγκεκριμένες οδούς οικοδομών που έχουν ανεγερθεί με άδεια της αρμόδιας αρχής και σύμφωνα με τους όρους αυτής ή η επικοινωνία αυτή εξασφαλίζεται με τρόπο που προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις.
5. Οι παρ. 1 έως 4 δεν εφαρμόζονται σε οικόπεδα που έγιναν μη άρτια με υπαιτιότητα των ιδιοκτητών ή των δικαιοπαρόχων τους με τεμαχισμό μεγαλύτερης έκτασης που έχει το ελάχιστο εμβαδόν.
Ειδικά η παρ. 3 δεν εφαρμόζεται στα μη άρτια οικόπεδα που περιήλθαν στους ιδιοκτήτες ή στους δικαιοπαρόχους τους, μετά από τεμαχισμό μεγαλύτερης έκτασης, που είχε το ελάχιστο εμβαδόν, γενικά με δικαιοπραξία εν ζωή ή αιτία θανάτου ή και με δικαστική διανομή.
Άρθρο 149. Προϋποθέσεις οικοδομησιμότητας
1. Κατά την τακτοποίηση οικοπέδων στα ήδη εγκεκριμένα ρυμοτομικά σχέδια και σε εκείνα που εγκρίνονται σύμφωνα με το Τμήμα VI του Α΄ Μέρους, εκτός από τα ελάχιστα όρια προσώπου και εμβαδού κατά τον κανόνα ή κατά παρέκκλιση, πρέπει στο οικοδομήσιμο τμήμα του οικοπέδου να εγγράφεται κάτοψη κτιρίου με ελάχιστη επιφάνεια πενήντα (50) τ.μ. και ελάχιστη πλευρά πέντε (5) μ. Οικόπεδο που δεν έχει τις παραπάνω προϋποθέσεις τακτοποιείται με τα γειτονικά σύμφωνα με το παρόν Κεφάλαιο.
2. Σε οικόπεδα με περισσότερα από ένα πρόσωπα σε κοινόχρηστο χώρο, η ύπαρξη του ελάχιστου προσώπου κατά τον κανόνα ή κατά παρέκκλιση απαιτείται μόνο για ένα από τα πρόσωπα αυτά.
3. Σε οικόπεδο που βρίσκεται στη συνάντηση δύο γραμμών δόμησης που τέμνονται είτε με πλάγια ή εισέχουσα απότμηση είτε με κοίλη ή κυρτή γωνία, ως μήκος προσώπου λαμβάνεται ολόκληρο το ανάπτυγμα της ρυμοτομικής γραμμής που αντιστοιχεί στο οικόπεδο.
4. Οικόπεδο άρτιο κατά τον κανόνα ως προς το εμβαδόν, το οποίο δεν έχει το κατά παρέκκλιση ελάχιστο πρόσωπο, αν δεν μπορεί να τακτοποιηθεί κατά τρόπο ώστε να αποκτήσει το κατά κανόνα πρόσωπο, θεωρείται άρτιο και οικοδομήσιμο, εφόσον με την τακτοποίηση αποκτήσει το κατά παρέκκλιση πρόσωπο, εκτός αν η παραπάνω έλλειψη οφείλεται σε υπαίτια κατάτμηση από τους ιδιοκτήτες ή τους δικαιοπαρόχους τους με δικαιοπραξία εν ζωή ή αιτία θανάτου μετά από τις 27.7.1977 (ημερομηνία έναρξης της ισχύος του ν. 651/1977, Α΄ 207). Οικόπεδα που δεν έχουν πρόσωπο σε εγκεκριμένη οδό ή οδό προϋφιστάμενη του έτους 1923 εφόσον δεν προέρχονται από υπαίτια κατάτμηση μετά το διάταγμα ρυμοτομίας της περιοχής και προϋφίστανται της παραπάνω ημερομηνίας (27.7.1977), όταν προσκυρώνουν καταργούμενη ιδιωτική οδό ή γενικά καταργηθέντα κοινόχρηστο χώρο και δεν αποκτούν πρόσωπο ή εμβαδόν κατά τον κανόνα ή την παρέκκλιση της περιοχής, θεωρούνται οικοδομήσιμα εφόσον αποκτούν τουλάχιστον πέντε (5) μ. πρόσωπο σε εγκεκριμένη οδό ή οδό προϋφιστάμενη του έτους 1923 και εγγράφεται στο οικοδομήσιμο τμήμα τους κάτοψη κτιρίου με ελάχιστη επιφάνεια πενήντα (50) τ.μ. και ελάχιστη. πλευρά πέντε (5) μ. Οικόπεδο μη άρτιο κατ’ εμβαδόν που δεν μπορεί να αποκτήσει διαστάσεις αρτίου οικοπέδου σύμφωνα με το άρθρο 148, επιτρέπεται να προσκυρωθεί κατά προτεραιότητα σε οικόπεδο που έχει το ελάχιστο εμβαδόν και δεν έχει το ελάχιστο πρόσωπο, για την απόκτηση και του ελάχιστου προσώπου.
5. Τμήματα οικοπέδου άρτιου και οικοδομήσιμου που δεν επιδέχονται εν όλω ή εν μέρει τακτοποίηση αφαιρούνται αναγκαστικά και προσκυρώνονται στα γειτονικά οικόπεδα. Η προσκύρωση αυτή γίνεται μόνο αν τα γειτονικά οικόπεδα έχουν το ελάχιστο απαιτούμενο εμβαδόν και η προσκύρωση είναι απόλυτα απαραίτητη για να αποκτήσουν το ισχύον ελάχιστο πρόσωπο κατά τον κανόνα ή, σε περίπτωση που αυτό είναι αδύνατο, κατά παρέκκλιση.
6. Η παρ. 5 δεν εφαρμόζεται:
α) αν στα παραπάνω τμήματα υπάρχουν οικοδομές, με την έννοια του άρθρου της παρ. 2 του άρθρου 146.
β) αν η έλλειψη του ελάχιστου απαιτούμενου προσώπου των γειτονικών οικοπέδων στα οποία προσκυρώνονται τα παραπάνω τμήματα, οφείλεται σε υπαίτια κατάτμηση από τους ιδιοκτήτες ή τους δικαιοπαρόχους τους με δικαιοπραξία εν ζωή ή αιτία θανάτου, μετά από τις 27.7.1977 (ημερομηνία έναρξης της ισχύος του ν. 651/1977, Α΄ 207).
7. Η κατά την παρ. 5 προσκύρωση γίνεται μόνο ύστερα από αίτηση κάθε ενδιαφερόμενου.
8. Με την επιφύλαξη της παρ. 4, το άρθρο 202 έχει εφαρμογή μόνο για τα οικόπεδα που υπάγονται στην παρέκκλιση, σύμφωνα με τις σχετικές ειδικές διατάξεις.
9. Το Δημόσιο και οι δήμοι, όταν επισπεύδουν την εφαρμογή του ρυμοτομικού σχεδίου, αποζημιώνουν και τα μη άρτια και μη οικοδομήσιμα τμήματα των ρυμοτομούμενων οικοπέδων που απομένουν μετά τη ρυμοτομία, εκτός αν οι ιδιοκτήτες δηλώσουν έως την πρώτη συζήτηση στο ακροατήριο για τον καθορισμό της προσωρινής τιμής μονάδας ότι δεν επιθυμούν την αποζημίωση. Στην περίπτωση αυτή, τα παραπάνω μη άρτια και μη οικοδομήσιμα οικόπεδα βαρύνονται με ενδεχόμενη αποζημίωση λόγω παροδιότητας.
10. Σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται οικόπεδα άρτια και οικοδομήσιμα να χάνουν την ιδιότητα αυτή με την τακτοποίηση.
Άρθρο 150. Σύνταξη πράξης προσκύρωσης-τακτοποίησης
1. Οι κατά τα παραπάνω τακτοποιήσεις και προσκυρώσεις ενεργούνται με πράξη της αρμόδιας υπηρεσίας, η οποία ενεργεί με αίτηση των ενδιαφερομένων ή και αυτεπάγγελτα. Στην πράξη αυτή καθορίζονται με πρόχειρο κτηματολογικό διάγραμμα όλα τα ακίνητα που υφίστανται οποιαδήποτε μεταβολή από την τακτοποίηση ή την προσκύρωση και οι μεταβολές αυτές.
2. Για την πρόσκληση των ενδιαφερόμενων ιδιοκτητών, την κοινοποίηση προς αυτούς της πράξης που κυρώθηκε, την υποβολή από αυτούς ενστάσεων κατά της πράξης και την απόφαση του περιφερειάρχη επί της πράξης και των ενστάσεων, εφαρμόζονται αναλόγως τα άρθρα 157 και 159.
3. Σε περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο είναι αδύνατη η σύνταξη της πράξης εφαρμόζεται η παρ. 3 του άρθρου 157 και αναφέρεται ρητά σε σχετικό πρωτόκολλο αν το αδύνατο οφείλεται στο άρθρο 147.
4. Αν η εξακρίβωση των ορίων των μεταξύ των τακτοποιητέων ή προσκυρωτέων ιδιοκτησιών καθίσταται αδύνατη για οποιονδήποτε λόγο, η σύνταξη της πράξης αναβάλλεται μέχρι τον οριστικό καθορισμό αυτών με φροντίδα των ενδιαφερομένων.
Άρθρο 151. Διαδικασία καταβολής αποζημίωσης
1. Υπόχρεοι για αποζημίωση των ζημιούμενων ιδιοκτητών, από τη μεταβολή που συνεπάγεται στην αξία των ακινήτων η κατά τα παραπάνω τακτοποίηση και προσκύρωση οικοπέδων, είναι οι ιδιοκτήτες των ακινήτων που ωφελήθηκαν από αυτή την τακτοποίηση και προσκύρωση.
2. Προς κανονισμό των παραπάνω αποζημιώσεων οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν σχετική αίτηση στο μονομελές πρωτοδικείο της περιφέρειας που βρίσκονται τα ακίνητα, με αντίγραφο της κυρωμένης από τον περιφερειάρχη πράξης. Το μονομελές εφετείο ορίζει προσωρινά τις αποζημιώσεις που πρέπει να καταβληθούν, σύμφωνα με τον Κ.Α.Α.Α.
3. Τα υφιστάμενα βάρη και περιορισμοί κυριότητας υπέρ τρίτων επί του οικοπέδου που πρέπει να τακτοποιηθεί μετατρέπονται, από την κατά τα παραπάνω κατάθεση της αποζημίωσης, σε προσωπική αγωγή κατά του ιδιοκτήτη του υπόψη οικοπέδου, για αποζημίωση του δικαιούχου για το βάρος ή τον περιορισμό. Από αυτά εξαιρούνται τα υποθηκικά δικαιώματα υπέρ τρίτων, τα οποία μεταφέρονται αυτοδίκαια και με την ίδια τάξη στο τακτοποιηθέν οικόπεδο και ο φύλακας των μεταγραφών οφείλει να κάνει αυτεπάγγελτα τις σχετικές σημειώσεις κατά τη μεταγραφή.
4. Τα προσκυρωθέντα οικόπεδα περιέρχονται στο νέο κύριο ελεύθερα από οποιαδήποτε βάρη και περιορισμούς κυριότητας υπέρ τρίτων. Κάθε τέτοιο εμπράγματο δικαίωμα επ’ αυτών μετατρέπεται από την κατάθεση της αποζημίωσης, σε αξίωση επί του ποσού της αποζημίωσης, κατά τον Κ.Α.Α.Α., στην πρώτη περίπτωση, ή σε προσωπική απαίτηση κατά του προηγούμενου ιδιοκτήτη, στη δεύτερη.
5. Οι δικαστικές αποφάσεις δεν μπορούν να τροποποιούν την πράξη που κυρώθηκε από τον περιφερειάρχη ως προς την τακτοποίηση ή προσκύρωση των οικοπέδων που καθορίστηκε με αυτή. Κάθε απαίτηση ιδιοκτήτη ακινήτου, για τα μέχρι την τακτοποίηση ή προσκύρωση όρια αυτού, μετά την κύρωση της τακτοποίησης ή προσκύρωσης μετατρέπεται αυτοδίκαια σε χρηματική απαίτηση.
Άρθρο 152. Αναλογισμός και υπόχρεοι αποζημίωσης
Εκείνοι υπέρ των οποίων γίνεται η προσκύρωση μη οικοδομήσιμων οικοπέδων, είναι υπόχρεοι για την πληρωμή της αποζημίωσης που αναλογεί σ’ αυτά, για τα ακίνητα που καταλαμβάνονται από τους χώρους της περ. α΄της παρ. 1 του άρθρου 59, κατά τις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) αν δεν καταβλήθηκε καθόλου η αποζημίωση από τον τέως ιδιοκτήτη του προσκυρωθέντος,
β) αν η αποζημίωση καταβλήθηκε από τον ιδιοκτήτη πριν από τον καθορισμό των επιτρεπομένων ελάχιστων ορίων εμβαδού και διαστάσεων των οικοδομήσιμων οικοπέδων και από την καταβολή αυτής δεν έγινε από εκείνον που κατέβαλε την αποζημίωση καμία εν ζωή μεταβίβαση της κυριότητας του προσκυρωθέντος,
γ) αν η αποζημίωση καταβλήθηκε από τον ιδιοκτήτη μετά τον παραπάνω καθορισμό, και από τότε δεν έγινε από αυτόν εν ζωή καμία μεταβίβαση του προσκυρωθέντος οικοπέδου, ούτε υπήρξαν σ΄ αυτό, μετά την καταβολή της αποζημίωσης, χρησιμοποιήσιμες οικοδομές για διάστημα συνολικά μεγαλύτερο της δεκαετίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄: Ομαδική τακτοποίηση – αναδασμός (Κτηματική ομάδα)
Άρθρο 153. Ομαδική τακτοποίηση
1. Αν επιβάλλεται για οποιονδήποτε λόγο ταυτόχρονη τακτοποίηση πολλών παρακείμενων (εφαπτόμενων ή μη) οικοπέδων, αυτή μπορεί να εκτελείται σύμφωνα με τις ακόλουθες διατάξεις.
2. Ο γραμματέας αποκεντρωμένης διοίκησης συνιστά με απόφασή του κτηματική ομάδα, η οποία αποτελείται από τα κτήματα που πρέπει να τακτοποιηθούν και να προσκυρωθούν (δηλαδή τα υπόλοιπα τμήματα που απομένουν από κάθε ιδιοκτησία εντός των οικοδομήσιμων χώρων, μετά την αφαίρεση των τμημάτων που καταλαμβάνονται από χώρους της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 59). Η κτηματική ομάδα καθίσταται ν.π.δ.δ. από τη δημοσίευση της απόφασης αυτής, εκπροσωπείται από το Δημόσιο ή τον οικείο δήμο ή όπως αλλιώς ορίζεται κάθε φορά στην απόφαση και βαρύνεται με την υποχρέωση της πληρωμής των αποζημιώσεων της παρ. 1 του άρθρου 151 και την είσπραξη αυτών από τους υποχρέους, σύμφωνα με την ίδια διάταξη. Με την ίδια απόφαση του γραμματέα αποκεντρωμένης διοίκησης καθορίζονται τα όρια της κτηματικής ομάδας, ενώ μπορούν να εξαιρούνται από αυτήν ορισμένα ακίνητα που περιλαμβάνονται μέσα στα όρια αυτά, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
3. Αν κατά την τακτοποίηση, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, προκύψει περίπτωση προσκύρωσης μη οικοδομήσιμων οικοπέδων, τα οποία περιλαμβάνονται στην κτηματική ομάδα που συστήθηκε, αυτή εκτελείται σε συνδυασμό με την τακτοποίηση σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2. Πάντως στην περίπτωση αυτή επιτρέπεται, μετά από απόφαση του γραμματέα αποκεντρωμένης διοίκησης, οποιαδήποτε παρέκκλιση από το άρθρο 151, σχετικά με την πρόσκληση των ενδιαφερομένων για διακανονισμό της προσκύρωσης με δική τους φροντίδα.
4. Κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου η κατά το άρθρο 150 πράξη μπορεί να περιορίζεται στον καθορισμό κάθε οικοπέδου, όπως αυτό προκύπτει τελικά μετά την τακτοποίηση και την προσκύρωση σ' αυτό άλλων μη οικοδομήσιμων οικοπέδων. Στην περίπτωση αυτή παραλείπεται η ένδειξη των μεταβολών που έγιναν μεταξύ των οικοπέδων της κτηματικής ομάδας, ενώ η απόλυτη μεταβολή που έγινε σε κάθε ένα από αυτά, σε σχέση προς την αρχική του κατάσταση, κρίνεται από την παραβολή της κατάστασης αυτής με την παραπάνω πράξη. Η παραπάνω πράξη πρέπει να συνοδεύεται από επεξηγηματικό υπόμνημα των ωφελειών και ζημιών που επήλθαν σε κάθε ακίνητο (χωρίς εκτίμηση της αξίας τους) που θεωρείται ως αναπόσπαστο στοιχείο της πράξης. Επίσης πρέπει να τη συνοδεύει και η γνωμοδοτική έκθεση της υπηρεσίας που τη συντάσσει, στην οποία περιγράφεται η εκτίμηση των μεταβολών που επήλθαν σε κάθε ακίνητο από τις παραπάνω ωφέλειες και ζημίες. Την έκθεση αυτή λαμβάνει υπόψη του το μονομελές πρωτοδικείο κατά τη διαδικασία του άρθρου 151 και τη μνημονεύει στη σχετική απόφασή του. Πάντως ο τρόπος σύνταξης της πράξης και οι λεπτομέρειες αυτής ρυθμίζονται κάθε φορά με υπουργική απόφαση, ενώ μπορεί να ανατεθεί η σύνταξή της και σε επιτροπή που ορίζεται με την ίδια απόφαση. Ενστάσεις κατά της πράξης επιτρέπονται μόνον ως προς τα όρια, τις διαστάσεις και τη θέση των οικοπέδων, όπως αυτά πριν από την πράξη κ.λπ., καθώς και για παράβαση ή εσφαλμένη εφαρμογή του παρόντος Κεφαλαίου και αποκλείεται κάθε ένσταση ή προσφυγή, οπότε αυτή επιτρέπεται, ως προς το τεχνικό μέρος της πράξης (τρόπος τακτοποίησης, διάταξη νέων οικοπέδων, ποσοστό μείωσης και αυξομείωσης αυτού κ.λπ.).
5. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες της διαδικασίας του παρόντος άρθρου με βάση τα άρθρα 150 και 151, οι οποίες ισχύουν και για την περίπτωση του παρόντος άρθρου, και η κτηματική ομάδα μπορεί να υποκαθιστά στη διαδικασία αυτή εν όλω ή μέρει τους ενδιαφερόμενους ιδιοκτήτες. Την υποκατάσταση αυτή μπορεί να επιβάλλει ο Υπουργός υποχρεωτικά με απόφασή του. Πάντως η κατά το άρθρο 151 απόφαση του μονομελούς πρωτοδικείου πρέπει να ορίζει προσωρινά και ιδιαίτερα για κάθε ιδιοκτησία, εκτός των αποζημιώσεων για τις ζημιές που έγιναν στα ακίνητα από την τακτοποίηση και προσκύρωση, και την αξία των ωφελειών που προέκυψαν από τις μεταβολές σ’ αυτά. Οι οφειλόμενες μόνον στις μεταβολές που έγιναν στα γήπεδα αποζημιώσεις πρέπει απαραιτήτως να καλύπτουν στο σύνολό τους τις ζημίες που προέκυψαν από τις ίδιες μεταβολές. Το ίδιο ισχύει και για κάθε άλλη απόφαση δικαστηρίου για οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης.
Άρθρο 154. Κτηματική ομάδα
1. Η κτηματική ομάδα του άρθρου 153 μπορεί να συνιστάται και για τον γενικότερο σκοπό της δίκαιης κατανομής των μεταβολών στην αξία των ακινήτων που θα προκύψουν από την εφαρμογή του εγκεκριμένου σχεδίου. Στην περίπτωση αυτή στην κτηματική ομάδα, που συνιστάται με τον τρόπο που αναφέρεται στο άρθρο 153, περιλαμβάνονται και τα ακίνητα που καταλαμβάνονται από τους χώρους που προβλέπονται στην περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 59, δηλαδή των οδών, πλατειών κ.λπ., αντί δε των άρθρων 157, 158, 159, 161 και 165, εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:
α) προσδιορίζεται η συνολική επιφάνεια των οικοπέδων της κτηματικής ομάδας που καταλαμβάνονται από τους χώρους της περ. α της παρ. 1 του άρθρου 59.
β) από την παραπάνω συνολική επιφάνεια για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων υπολογίζεται το γενικό ποσοστό που αναλογεί σε κάθε οικόπεδο της κτηματικής ομάδας. Επιτρέπεται η αυξομείωση του γενικού αυτού ποσοστού λόγω ειδικών συνθηκών, όπως το μέγεθος του οικοπέδου, η μεταβολή της θέσης του οικοπέδου γενικά, οι αυξομειώσεις του προσώπου και του βάθους, η μετάθεση αποκλεισμένου οικοπέδου επί της οδού κ.λπ. Το παραπάνω ποσοστό και η αυξομείωσή του ρυθμίζεται με τη σχετική πράξη που συντάσσεται. Μέρος του εμβαδού της κατά την προηγούμενη περίπτωση συνολικής επιφάνειας μπορεί να καταλογιστεί στον οικείο δήμο. Η θέση και η έκταση του μέρους αυτού καθορίζονται με την πράξη τακτοποίησης στην περίπτωση κατά την οποία το εμβαδόν του μέρους αυτού δεν πρόκειται να υπερβεί κατά μιάμιση φορά το εμβαδόν που προκύπτει σε βάρος του δήμου από την εφαρμογή του άρθρου 165, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση που το εμβαδόν αυτού είναι μικρότερο των πέντε χιλιάδων (5.000) τ.μ. Αν το εμβαδόν του μέρους αυτού υπερβαίνει την κατά τα παραπάνω μιάμιση φορά, τότε η έκταση και η θέση αυτού καθορίζονται με απόφαση του γραμματέα της οικείας αποκεντρωμένης διοίκησης. Η θέση του μέρους αυτού συνολικά ή κατά τμήματα μπορεί να καθορίζεται οπουδήποτε μέσα στα όρια της κτηματικής ομάδας, ακόμα και μέσα σε οικοδομήσιμους κατά το εγκεκριμένο σχέδιο χώρους του δήμου, οι οποίοι για την εξόφληση των υποχρεώσεων λόγω ρυμοτομίας, σύμφωνα με την παρ. 3, μειώνονται και κατά το μέρος αυτό, επιπλέον της γενικής μείωσης, που προκύπτει από την εφαρμογή της ακόλουθης περ. γ΄. Οι υφιστάμενες στην πραγματικότητα παλαιές οδοί και οι υπόλοιποι κοινόχρηστοι χώροι, οι οποίοι περιλαμβάνονται μέσα σε οικοδομικά τετράγωνα, καθώς και όλες οι ιδιωτικές οδοί ή δίοδοι διατίθενται σε κάθε περίπτωση ομαδικής τακτοποίησης για τη δημιουργία των νέων οδών και των υπόλοιπων κοινόχρηστων χώρων που προβλέπονται από το σχέδιο ρυμοτομίας.
γ) Από το εμβαδόν κάθε οικοπέδου της κτηματικής ομάδας αφαιρείται το ποσοστό, που αναλογεί σ’ αυτό, σύμφωνα με την περ. β΄.
δ) Τα ιδανικά υπόλοιπα οικοπέδων της κτηματικής ομάδας που προκύπτουν από την αφαίρεση, σύμφωνα με την περ. γ΄, τακτοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 146.
2. Αν μερικά από τα ιδανικά υπόλοιπα, που προκύπτουν από την εφαρμογή της περ. δ΄ της παρ. 1, έχουν εμβαδόν μικρότερο του καθορισμένου ελάχιστου ορίου οικοπέδων, απαλλοτριώνονται και προσκυρώνονται συνολικά ή τμηματικά το κάθε ένα σε άλλα μικρότερα ή και μεγαλύτερα του ορίου αυτού ιδανικά υπόλοιπα, ανεξάρτητα από τη σχετική θέση των οικοπέδων και με τρόπο ώστε τα εμβαδά που προσκυρώνονται στα μη άρτια οικόπεδα να καλύπτουν το τμήμα που υπολείπεται για να γίνουν άρτια. Σε κάθε περίπτωση, αρχή γίνεται με την προσκύρωση συνολικά ή τμηματικά του μη αρτίου οικοπέδου που έχει το μικρότερο ιδανικό υπόλοιπο και αν αυτό δεν επαρκεί του αμέσως επόμενου και ούτω καθεξής μέχρι να είναι αρκετά τα προσκυρούμενα ιδανικά υπόλοιπα μη αρτίων οικοπέδων σε άρτια. Κατά την προσκύρωση αυτή ισχύει η παρ. 3 του άρθρου 153 ως προς την προβλεπόμενη παρέκκλιση. Κατά την προσκύρωση αυτή, καθώς και την τακτοποίηση σύμφωνα με την περ. δ΄, επιτρέπεται εξαιρετικά και μόνο σε απόλυτη ανάγκη, η εκτίμηση της οποίας ανήκει στην αρμόδια υπηρεσία που συντάσσει την πράξη, παρέκκλιση από την προβλεπόμενη στην παρ. 2 του άρθρου 146 απαγόρευση μεταβολής των οικοπέδων ή των τμημάτων τους που καταλαμβάνονται από οικοδομές, και μόνον εφόσον πρόκειται για παλαιές και ανθυγιεινές οικοδομές, κατά την κρίση της ίδιας όπως παραπάνω υπηρεσίας, και εφόσον όλοι οι ιδιοκτήτες αυτών αποζημιώνονται πλήρως σύμφωνα με την παρ. 4. Επίσης μπορεί, κατά την κρίση της υπηρεσίας που συντάσσει την πράξη, αντί για την προσκύρωση των μη άρτιων, να επιβάλλεται η συνένωση δύο ή και περισσότερων ιδανικών υπολοίπων, που έχουν εμβαδόν μικρότερο του καθορισμένου, σε ένα άρτιο οικόπεδο το οποίο παραχωρείται εξ αδιαιρέτου στους ιδιοκτήτες των παραπάνω μη οικοδομήσιμων ιδανικών υπολοίπων και με ποσοστό εξ αδιαιρέτου ανάλογο προς το εμβαδόν καθενός ιδανικού υπολοίπου. Δεν αποκλείεται επίσης και ο συνδυασμός της παρούσας, ειδικά στην περίπτωση μη συγκατάθεσης για τη δημιουργία κοινής αδιαίρετης ιδιοκτησίας ενός ή περισσότερων ιδιοκτητών ιδανικών υπολοίπων, η οποία εκδηλώνεται μετά τη σύνταξη της πράξης είτε με ένσταση κατ' αυτής είτε με προσφυγή κατά της κυρωτικής απόφασης. Στην περίπτωση αυτή επιτρέπεται η τροποποίηση της πράξης με την επ' αυτής απόφαση με σκοπό την προσκύρωση του ιδανικού υπολοίπου εκείνου του ιδιοκτήτη που δεν συγκατατίθεται στη συνένωση σε κοινή ιδιοκτησία.
Εφόσον υπάρχει η παραπάνω συγκατάθεση, τα δημιουργούμενα, κατά τις παραπάνω διατάξεις, εξ αδιαιρέτου συνιδιόκτητα ακίνητα διέπονται από τις διατάξεις περί ιδιοκτησίας κατ' ορόφους και απαγορεύεται ρητά οποιαδήποτε διανομή αυτών είτε δικαστική είτε εξώδικη, η οποία χαρακτηρίζεται με το παρόν αυτοδίκαια άκυρη.
3. Με τη μείωση της επιφάνειας κάθε οικοπέδου της κτηματικής ομάδας, σύμφωνα με την παρ. 1, επέρχεται αυτοδίκαια εξόφληση της υποχρέωσης των ιδιοκτητών καθενός από αυτά, για την αποζημίωση του αναλογούντος μέρους του γηπέδου που βρίσκονται μέσα στα όρια της κτηματικής ομάδας και καταλαμβάνονται από τους χώρους της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 59. Στην περίπτωση που η ύπαρξη οικοδομών αποκλείει την αφαίρεση μέρους ή όλου του ποσοστού που αναλογεί, σύμφωνα με την περ. γ΄της παρ. 1 του παρόντος, η μεν ιδιοκτησία θεωρείται ότι συμμετέχει στην τακτοποίηση, η δε μείωση της επιφάνειας αυτής, κατά το ποσοστό που καθορίστηκε, μετατρέπεται αντίστοιχα εν μέρει ή εν όλω σε υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης, προς την κτηματική ομάδα, ίσης προς την αξία του μη αφαιρεθέντος μέρους ή όλου του ποσοστού, κατά τον χρόνο της προσφυγής στο μονομελές πρωτοδικείο.
4. Κατά την τακτοποίηση σύμφωνα με την περ. δ΄ της παρ. 1 του παρόντος, οι οποιεσδήποτε επερχόμενες μεταβολές στο μέγεθος των ιδανικών υπολοίπων ή στη θέση ή στο σχήμα των οικοπέδων ή στις επ’ αυτών φυτείες ή εγκαταστάσεις, δηλαδή φρέατα, περιφράγματα, υπονόμους κ.λπ., που βρίσκονται σε αυτά, καθώς επίσης και οι προσκυρώσεις σύμφωνα με την παρ. 2, υπόκεινται, ως προς τις αποζημιώσεις, στην παρ. 1 του άρθρου 151. Σε περίπτωση όμως κατά την οποία δεν προκύπτει πραγματική ωφέλεια από την πρόσκτηση περιφραγμάτων ή φρεάτων ή υπονόμων κ.λπ. υπέρ εκείνου στον οποίο αυτά αποδίδονται, υπόχρεος για την καταβολή της αποζημίωσης γι' αυτά είναι ο οικείος δήμος.
5. Η αποζημίωση του ποσοστού εμβαδού που αφαιρέθηκε σύμφωνα με την περ. γ΄ της παρ. 1, από οικόπεδα των οποίων το υπόλοιπο μετά την αφαίρεση αυτή προσκυρώνεται κατά την παρ. 2 καθώς και του ποσοστού που ενδεχομένως αναλογεί στον δήμο, σύμφωνα με την περ. β΄ της παρ. 1, καθώς και των κάθε είδους οικοδομών ή εγκαταστάσεων κ.λπ. επί ρυμοτομούμενων ιδιοκτησιών, βαρύνει τον δήμο.
6. Για τον καθορισμό των αποζημιώσεων που θα καταβληθούν στους ζημιωθέντες ιδιοκτήτες της κτηματικής ομάδας, σύμφωνα με τις παρ. 4 και 5, η αξία των απαλλοτριωμένων ακινήτων υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 13 του Κ.Α.Α.Α. και στην περίπτωση ως πράξη κύρωσης της απαλλοτρίωσης θεωρείται η απόφαση σύστασης της κτηματικής ομάδας. Κατά τον ίδιο τρόπο υπολογίζεται και η αποζημίωση που καταβάλλεται συνολικά σε περίπτωση εφαρμογής της παρ. 9.
7. Για τον υπολογισμό της αξίας των ωφελειών που προστίθενται στα τακτοποιηθέντα οικόπεδα της κτηματικής ομάδας, από την εφαρμογή της τακτοποίησης και της ρυμοτομίας, η μεν αξία του αρχικού, πριν την τακτοποίηση του ακινήτου, υπολογίζεται όπως ορίζεται στην παρ. 6, η δε αξία του ακινήτου που προκύπτει μετά την τακτοποίηση, με βάση την ανά μονάδα επιφανείας αξία αυτού, κατά τον χρόνο της προσφυγής στο μονομελές πρωτοδικείο για καθορισμό της αξίας.
8. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις του παρόντος άρθρου το άρθρο 153. Πάντως, για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, δεν απαιτείται η έκδοση των κανονιστικών προεδρικών και αποφάσεων, που προβλέπονται στα προηγούμενα άρθρα. Στο σχετικό με την πράξη υπόμνημα της παρ. 4 του άρθρου 153, καθώς και στη σχετική γνωμοδότηση πρέπει επιπλέον να καθορίζονται και οι υπέρ ορισμένων ομάδων ακινήτων ή και όλης της πόλης κοινές ωφέλειες που προκύπτουν και οι αποφάσεις της παρ. 5 του άρθρου 153 πρέπει να ορίζουν και την αξία των τελευταίων αυτών ωφελειών. Οι οποιεσδήποτε διαφορές, που προκύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, μεταξύ της αξίας των ζημιών και ωφελειών καταβάλλονται και αυτές εν όλω ή εν μέρει από τους ιδιοκτήτες της κτηματικής ομάδας, οι οποίοι ωφελήθηκαν ή από εκείνους που ωφελήθηκαν εκτός αυτής, προς την κτηματική ομάδα, με ποσοστό και τρόπο που καθορίζονται κάθε φορά με αποφάσεις του οικείου γραμματέα αποκεντρωμένης διοίκησης, διατίθενται δε με όμοιο τρόπο, και μπορεί να κατανέμονται μεταξύ των ιδιοκτητών αυτών ή και μόνον μεταξύ των κατά τα παραπάνω υποχρέων προς καταβολή αποζημιώσεων. Πάντως, κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, δεν είναι απαραίτητη η κατά την παρ. 5 του άρθρου 153 εξίσωση των ζημιών και ωφελειών, που οφείλονται μόνον στις μεταβολές στην έκταση των γηπέδων.
9. Κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου η κτηματική ομάδα μπορεί, με απόφαση του γραμματέα αποκεντρωμένης διοίκησης, για την επίτευξη του σκοπού που αναφέρεται στην παρ. 1, να υποδιαιρεθεί και σε περισσότερους ανεξάρτητους οικονομικούς οργανισμούς, κάθε ένας από τους οποίους αποτελείται από τμήματα που έχουν τις ίδιες ή ανάλογες συνθήκες, ως προς την εφαρμογή του σχεδίου και τις συνέπειες απ' αυτήν. Για κάθε οργανισμό από αυτούς εφαρμόζεται το παρόν άρθρο σύμφωνα με όρους που ρυθμίζονται με την παραπάνω υπουργική απόφαση.
10. Αν ο ιδιοκτήτης οικοπέδου, που τακτοποιήθηκε ή προέκυψε από την προσκύρωση, αδυνατεί να καταβάλλει στην κτηματική ομάδα ή και άλλους δικαιούχους την αποζημίωση για την οποία είναι υπόχρεος από την εν γένει ωφέλεια που απέκτησε το οικόπεδό του, μπορεί αυτό να κριθεί αναγκαστικώς απαλλοτριωτέο υπέρ της κτηματικής ομάδας, με απόφαση του οικείου γραμματέα αποκεντρωμένης διοίκησης. Για τη διαδικασία της απαλλοτρίωσης και τον καθορισμό της αποζημίωσης εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του Κ.Α.Α.Α. Η αποζημίωση του ποσοστού, που αφαιρέθηκε κατά την περ. γ΄ της παρ. 1, ως προς την οποία ισχύει αναλόγως η παρ. 4, καταβάλλεται από την κτηματική ομάδα στον ιδιοκτήτη του απαλλοτριωθέντος. Τα απαλλοτριωθέντα ακίνητα διατίθενται από την κτηματική ομάδα με τρόπο και όρους που ρυθμίζονται κάθε φορά με απόφαση του Υπουργού.
11. Σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης, εφαρμόζεται η διαδικασία προσωρινού καθορισμού της αποζημίωσης του άρθρου 19 του Κ.Α.Α.Α. Το επείγον της ανάγκης αναγνωρίζει ο γραμματέας της οικείας αποκεντρωμένης διοίκησης με την απόφαση που εκδίδει για τη σύσταση της Κτηματικής Ομάδας, με την οποία ορίζει και την εφαρμογή της παραπάνω διαδικασίας.
Άρθρο 155. Αναδασμός
1. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες επιβάλλεται η επείγουσα εφαρμογή του σχεδίου μπορεί να ακολουθείται η επόμενη διαδικασία.
2. Ολόκληρη η έκταση που καταλαμβάνεται από την κτηματική ομάδα του άρθρου 154, που έχει τον ίδιο σκοπό, με την απόφαση του οικείου γραμματέα αποκεντρωμένης διοίκησης περί σύστασης της ομάδας αυτής, θεωρείται απαλλοτριούμενη ως ενιαίο σύνολο υπέρ των ιδιοκτητών ακινήτων, που έχουν περιληφθεί στην ομάδα αυτή, για τη διανομή μεταξύ τους των οικοδομήσιμων χώρων που ορίζονται στην έκταση αυτή από την εφαρμογή του σχεδίου. Κάθε ιδιοκτήτης βαρύνεται, λόγω της παραπάνω απαλλοτρίωσης, με αποζημίωση των υπόλοιπων ιδιοκτητών ίση με την αξία των ακινήτων του, που περιλήφθηκαν στην κτηματική ομάδα.
3. Οι οικοδομήσιμοι χώροι, σύμφωνα με το Ρ.Σ., της έκτασης της παρ. 2 διαιρούνται σε οικόπεδα τα οποία παραχωρούνται στους παλαιούς ιδιοκτήτες της έκτασης αυτής. Στους ιδιοκτήτες των οποίων τα ακίνητα που έχουν περιληφθεί στην έκταση της κτηματικής ομάδας έχουν συνολική επιφάνεια μικρότερη των πενήντα (50) τ.μ., επιτρέπεται να μην παραχωρείται νέο οικόπεδο, αλλά να καταβάλλεται σ' αυτούς η νόμιμη αποζημίωση για την απαλλοτρίωση αυτή των ακινήτων τους. Επίσης επιτρέπεται, αντί για την αποζημίωση αυτή, να παραχωρούνται στους παραπάνω ιδιοκτήτες οικόπεδα κατά συνιδιοκτησία εξ αδιαιρέτου με άλλους ιδιοκτήτες ομοίων ακινήτων. Κατά την παραπάνω διαίρεση σε οικόπεδα και εφόσον τούτο ενδείκνυται από τεχνικούς λόγους ή από την όλη οικονομία της εφαρμογής του σχεδίου ρυμοτομίας, επιτρέπεται να διαμορφώνονται και οικόπεδα που έχουν εμβαδόν ή και πρόσωπο ή και βάθος μικρότερα των ελαχίστων ορίων εμβαδού και διαστάσεων οικοπέδων, καθώς και οικόπεδα, που βρίσκονται στο εσωτερικό των οικοδομικών τετραγώνων και επικοινωνούν με τους κοινόχρηστους χώρους του σχεδίου με ιδιωτικές διόδους. Όλα τα παραπάνω οικόπεδα θεωρούνται άρτια και οικοδομήσιμα. Κοινόχρηστοι χώροι που καταργούνται με το Ρ.Σ., κατά το μέρος που εμπίπτουν σε οικοδομήσιμους χώρους, δεν διατίθενται για τη δημιουργία οικοπέδων του Δημοσίου ή του δήμου, αλλά για τη δημιουργία των κοινόχρηστων χώρων του Ρ.Σ. Ο τρόπος της παραχώρησης, η οποία μπορεί να εκτελείται απ' ευθείας με συσχέτιση των παλαιών και των νέων ιδιοκτησιών ή με κλήρωση ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, ρυθμίζεται σε κάθε περίπτωση με απόφαση του γραμματέα της οικείας αποκεντρωμένης διοίκησης .
4. Για τη διαίρεση και παραχώρηση των παραπάνω οικοπέδων συντάσσεται πράξη αναδασμού που αποτελείται από διάγραμμα με απαιτούμενο υπόμνημα, στην οποία εμφαίνονται τα οικόπεδα που παραχωρούνται και σε περίπτωση απευθείας παραχώρησης εκείνοι στους οποίους γίνεται η παραχώρηση. Οι ενδιαφερόμενοι καλούνται να λάβουν γνώση της πράξης αυτής και να υποβάλουν ενστάσεις κατ' αυτής ή σχετικές παρατηρήσεις. Επί της πράξης, των ενστάσεων και των παρατηρήσεων αποφαίνεται αιτιολογημένα ο γραμματέας της οικείας αποκεντρωμένης διοίκησης κυρώνοντας ή ακυρώνοντας ή τροποποιώντας την πράξη εν όλω ή εν μέρει με την απόφασή του, χωρίς να απαιτείται, σε περίπτωση τροποποίησης, νέα πρόσκληση για να λάβουν γνώση οι ενδιαφερόμενοι. Η απόφαση αυτή είναι οριστική και αμετάκλητη. Εκείνοι στους οποίους γίνεται η διανομή των οικοπέδων μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα παραχωρούμενα οικόπεδα για ανέγερση οικοδομής, από την έκδοση της απόφασης του γραμματέα αποκεντρωμένης διοίκησης, ακόμη και πριν από τη μεταγραφή των τίτλων, σύμφωνα με την παρ. 8.
5. Κάθε ιδιοκτήτης των ακινήτων που έχουν περιληφθεί στην έκταση της κτηματικής ομάδας, στον οποίο παραχωρείται οικόπεδο, βαρύνεται με την καταβολή αποζημίωσης για δημιουργία των κοινόχρηστων χώρων που προβλέπονται από το σχέδιο ρυμοτομίας, ίσης προς ποσοστό επί της όλης αξίας των ακινήτων του στην κτηματική ομάδα. Το ποσοστό αυτό είναι το πηλίκο της διαφοράς, μεταξύ του συνολικού αθροίσματος των επιφανειών όλων των ιδιόκτητων ακινήτων της κτηματικής ομάδας και του συνολικού αθροίσματος των επιφανειών όλων των οικοδομήσιμων χώρων του σχεδίου ρυμοτομίας μέσα στην κτηματική ομάδα δια του ανωτέρω συνολικού αθροίσματος των επιφανειών των ιδιόκτητων ακινήτων. Η υποχρέωση αυτή αφαιρείται από την αξία των παλαιών ακινήτων του ιδιοκτήτη, που καθορίζεται και πιστώνεται σ' αυτόν κατά τις παρ. 6 και 7. Δεν υπόκεινται στην υποχρέωση αυτή ιδιοκτήτες στους οποίους δεν παραχωρούνται οικόπεδα στην περιοχή της κτηματικής ομάδας.
6. Με αίτηση της κτηματικής ομάδας ή του Δημοσίου το μονομελές πρωτοδικείο καθορίζει προσωρινά, κατά τη διαδικασία του άρθρου 19 του Κ.Α.Α.Α., τη μεταβολή στην αξία των ακινήτων που έγινε με τον παραπάνω αναδασμό, καθορίζοντας τη συνολική αξία κάθε ακινήτου που περιλήφθηκε (ή κατά το μέρος που περιλήφθηκε) στην έκταση της κτηματικής ομάδας, καθώς και τη συνολική αξία κάθε νέου ακινήτου που προέκυψε από τη διαίρεση σε οικόπεδα σύμφωνα με την παρ. 3. Για τον καθορισμό της συνολικής αξίας κάθε οικοπέδου (παλαιού ή νέου) λαμβάνεται υπόψη η έκταση αυτού, που προκύπτει για μεν τα παλαιά οικόπεδα από τα κτηματολογικά στοιχεία, για δε τα νέα από το διάγραμμα διανομής των νέων οικοπέδων κατά την παρ. 4 και η ανά μονάδα επιφανείας περισσότερο πιθανολογούμενη αξία αυτού. Αποκλείεται, κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, ο καθορισμός τιμής μονάδας επιφανείας αντί της συνολικής αξίας οικοπέδων. Η παραπάνω αξία καθορίζεται βάσει των τιμών ακινήτων (παλαιών και νέων) κατά τον χρόνο της αίτησης για τον καθορισμό της. Σε περίπτωση καταστροφών από θεομηνία ή άλλα αίτια, που συνεπάγονται αμφιβολίες για την αξία αυτών, λαμβάνεται υπόψη η αξία των ακινήτων κατά το εγγύτερο παρελθόν πριν από τις καταστροφές. Για την έκταση κάθε παλαιού και νέου οικοπέδου, καθώς και για την περισσότερο πιθανολογούμενη αξία αυτού, ανά μονάδα επιφανείας, ανάλογα με τη θέση ή τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, για τον παραπάνω προσωρινό προσδιορισμό της συνολικής αξίας του συντάσσεται από τον προϊστάμενο της αρμόδιας για την εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας συμβουλευτική έκθεση προς το μονομελές πρωτοδικείο, στην οποία μνημονεύονται τα συμβόλαια μεταβίβασης ή οποιαδήποτε άλλα επίσημα έγγραφα ή πληροφορίες αρμόδιων αρχών τα οποία έχουν ληφθεί υπόψη κατά τη σύνταξη της έκθεσης. Ομοίως καθορίζεται προσωρινά η αξία του παλαιού ακινήτου που περιλήφθηκε (ή κατά το μέρος που περιλήφθηκε) στην κτηματική ομάδα σε περίπτωση που δεν παραχωρείται νέο ακίνητο αντί για το παλαιό. Ο προσωρινός καθορισμός των αξιών κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου αναγνωρίζεται σε κάθε περίπτωση ως επείγουσας ανάγκης και εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 18α του ν.δ. 797/1971 (Α΄ 1). Το μονομελές πρωτοδικείο οφείλει να εκδίδει την απόφασή του μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την υποβολή της σχετικής αίτησης, την οποία πάντως πρέπει να συνοδεύουν κυρωμένο αντίγραφο της πράξης αναδασμού με το συνημμένο σ' αυτήν διάγραμμα και η παραπάνω έκθεση του προϊσταμένου της υπηρεσίας. Κατά την παραπάνω ενώπιον του μονομελούς πρωτοδικείου διαδικασία επιτρέπεται παρέμβαση κάθε ενδιαφερομένου χωρίς κοινοποίηση ιδιαίτερου δικογράφου παρέμβασης.
7. Μέσα σε τρεις (3) μήνες από την έκδοση της κατά τα παραπάνω απόφασης του μονομελούς πρωτοδικείου δικαιούνται οι ενδιαφερόμενοι να ζητήσουν τον οριστικό καθορισμό της μεταβολής στην αξία των ακινήτων λόγω αναδασμού με προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου πρωτοδικείου κατά την τακτική διαδικασία. Όταν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, η μεταβολή των αξιών που καθορίστηκε με την απόφαση του μονομελούς πρωτοδικείου καθίσταται οριστική.
8. Μετά την κατά την παρ. 6 έκδοση της απόφασης του μονομελούς πρωτοδικείου παρακατατίθενται οι καθορισθείσες αποζημιώσεις και εκδίδονται από την κτηματική ομάδα τίτλοι ιδιοκτησίας (παραχωρητήρια), υπέρ εκείνων προς τους οποίους παραχωρούνται τα νέα ακίνητα, για το παραχωρούμενο στον καθένα ακίνητο. Οι τίτλοι αυτοί μεταγράφονται με επιμέλεια των ενδιαφερομένων. Η μεταγραφή μπορεί να ενεργείται και με επιμέλεια της κτηματικής ομάδας ή της αρμόδιας υπηρεσίας για την εφαρμογή του σχεδίου.
9. Η απόδοση προς τους δικαιούχους των παραπάνω αποζημιώσεων που παρακατατέθηκαν ενεργείται με εντολή της κτηματικής ομάδας, με βάση την εγγραφή στον κτηματολογικό πίνακα, κατά την παρ. 12, χωρίς άλλη διαδικασία για αναγνώριση του δικαιούχου.
10. Σε περίπτωση που αμφισβητηθεί η κυριότητα ή η επικαρπία ακινήτου που περιλήφθηκε στην κτηματική ομάδα, με άσκηση ένστασης κατά του κτηματολογικού πίνακα ή διαγράμματος, σύμφωνα με την παρ. 12, μέσα στην ανατρεπτική προθεσμία που τάσσεται από την παράγραφο αυτή, δεν χορηγείται ο τίτλος του νέου ακινήτου του αντιστοιχούντος εν όλω ή εν μέρει προς το διεκδικούμενο παλαιό, ούτε καταβάλλεται η αποζημίωση που καθορίστηκε, παρά μόνο μετά τη δικαστική αναγνώριση του δικαιούχου. Ο ενιστάμενος υποχρεούται στην κατάθεση της κατά νόμο αγωγής, άλλως η ένσταση είναι απαράδεκτη.
11. Οι ενυπόθηκοι δανειστές διατηρούν τα δικαιώματά τους, για εγγραφή αντίστοιχης υποθήκης ή προσημείωσης με την ίδια όπως και προηγουμένως σειρά, στα παραχωρηθέντα στον οφειλέτη ακίνητα, μέσα σε ένα έτος από την παραπάνω μεταγραφή. Η παρέλευση του έτους απράκτου έχει συνέπεια την απόσβεση κάθε δικαιώματος προτεραιότητας.
12. Ο τρόπος της εξακρίβωσης της θέσης, των διαστάσεων και της νομικής μορφής των ακινήτων που έχουν υπαχθεί στην κτηματική ομάδα ενεργείται σύμφωνα με τα ρυθμιζόμενα κάθε φορά με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Η ίδια απόφαση καθορίζει τα σχετικά με τις προσκλήσεις των ενδιαφερομένων, τις δημοσιεύσεις, προθεσμίες, ενστάσεις κ.λπ.
13. Αν κάποιος από τους ιδιοκτήτες των ακινήτων που έχουν περιληφθεί στην κτηματική ομάδα, δεν ζήτησε εμπρόθεσμα για οποιοδήποτε λόγο να επανορθωθεί εγγραφή στον κτηματολογικό πίνακα, κατά την παρ. 12, που τυχόν παραλείφθηκε ή έγινε εσφαλμένα, θεωρείται ότι παραιτήθηκε από το δικαίωμά του να λάβει νέο ακίνητο και διατηρεί μόνο δικαίωμα αποζημίωσης κατά της κτηματικής ομάδας, και κατά του δημοσίου αν αυτή δεν υφίσταται ή δεν διαθέτει πόρους.
14. Η κτηματική ομάδα έχει, με βάση τις αποφάσεις που εκδίδονται υπέρ αυτής από το μονομελές πρωτοδικείο, σύμφωνα με την παρ. 6, δικαίωμα εγγραφής υποθήκης στα παραχωρηθέντα ακίνητα των ιδιοκτητών κατά των οποίων εκδόθηκαν οι αποφάσεις αυτές.
15. Με κοινές αποφάσεις του αρμόδιου Υπουργού και του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών μπορεί να ορίζεται ότι οι αποζημιώσεις που καθορίζονται σύμφωνα με τις παρ. 6 και 7 και βαρύνουν την κτηματική ομάδα, καθώς και οι οποιασδήποτε φύσης δαπάνες λειτουργίας της κτηματικής ομάδας (δικαστικά έξοδα, αμοιβές πληρεξούσιων δικηγόρων ή άμισθων υποθηκοφυλάκων, κοινοποιήσεις, δημοσιεύσεις, εγγραφές στα βιβλία μεταγραφών κ.λπ.) βαρύνουν το Δημόσιο και καταβάλλονται από αυτό και ότι οι αποζημιώσεις υπέρ της κτηματικής ομάδας που ορίζονται, σύμφωνα με τις ίδιες παραγράφους, καταβάλλονται προς το Δημόσιο. Η παρούσα ισχύει είτε πρόκειται για εφαρμογή του άρθρου αυτού είτε για ομαδική τακτοποίηση κατά τα άρθρα 153 και 154.
16. Με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού μπορεί να ρυθμίζονται σε κάθε περίπτωση οι λεπτομέρειες και οι όροι της εφαρμογής του άρθρου αυτού, το οποίο μπορεί να εφαρμόζεται σε συνδυασμό με άλλες συναφείς με την εφαρμογή σχεδίων διατάξεις του.
17. Η κατά τα ανωτέρω ομαδική τακτοποίηση (αναδασμός) όλης της περιοχής της κτηματικής ομάδας μπορεί να ενεργείται με απόφαση του γραμματέα της οικείας αποκεντρωμένης διοίκησης ξεχωριστά κατά ζώνες με ανάλογη εφαρμογή των παραπάνω για κάθε ζώνη. Στην περίπτωση αυτή επιτρέπεται να ορίζεται με απόφαση του γραμματέα της οικείας αποκεντρωμένης διοίκησης ότι η επιβάρυνση της παρ. 5 γίνεται με την ίδια αναλογία για όλες τις ζώνες, και γι' αυτό λαμβάνεται υπόψη η συνολική έκταση και το εμβαδόν των οικοδομικών τετραγώνων όχι κάθε ζώνης αλλά όλης της περιοχής της κτηματικής ομάδας.